Αίφνης η σχεδόν αδιάφορη και άγονη μέχρι πρότινος εγχώρια πολιτική σκηνή λαμπάδιασε. Ηρκεσαν μια δημοσκόπηση, ένα πρωτοσέλιδο και μια πρόταση μομφής για να πάρει φωτιά ο ξερός ο κάμπος. Και βεβαίως η χαίνουσα πληγή των Τεμπών, του τραγικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος που πριν από έναν χρόνο κόστισε τη ζωή 57 συμπολιτών μας, νέων στην πλειονότητά τους.
Τα όσα αποκάλυψε «Το Βήμα της Κυριακής» για τη μονταζιέρα που δούλεψε τις πρώτες ώρες μετά το τραγικό συμβάν προκειμένου να αποδοθεί πλήρως η ευθύνη σε ανθρώπινο λάθος και να αμβλυνθούν οι δυσμενέστατες για την κυβέρνηση εντυπώσεις κλόνισαν τους πάντες. Ολοι έχουν μείνει με την απορία. Ποιος προέβη στο μοντάζ; Ποιος παρέδωσε το ηχητικό σε συγκεκριμένο μέσο ενημέρωσης; Ορισμένοι διερωτώνται μήπως αλλοιώθηκε το υλικό μετά την παραλαβή. Οι δικαστικές αρχές οφείλουν, αν μη τι άλλο, να διερευνήσουν και να διαπιστώσουν την αλήθεια.
Οπως και να έχει πάντως, οι περισσότεροι αιφνιδιάστηκαν από τον τρόπο που αντέδρασε η κυβέρνηση στην αποκάλυψη και από την οξύτητα και την εχθρότητα που εξέπεμψαν τα μέλη της.
Αναζητώντας τη… συνωμοσία
Ανώτερα κυβερνητικά στελέχη που ρωτήθηκαν για τις αψυχολόγητες υπεραντιδράσεις και τις κατηγορίες που εκτόξευσαν εναντίον «οικονομικών συμφερόντων», τα οποία υποτίθεται υπονομεύουν τη χώρα και θέλουν να ρίξουν την κυβέρνηση, δεν έκρυψαν ότι αυτές «ήταν αποτέλεσμα αξιολόγησης αλληλουχίας των γεγονότων που εξελίχθηκαν τις προηγούμενες μέρες».
Μάλιστα όταν στη συνέχεια ρωτήθηκαν ποια είναι αυτά τα γεγονότα και ποια η αλληλουχία τους, δεν δίστασαν να περιγράψουν, σχεδόν συνωμοσιολογικά, τα παρακάτω: «Πρώτα ήλθε η δημοσκόπηση της Metron Analysis που έδειχνε ταχεία φθορά της κυβέρνησης εν όψει των επερχόμενων ευρωεκλογών, ακολούθησε το πρωτοσέλιδο του «Βήματος της Κυριακής» για τη μονταζιέρα αλλοίωσης των συνομιλιών στις πρώτες ώρες μετά το τραγικό δυστύχημα και καπάκι ήλθε η κατάθεση πρότασης μομφής από τον Ανδρουλάκη να διαμορφώσει σε εμάς την πεποίθηση ότι εξελίσσεται επιχείρηση καταβύθισης της κυβέρνησης».
Στις πολλές ενστάσεις ότι αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα και δεν είναι ικανά ούτε επαρκή να δικαιολογήσουν τις κατηγορίες ότι η κυβέρνηση δήθεν καταδιώκεται από ισχυρά οικονομικά συμφέροντα δεν υπήρξαν στέρεες απαντήσεις, παρά αναφορές σε άλλες πολιτικές περιόδους και ειδικώς στον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος, κατ’ αυτούς, υπήρξε «μετρ» στη μετάθεση ευθυνών στα όποια «συμφέροντα» όποτε οι κυβερνήσεις του αμφισβητούνταν για τα πεπραγμένα τους.
