Οι επιμέρους και ευρύτερες διαστάσεις του διλήμματος της κυβερνησιμότητας αναδύονται στις παρασκηνιακές πολιτικές συζητήσεις, έστω και αν ο εκλογικός ορίζοντας είναι μακρινός και η κυβερνητική πλειοψηφία παραμένει ασφαλής.
Αφορμή για τις αναζητήσεις αυτού του είδους δίνεται, αφενός, λόγω των γνωστών διαθέσεων μιας μερίδας βουλευτών της ΝΔ για δεξιούς επαναπροσδιορισμούς, την διαγραφή Σαλμά και, αφετέρου, εν αναμονή της εκλογής ηγεσίας στο ΠαΣοΚ, η οποία εκ των πραγμάτων θα διαμορφώσει μια νέα πολιτική συνθήκη, αφού θα αναδείξει τον νέο συνομιλητή του Πρωθυπουργού στον χώρο της αντιπολίτευσης.
Οι δημοσκοπήσεις
Στο φόντο αυτών των συζητήσεων δεσπόζουν τα μετεκλογικά ευρήματα των δημοσκοπήσεων, που φαίνεται ότι αντανακλούν μια παγιωμένη γενικότερη τάση. Η κυβέρνηση διατηρεί ένα ασφαλές προβάδισμα, με σημαντικές όμως εκλογικές και δημοσκοπικές απώλειες, στον χώρο της αντιπολίτευσης φαίνεται ότι αναδεικνύεται το ΠαΣοΚ ως πρώτη δύναμη, ενώ σημαντικές συσπειρώσεις και ανοδικές τάσεις καταγράφονται στα δεξιά της ΝΔ και στον χώρο της άκρας και αντισυστημικής Αριστεράς.
Ο συσχετισμός αυτός, σε συνδυασμό με τις τάσεις γενικότερης αποστασιοποίησης ενός σημαντικού μέρους του εκλογικού σώματος, εκτιμάται από αναλυτές και πολιτικά στελέχη ότι θα διαμορφώσει σταδιακά πολύ συγκεκριμένα διλήμματα. Και πολύ πιο ξεκάθαρα αναμένεται ότι αυτά θα τεθούν και θα διατυπωθούν έπειτα από τις επόμενες εκλογές και με βάση τα αποτελέσματά τους.
Κάποια συγκεκριμένα ερωτήματα ήδη τίθενται στο πλαίσιο της εσωκομματικής εκλογικής διαδικασίας του ΠαΣοΚ και διατυπώνονται ευθέως με το ερώτημα αν θα υπάρξει μετεκλογική συνεργασία με τη ΝΔ, στην (ορατή αυτή τη στιγμή) περίπτωση της μη επίτευξης αυτοδυναμίας. Για το ΠαΣοΚ οι θεωρητικές, αρνητικές απαντήσεις στην παρούσα συγκυρία είναι μάλλον εύκολες.
Κινητικότητα και αναζητήσεις
Τηρουμένων των αναλογιών, κάτι αντίστοιχο ισχύει για τη ΝΔ. Ωστόσο στο παρασκήνιο παρατηρείται μια κινητικότητα, με αφορμή τη μικρότερη ή μεγαλύτερη ταυτοτική κρίση που προκάλεσαν κυβερνητικές επιλογές της προηγούμενης περιόδου, αλλά και λόγω των επιμέρους επιδιώξεων και σκοπιμοτήτων συγκεκριμένων ομάδων και μεμονωμένων βουλευτών.
Εστω και αν οι εκλογές τοποθετούνται σε έναν ορίζοντα τριετίας, στελέχη του κόμματος ήδη θέτουν σε κλειστές και ιδιωτικές συζητήσεις το ερώτημα αν οι προοπτικές κυβερνητικών συνεργασιών θα πρέπει να αναζητηθούν στα δεξιά ή στην Κεντροαριστερά και ειδικότερα στο ΠαΣοΚ. Διαφαίνεται ότι ορισμένοι θα επιχειρήσουν ακόμα και να ανοίξουν μια συζήτηση στο εσωτερικό του κόμματος και της κυβέρνησης, ορμώμενοι από προσωπικές επιδιώξεις και ελπίζοντας να προσεταιριστούν ένα κομμάτι του δεξιού ακροατηρίου το οποίο έχει απομακρυνθεί από τη ΝΔ.
Τα «καρφιά» της Ντόρας
Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός γνωρίζει αυτή τη συζήτηση και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Στην παρούσα συγκυρία έχει ορισμένα παρελκυστικά χαρακτηριστικά και πάντως ο Κυριάκος Μητσοτάκης μέχρι στιγμής δεν έχει τροποποιήσει τη γνωστή και διακηρυγμένη κεντροδεξιά φιλοσοφία του, ενώ απορρίπτει κατηγορηματικά κάθε παρότρυνση, πίεση ή και απλό υπαινιγμό περί δεξιάς στροφής.
