Η προσέλευση στις κάλπες της προηγούμενης Κυριακής κινήθηκε στα χαμηλότερα επίπεδα της μεταπολιτευτικής εκλογικής ιστορίας της χώρας μας με ποσοστό συμμετοχής 41,4% επί των εγγεγραμμένων και με αριθμό ψηφοφόρων που μόλις ξεπέρασε τα 4 εκατομμύρια. Η αμέσως χειρότερη προηγούμενη επίδοση ήταν πάλι σε ευρωεκλογές, το 2009, όταν η συμμετοχή κατεγράφη στο 52,5% και ο αριθμός των ψηφοφόρων ξεπέρασε τότε τα 5.200.000.
Μεγαλύτερη αποχή από Δεξιά, Κεντροδεξιά
Μια τόσο μεγάλη υποχώρηση στη συμμετοχή (περίπου 1,2 εκατ. ψηφοφόροι λιγότεροι πήγαν τώρα στις κάλπες συγκριτικά με τις εκλογές του Ιουνίου του 2023) δεν θα μπορούσε παρά να είναι γενικευμένη και να μειώνει τα απόλυτα μεγέθη των ψηφοφόρων σε όλες τις κοινωνικοδημογραφικές και ιδεολογικοπολιτικές κατηγορίες. Από τα exit polls των δύο τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων προκύπτουν ενδιαφέρουσες συγκρίσεις.
Εξετάζοντας τη συμμετοχή με βάση την κατανομή των ψηφοφόρων στην κλίμακα Αριστεράς – Δεξιάς, προκύπτει ότι η μεγαλύτερη υποχώρηση της συμμετοχής σημειώθηκε μεταξύ όσων αυτοτοποθετούνται στην Κεντροδεξιά (263 χιλιάδες ψηφοφόροι λιγότεροι) και στη Δεξιά (258 χιλιάδες ψηφοφόροι λιγότεροι). Επιπλέον, η σύγκριση ψήφου με βάση την κλίμακα Αριστεράς – Δεξιάς δείχνει ότι η Νέα Δημοκρατία υποχώρησε στην Κεντροδεξιά 14 ποσοστιαίες μονάδες και στη Δεξιά 12. Αρα η μεγάλη υποχώρηση της εκλογικής επιρροής της συνετελέσθη στον «πυρήνα» της υποστήριξής της, στην Κεντροδεξιά.
Αλλά και στον χώρο όσων αυτοτοποθετούνται στο Κέντρο η υποχώρησή της ήταν μεγάλη, αφού από το 36% που συγκέντρωσε στις βουλευτικές εκλογές του 2013 κινήθηκε τώρα στο 22%. Επιπλέον εδώ είχαμε και μια ποιοτική μεταβολή, με την έννοια ότι η υποχώρηση της ΝΔ συνοδεύτηκε και από την ανάκτηση του προβαδίσματος στον χώρο αυτόν από το ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ, που κατέγραψε ποσοστό 31%. Στον πίνακα παρουσιάζονται αναλυτικά οι εκλογικές επιδόσεις των κομμάτων στην κλίμακα Α-Δ.
Η ηλικιακή «ακτινογραφία»
Βέβαια η μεγάλη διαφοροποίηση στη συμμετοχή ήταν ηλικιακή. Γνωρίζαμε εδώ και χρόνια ότι η συμμετοχή των νέων στις κάλπες είναι περιορισμένη και η κάλπη της περασμένης Κυριακής επιβεβαίωσε αυτή την υστέρηση. Ωστόσο, ήρθε να προσθέσει ένα νέο φαινόμενο, που ήταν η τεράστια πτώση συμμετοχής στις παραγωγικές ηλικίες και ειδικότερα στην ηλικιακή ομάδα 35 έως 54 ετών, όπου η μείωση ξεπέρασε τους 650 χιλιάδες ψηφοφόρους. Σε συνδυασμό με την περαιτέρω μείωση της συμμετοχής στις νεότερες γενιές, βρισκόμαστε πλέον μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα: πάνω από ένας στους δύο ψηφοφόρους των ευρωεκλογών (53%) ήταν ηλικίας άνω των 55 ετών.
Αν υπάρχει λοιπόν ένα βασικό συμπέρασμα για την κορυφαία δημοκρατική διαδικασία που είναι οι εκλογές, αυτό είναι ότι η απόσταση των πολιτών (ιδίως των νεότερων) από τις κάλπες και κατ’ επέκταση από το πολιτικό σύστημα μεγαλώνει. Η εκλογική διαδικασία μοιάζει να είναι «ντεμοντέ». Να αφορά πλέον κατά βάση τις κατηγορίες των ηλικιωμένων, που εκτός των άλλων βρίσκονται στην πλειονότητά τους εκτός παραγωγής και ζουν από τη σύνταξή τους ή από τους λιγοστούς πόρους που έχουν συσσωρεύσει στην παραγωγική τους ηλικία – εξ ου και έχουν μια αίσθηση «εξάρτησης» από το κράτος και το πολιτικό σύστημα, το οποίο εξάλλου, όπως έδειξαν και τα χρόνια των κρίσεων, δεν το έχει και σε πολύ να αθετήσει δεσμεύσεις παροχών και προστασίας που έχουν αναληφθεί στο παρελθόν. Πολλοί λένε λοιπόν ότι πάψαμε να φροντίζουμε τη δημοκρατία. Και αναρωτιέται κανείς βλέποντας τα αποτελέσματα αυτά: Μήπως πάψαμε και να την αγαπάμε;
Ο κύριος Στράτος Φαναράς είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Metron Analysis SA.