«Ετοιμη για συνομιλίες» δηλώνει μετά τις απειλές η Τουρκία, καλώντας την Αθήνα στο τραπέζι του διαλόγου. Η Αθήνα από την πλευρά της απαντά ότι είναι πάντα έτοιμη για διάλογο, αλλά χωρίς απειλές και στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, με την ελληνική διπλωματία να εξακολουθεί να εμφανίζεται «επιφυλακτική» στο αν τελικά η Αγκυρα θα επιδιώξει όντως αποκλιμάκωση.
Μιλώντας στο «Βήμα», ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας επιμένει ότι με φόντο τις τουρκικές εκλογές η ένταση θα παραμείνει και ο κίνδυνος ατυχήματος θα αυξηθεί. Δεν θεωρεί ότι υπήρξε «ολιγωρία» από την πλευρά της ελληνικής διπλωματίας σε σχέση με την υπογραφή του νέου μνημονίου Τουρκίας – Λιβύης, ενώ όσον αφορά τη συζήτηση για την επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας στα 12 ναυτικά μίλια νότια και ανατολικά της Κρήτης σημειώνει ότι πρόκειται για απόφαση που θα ληφθεί «όποτε κριθεί πως είναι προς το εθνικό συμφέρον»…
Προεκλογικό τέχνασμα ή ρεαλιστική απειλή η κλιμάκωση της έντασης από την πλευρά της Τουρκίας; Τι μέτρα παίρνετε και τι συντονισμός υπάρχει μεταξύ υπουργείου Εξωτερικών και υπουργείου Εθνικής Αμυνας;
«Η κλιμάκωση της ρητορικής από τουρκικής πλευράς, όπως έχω τονίσει και στο παρελθόν, έχει φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα. Επίσης παρατηρούμε την εργαλειοποίηση του Μεταναστευτικού και τις διαρκείς προσπάθειες σπίλωσης της εικόνας της χώρας μας, μέσω της συνεχούς διασποράς ψευδών ειδήσεων. Φοβάμαι ότι όσο πλησιάζουμε προς τις τουρκικές εκλογές η ένταση δεν θα μειωθεί και ο κίνδυνος ενός ατυχήματος ή ενδεχομένως μιας εσκεμμένης προκλητικής κίνησης αυξάνεται. Για τον λόγο αυτόν απαιτείται επαγρύπνηση, εγρήγορση, ομόνοια και ψυχραιμία. Απέναντι στην κλιμακούμενη απειλή, η Ελλάδα θωρακίζεται. Στο διπλωματικό πεδίο έχω αναλάβει την ενημέρωση των φίλων και συμμάχων, καθώς και την ενίσχυση του πλέγματος σχέσεων που έχουμε δημιουργήσει. Εχει σημασία προκειμένου να υπάρχει κατανόηση και στήριξη των θέσεών μας, οι οποίες αποτελούν θέσεις εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου. Οσον αφορά τη συνεργασία με το υπουργείο Εθνικής Αμυνας, αυτή είναι άψογη και διαρκής σε επίπεδο υπουργών και λοιπών παραγόντων. Υπενθυμίζω, μεταξύ άλλων, ότι θεσμοθετήσαμε τη σύσταση αυτοτελούς Γραφείου Αμυντικής Διπλωματίας στο υπουργείο Εξωτερικών, στελεχωμένου από στρατιωτικό προσωπικό των τριών κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, ώστε να υπάρχει διαρκής και σαφής ενημέρωση για την κατάσταση επί του πεδίου».