Προσφάτως δε η Ντόρα Μπακογιάννη υπενθύμισε ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έλεγε πως η ΝΔ είναι ένα κόμμα που δεν βρίσκεται ούτε προς τα δεξιά ούτε προς τα αριστερά, αλλά καλύπτει τον χώρο από την εκσυγχρονισμένη Αριστερά μέχρι τη μη φασίζουσα Δεξιά, και τόνισε: «Οποτε κάναμε το λάθος να συμπτύξουμε αυτόν τον χώρο, φτάσαμε στο 18%». Ηταν μια σαφής αιχμή για την περίοδο ηγεσίας του Αντώνη Σαμαρά και το τραυματικό εκλογικό αποτέλεσμα του Μαΐου 2012.
Τρεις παράμετροι
Υπό τις παρούσες συνθήκες, τρεις πολιτικές παράμετροι αναμένεται ότι θα φανερώσουν τις περισσότερο ή λιγότερο πιθανές εξελίξεις στη συζήτηση των δυνάμει συνεργασιών ή σε κάθε περίπτωση, τους όρους συζήτησης και επικοινωνίας μεταξύ των πολιτικών κομμάτων.
Η έκβαση της κούρσας ηγεσίας στο ΠαΣοΚ. Είναι ήδη αισθητό ότι ο πολιτικός προσανατολισμός του κόμματος σε περίπτωση επικράτησης του Νίκου Ανδρουλάκη ή (πολύ περισσότερο) του Χάρη Δούκα θα είναι πολύ διαφορετικός σε σχέση με την ενδεχόμενη νίκη της Αννας Διαμαντοπούλου ή του Παύλου Γερουλάνου. Ο σημερινός πρόεδρος του ΠαΣοΚ και ο δήμαρχος της Αθήνας έχουν μια διακηρυγμένη πολιτική τοποθέτηση με κύριο στοιχείο την εμφατική «αντιδεξιά» ρητορική και φαίνεται ότι πολύ δύσκολα θα συνομιλούσαν με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Δεν ισχύει το ίδιο με την πρώην επίτροπο και τον πρώην υπουργό Πολιτισμού, οι οποίοι επιμένουν μεν στην αυτονομία του ΠαΣοΚ, έχουν όμως ούτως ή άλλως μια ανεπτυγμένη κουλτούρα πολιτικού διαλόγου, συνεννόησης και συνεργασίας.
Η επιλογή του προσώπου για την Προεδρία της Δημοκρατίας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει κλείσει προς το παρόν την πρόωρη συζήτηση, επιμένοντας ότι στην παρούσα συγκυρία έχει και αντιθεσμικά στοιχεία. Είναι πάντως σαφές ότι η επιλογή του στον κατάλληλο χρόνο θα φανερώσει και τις πολιτικές διαθέσεις ως προς τον πολιτικό χώρο με τον οποίο θα επιδιώξει να χτίσει γέφυρες επικοινωνίας ή και συναινέσεις. Οπως τόνισε δε και ο ίδιος προσφάτως στη Θεσσαλονίκη, την απόφαση για το πρόσωπο του/της Προέδρου δεν θα τη λάβει ερήμην των πολιτικών συνομιλητών του στο Κοινοβούλιο και πάντως θα προτάξει ως βασική επιδίωξη τη μέγιστη δυνατή συναίνεση.
Οι επόμενες κινήσεις των Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά. Οι προεκλογικές τους παρεμβάσεις, με τις σαφείς αιχμές για τα ελληνοτουρκικά και ορισμένες κεντρικές κυβερνητικές επιλογές, συζητούνται ακόμη και πλέον θεωρείται ότι στο εσωτερικό της ΚΟ της ΝΔ υπάρχουν εκδηλωμένες ομαδοποιήσεις, με μικρότερη ή μεγαλύτερη επιρροή. Είναι όμως γνωστό ότι τουλάχιστον ο Αντώνης Σαμαράς δεν σκοπεύει να παραμείνει στο παρασκήνιο και ότι δεν θα διστάσει να διατυπώσει ακόμα πιο έντονη κριτική στην κυβέρνηση και προσωπικά στον Πρωθυπουργό.
Το αν κάτι τέτοιο θα εξελιχθεί σε πρόβλημα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη ή αν θα ήταν πιθανό να τον παρασύρει σε μια εσωκομματική σύγκρουση δεν διαφαίνεται αυτή τη στιγμή και πάντως εξαρτάται και από τις διαθέσεις όσων επιθυμούν να πάρουν τις αποστάσεις τους από το Μέγαρο Μαξίμου. Την ίδια στιγμή όμως είναι αισθητό ότι μια μερίδα βουλευτών της ΝΔ θα αναζητήσει στο προσεχές διάστημα σαφέστερα δεξιά διαπιστευτήρια, με κύριο γνώμονα και επιδίωξη την εκλογή.