Η Τουρκία επιχειρεί να δικαιολογηθεί επικαλούμενη τις Συνθήκες της Λωζάννης και των Παρισίων. Στις επαφές σας σύμμαχοι και εταίροι πώς αντιμετωπίζουν την έξαρση της τουρκικής ρητορικής; Υπάρχει διάθεση ανάληψης πρωτοβουλιών διαμεσολάβησης;
«Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω από το τελευταίο σημείο της ερώτησής σας. Περιθώρια μεσολάβησης θα υπήρχαν εάν η τουρκική πλευρά είχε διάθεση να μιλήσει με εμάς και δεν υπήρχαν απευθείας κανάλια επικοινωνίας. Δυνατότητες διμερών επαφών υπάρχουν πολλές, σε όλα τα επίπεδα. Το ζήτημα είναι ότι η τουρκική πλευρά τις δυσχεραίνει με τη στάση της. Παράλληλα, η Τουρκία, με τη γενικότερη επιθετική ρητορική της και με τις αδιανόητες εκφράσεις κυβερνητικών αξιωματούχων της κατά της Ελλάδας, υπονομεύει τη δημιουργία ενός κλίματος που θα επέτρεπε εποικοδομητικό διάλογο, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου. Θα ευχόμουν αυτό να αλλάξει. Οσον αφορά τις συνθήκες της Λωζάννης και των Παρισίων, τις οποίες επικαλείται η Τουρκία ad nauseam, ισχυριζόμενη ότι η Ελλάδα τις παραβιάζει, έχουμε φροντίσει να διατηρούμε επαφές με όλα τα συμβαλλόμενα μέρη και των δύο συνθηκών. Ακριβώς για να προβάλλουμε τις θέσεις μας. Για παράδειγμα, η Ιαπωνία, την οποία επισκέφθηκα τον Απρίλιο, είναι συμβαλλόμενο μέρος της Συνθήκης της Λωζάννης. Η Πολωνία, την οποία επισκέφθηκα πριν από λίγες ημέρες, έχει υπογράψει τη Συνθήκη των Παρισίων. Καμία επαφή μας δεν γίνεται τυχαία. Αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής. Και οφείλω να επισημάνω ότι επιβεβαιώνεται η κατανόηση των εταίρων μας και οι δημόσιες τοποθετήσεις τους απηχούν πλέον την ανάγκη εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου, του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου και της κοινής λογικής. Πλέον πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η στάση της Γερμανίας, καθώς και της Μεγάλης Βρετανίας. Εκτιμώ ότι αυτή ακριβώς η στοίχιση με θέσεις που η Τουρκία δεν ασπάζεται, όπως και η αναβάθμιση του ρόλου της χώρας μας στην ευρύτερη περιοχή, τα τρία τελευταία χρόνια, προκαλεί εκνευρισμό στη γειτονική χώρα. Είναι χρήσιμο και για την Τουρκία να αντιληφθεί ότι είναι προς το συμφέρον της να έχει έναν φιλικό και αξιόπιστο γείτονα που ανήκει στην ίδια συμμαχία, αλλά και στην ΕΕ. Οφείλει να αντιληφθεί επίσης ότι όπως δεν διεκδικούμε ούτε σπιθαμή εδάφους της, το ίδιο απαιτούμε και από αυτήν. Η δε διαφορά μας είναι επιλύσιμη στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας».
Θεωρείτε πιθανή την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία από την ΕΕ, τόσο για τη στάση της απέναντι στη Ρωσία, αλλά και σε μια δεύτερη εξέλιξη σε σχέση με τα ελληνοτουρκικά; Η επέκταση των χωρικών υδάτων νότια και ανατολικά της Κρήτης είναι ένα ζήτημα που βρίσκεται στο τραπέζι;
«Οσον αφορά τα ελληνοτουρκικά, τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου του 2021, τα οποία αναφέρονται στη λήψη μέτρων κατά της Τουρκίας σε περίπτωση υποτροπής, συνεχίζουν να ισχύουν. Τόσο η χώρα μας όσο και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, όπως η Επιτροπή, η οποία κάθε χρόνο δημοσιεύει την έκθεση προόδου των υποψηφίων κρατών, παρακολουθούμε εκ του σύνεγγυς την τουρκική συμπεριφορά. Αναφορικά με τις σχέσεις με τη Ρωσία, είναι αυτονόητο ότι εάν τουρκικές εταιρείες έχουν συναλλαγές με ρωσικές οντότητες στις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις, αυτό θα πρέπει να εξεταστεί και να ληφθούν τα προβλεπόμενα μέτρα. Δεν μπορεί η Τουρκία να αποτελεί παρακαμπτήρια οδό για τις ρωσικές εξαγωγές και εισαγωγές προϊόντων ή υπηρεσιών που τελούν υπό καθεστώς κυρώσεων. Οσον αφορά το ζήτημα της επέκτασης των χωρικών υδάτων νότια και ανατολικά της Κρήτης, για το οποίο υπάρχει πολλή συζήτηση, έχουμε τοποθετηθεί επανειλημμένα. Η επέκταση των χωρικών υδάτων θα γίνει όταν η κυβέρνηση θεωρήσει ότι θα είναι προς το εθνικό συμφέρον. Βεβαίως, της επέκτασης πρέπει να προηγηθεί μια τεχνική προεργασία, όπως η χάραξη ευθειών γραμμών βάσης και το κλείσιμο των κόλπων, προεργασία η οποία βαίνει προς ολοκλήρωση. Ομως, η προεργασία αυτή δεν αποτελεί από μόνη της προάγγελο άλλων εξελίξεων. Εχουμε τονίσει ότι η προεργασία αυτή έχει ξεκινήσει από την Κρήτη προκειμένου, όποτε κρίνει σκόπιμο η κυβέρνηση – και το υπογραμμίζω αυτό – να έχει τη δυνατότητα επέκτασης των χωρικών υδάτων».
Νέο μνημόνιο Τουρκίας – Λιβύης για τους υδρογονάνθρακες. Υπήρξε ολιγωρία από την πλευρά της Αθήνας; Τι συζητήσατε για τις εξελίξεις στη Λιβύη στην Αίγυπτο;
«Ουδεμία «ολιγωρία» υπήρξε όσον αφορά την υπογραφή του «μνημονίου». Γνωρίζαμε ότι η Τουρκία προσπαθούσε με κάθε ευκαιρία να «ενεργοποιήσει» το παράνομο, άκυρο και ανυπόστατο «μνημόνιο» του 2019. Το ενδεχόμενο αυτό και τον συναφή κίνδυνο περαιτέρω αποσταθεροποίησης της Λιβύης, καθώς και της ευρύτερης περιοχής, το είχαμε θέσει μετ’ επιτάσεως στους συνομιλητές μας, από την Αίγυπτο, Γαλλία, τη Γερμανία, τις ΗΠΑ και άλλους. Και βεβαίως το είχαμε θέσει και σε λίβυους συνομιλητές μας. Να σας υπενθυμίσω ότι μέσα σε λίγες ώρες από τη σχετική ανακοίνωση το «μνημόνιο» καταδικάστηκε από τη Λιβυκή Βουλή και την πλειοψηφία του Υψηλού Συμβουλίου. Και βεβαίως εκδηλώθηκε άμεσα ηχηρή αντίδραση από ΕΕ, ΗΠΑ, Αίγυπτο, Κύπρο, για να ακολουθήσουν Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία κ.ά. Αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει αν δεν υπήρχε προεργασία με τους συμμάχους και εταίρους για το ζήτημα της Λιβύης, και μάλιστα σε βάθος χρόνου. Επιπλέον, το μνημόνιο που υπογράφηκε με την τουρκική πλευρά αντιβαίνει στη συμφωνία του φόρουμ του Πολιτικού Διαλόγου της Λιβύης, καθώς η μεταβατική κυβέρνηση δεν έχει το δικαίωμα να συνάπτει συμφωνίες που δεσμεύουν διεθνώς τη χώρα. Οι σχέσεις μας με την Αίγυπτο είναι κάτι παραπάνω από στρατηγικές. Είναι σχέσεις ζωτικής σημασίας για τη χώρα μας. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι στα τρία χρόνια που είμαι υπουργός Εξωτερικών έχω επισκεφθεί το Κάιρο 12 φορές και ότι συναντώ τον αιγύπτιο ομόλογό μου Sameh Shoukry με κάθε ευκαιρία. Στο Κάιρο συζητήσαμε για την περαιτέρω εμβάθυνση των διμερών μας σχέσεων. Υπήρξε πλήρης σύμπτωση απόψεων όσον αφορά τις εξελίξεις στη Λιβύη και αποφασίστηκε να συνεχιστεί ο συντονισμός σε όλα τα επίπεδα. Επίσης, αμφότερες οι πλευρές υπογραμμίσαμε τη σημασία που έχει η συμφωνία για την οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, καθώς και η από κοινού δέσμευση για την προστασία της».
«Βασικό μας μέλημα η προστασία της ελληνικής κοινότητας»
Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Σε ποιες πρωτοβουλίες προχωρεί η Αθήνα για την αντιμετώπιση των προκλήσεων με τις οποίες τη φέρνει αντιμέτωπη ο πόλεμος; Τι προβλέπετε για τις εξελίξεις και ποιος θα είναι ο ρόλος της Ελλάδας;
«Κατ’ αρχάς να επισημάνω ότι προγραμματίζω να μεταβώ λίαν προσεχώς στο Κίεβο, εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες που επικρατούν εκεί. Θα είναι η συνολικά η τρίτη επίσκεψή μου στην Ουκρανία από την έναρξη του πολέμου, καθώς έχω επισκεφθεί ήδη δύο φορές την Οδησσό. Η επίσκεψη αυτή σηματοδοτεί την πλήρη προσήλωσή μας στην αρχή του σεβασμού της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας και όλων των κρατών γενικότερα. Η Ελλάδα προασπίζεται ως βασική αρχή το Διεθνές Δίκαιο. Οσον αφορά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τηρεί στάση αρχής. Στο πλαίσιο αυτό καταδικάσαμε την παράνομη προσάρτηση εδαφών της Ουκρανίας από τη Ρωσία. Βασικό μας μέλημα αποτελεί η προστασία της ελληνικής κοινότητας, μεγάλο μέρος της οποίας διαβιοί σε περιοχές υπό ρωσική κατάληψη και άρα μη προσβάσιμες, τουλάχιστον στην παρούσα συγκυρία. Ευελπιστούμε, με την πρώτη δυνατή ευκαιρία, να μπορέσουμε να προσφέρουμε την αρωγή μας στους έλληνες ομογενείς, οι οποίοι βρίσκονται ακόμη επί ουκρανικού εδάφους. Και βεβαίως, θα συνεχίσουμε να ζητούμε την απόδοση δικαιοσύνης για τυχόν εγκλήματα πολέμου που διαπράχθησαν. Αναφορικά με τις επιπτώσεις του πολέμου, όπως γνωρίζετε, η κυβέρνηση Μητσοτάκη μαζί με άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν καταθέσει σειρά προτάσεων που αφορούν την ενέργεια, προτάσεις που αναμένουμε να συζητηθούν στο προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Τέλος, όσον αφορά τις προοπτικές του πολέμου, δυστυχώς κανείς δεν μπορεί να κάνει ασφαλείς προβλέψεις. Εν όψει της «περιόδου της λάσπης», ο πόλεμος περνά σε μια νέα φάση, αυτήν του πολέμου φθοράς, όπου κάθε πλευρά θα συνεχίσει με στόχο την εξάντληση του αντιπάλου. Το ιδιαίτερα ανησυχητικό στοιχείο, το οποίο δυστυχώς είδαμε την περασμένη εβδομάδα, είναι η προσβολή πολιτικών στόχων εντός των πόλεων και η άμεση απειλή που δημιουργείται για τον άμαχο πληθυσμό».
Το ζήτημα του διαλόγου και οι θέσεις Αθήνας και Αγκυρας
Τούρκοι διπλωμάτες στην Αγκυρα έχουν ήδη αρχίσει να μιλούν για την ανάγκη «διαλόγου» Ελλάδας – Τουρκίας, καλώντας την Αθήνα στο τραπέζι των συνομιλιών. Μετά τη συνάντηση Καλίν – Σάλιβαν οι διπλωμάτες δείχνουν πρόθυμοι να αναλάβουν να μεταστρέψουν το κλίμα, κάτι που ωστόσο στην τελική του κατάληξη όλοι αναγνωρίζουν ότι εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τον τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ο οποίος με δηλώσεις του επιμένει στο «θα έρθουμε ξαφνικά ένα βράδυ» δηλώνοντας την ετοιμότητα του να αντιδράσει στους σχεδιασμούς στην Αλεξανδρούπολη και την «στρατικοποίηση» των νησιών». Διπλωματικές πηγές στην Αθήνα παραδέχονται ότι, παρά την ένταση, ο τούρκος πρέσβης Μπουράκ Οζούγκεργκιν δεν έχει πάψει να έχει επαφές με το ΥΠΕΞ και το Μέγαρο Μαξίμου, αφού και οι δύο πλευρές αναγνωρίζουν ότι ο διάλογος δεν πρέπει να διακοπεί για κανέναν λόγο, ακόμα και χωρίς καμία δημοσιότητα.
«Η ρητορική της έντασης δεν οδηγεί πουθενά. Το αντίθετο, όταν κλιμακώνεις, φτάνεις σε ένα σημείο που θα πρέπει να κάνεις κάτι από όσα λες. Και κανείς δεν θέλει κάτι τέτοιο, ούτε στην Αθήνα, ούτε στην Αγκυρα» έλεγε αρμόδια πηγή στο «Βήμα», επιχειρώντας να εξηγήσει αυτό το «βήμα πίσω» από τις απειλές και χωρίς να θέλει να αναφερθεί στα πραγματικά γεγονότα που οδήγησαν σε αυτή την εξέλιξη.
Τουρκικές πηγές δε δείχνουν τη συμφωνία Λιβάνου – Ισραήλ και τη χαρακτηρίζουν ως ένα «παράδειγμα» προς την Αθήνα για επίλυση των διαφορών της με την Αγκυρα. Μέσω του διαλόγου ή του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Την ίδια στιγμή η Αθήνα θεωρεί τη συμφωνία Λιβάνου – Ισραήλ (αναλυτικό ρεπορτάζ σελίδα Α12) ένα μήνυμα που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από την Αγκυρα και να την κάνει να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, μακριά από εκβιασμούς και απειλές.
Σε κάθε περίπτωση, τουρκικές πηγές φροντίζουν να υπενθυμίζουν ότι η Αγκυρα δεν θα επιτρέψει σε καμία περίπτωση το «Καστελλόριζο να γίνει ο βασιλιάς της Μεσογείου», λειτουργώντας ως ο φράχτης που θα φυλακίσει την Τουρκία στις ακτές της. Υπενθυμίζουν στο ίδιο πλαίσιο ότι το τουρκολιβυκό μνημόνιο του 2019 ήταν μία πολιτική απόφαση που έδειξε την αντίδραση της Τουρκίας στο σχήμα 3+1 (Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ + ΗΠΑ) και τους σχεδιασμούς για τον EastMed. Σε αυτό το πλαίσιο, ακόμα και αν γίνεται μια προσπάθεια να πέσουν οι τόνοι, τουρκικές πηγές δεν φτάνουν να αποκλείσουν ένα «ατύχημα», το οποίο όπως υποστηρίζουν ωστόσο αν γίνει δεν θα είναι βάσει σχεδίου… Επιμένουν δε ότι η συγκυρία εκλογών σε Ελλάδα, Τουρκία και Κύπρο δημιουργεί από μόνη της ένα εκρηκτικό κλίμα. Και στην ίδια γραμμή, οι πιο ψύχραιμοι υπογραμμίζουν ότι ο διάλογος και η αποκλιμάκωση είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να αποτρέψει τα χειρότερα. Αρκεί να τον θέλουν πραγματικά και οι δύο πλευρές.