Μετάθεση ευθυνών
Η συνέχεια ωστόσο απεδείχθη αποκαρδιωτική. Η μετάθεση ευθυνών σε δήθεν υπονομευτικά συμφέροντα που διεκδικούν την πτώση της κυβέρνησης κατέπεσε εν ριπή οφθαλμού. Ο κ. Μητσοτάκης απέστειλε δύο από τους κοντινότερους των συνεργατών του, τον υπουργό Επικρατείας κ. Παπασταύρου και τον υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ κ. Μπρατάκο προκειμένου να μεταφέρουν τις απόψεις και τις ενστάσεις του για τη μονταζιέρα. Τους οποίους όμως απέπεμψε στη συνέχεια, τους θυσίασε στην κυριολεξία, κατά τρόπο βάναυσο στη διάρκεια της συζήτησης για την πρόταση δυσπιστίας του κ. Ανδρουλάκη στη Βουλή, υιοθετώντας ψευδείς αναφορές ανυπόληπτων ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης, επειδή απλούστατα αποδομήθηκε το επιχείρημα περί οικονομικών συμφερόντων και προφανώς για να προστατευθεί ο ίδιος.
Κατά βάση, η κυβέρνηση και ο τελών υπό πίεση Πρωθυπουργός από τις πολλές αμφισβητήσεις και ιδιαιτέρως από την απαίτηση των πενθουσών οικογενειών για πλήρη αποκάλυψη των ευθυνών του τραγικού δυστυχήματος των Τεμπών, κατέφυγε, κατά τη συνήθη πρακτική πολλών κυβερνήσεων, στην ανάδειξη υποτιθέμενου «εσωτερικού εχθρού». Απεδείχθη ότι η χαροκαμένη μάνα κυρία Καρυστιανού υπήρξε πολύ αποτελεσματική στη διεκδίκηση της αλήθειας, κλόνισε τις κυβερνητικές αφηγήσεις για τα Τέμπη και επειδή δεν μπορούσαν να στραφούν εναντίον της, κατασκεύασαν την εκδοχή των «συμφερόντων».
Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Και στο σκάνδαλο των υποκλοπών υπεύθυνοι ήταν οι άλλοι και όχι οι επιλεγέντες από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, που οργάνωσαν και διεκπεραίωσαν την όλη επιχείρηση παρακολούθησης των πάντων, υπουργών, κυβερνητικών στελεχών, αρχηγών αντιπολιτευόμενων κομμάτων, επιχειρηματιών, δημοσιογράφων και του αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων συμπεριλαμβανομένου!
Και στο θέμα της διαρροής προσωπικών δεδομένων με πρωταγωνίστρια την κυρία Ασημακοπούλου οι άλλοι φταίνε που υποτίθεται θέλουν να υπονομεύσουν τη «σπουδαία» μεταρρύθμιση της επιστολικής ψήφου. Και στο θέμα των ιδιωτικών πανεπιστημίων επίσης πάλι τα μέσα ενημέρωσης και τα συμφέροντα, που συντονίζονται με αντιπολιτευόμενα κόμματα, ευθύνονται για την όποια αμφισβήτηση του όλου εγχειρήματος, που θέτει υπό αίρεση τη δωρεάν δημόσια ανώτατη εκπαίδευση, μια από τις ισχυρότερες κοινωνικές κατακτήσεις των μεταπολεμικών χρόνων.
Υπεράνω κριτικής
Ολα τα παραπάνω επιβεβαιώνουν την εκτίμηση ότι ο κ. Μητσοτάκης διακρίνεται από μια αριστοκρατικού τύπου αντίληψη για την πολιτική. Πιστεύει ότι αυτός και οι συνεργάτες του κατέχουν την απόλυτη αλήθεια, ότι ο ίδιος υπερίπταται των πάντων, ότι είναι ο καλύτερος και μόνος εγγυητής των εθνικών και λαϊκών συμφερόντων και απαιτεί από όλους να τον υπηρετούν αδιαμαρτύρητα, να προσφέρουν γην και ύδωρ, χωρίς ενστάσεις και αμφισβητήσεις, ωσάν να πρόκειται για αδιαμφισβήτητο, σχεδόν ελέω Θεού, μονάρχη.
Εμφανώς πια έχει αλλεργία στην κριτική, δεν αναγνωρίζει στα μέσα ενημέρωσης το δικαίωμα να ελέγχουν την εξουσία, να ερευνούν και να αποκαλύπτουν τα κακώς κείμενα, δεν φαντάζεται καν ότι εκεί έξω μπορεί να υπάρχουν μη εξαγοράσιμοι δημοσιογράφοι, που δεν διεκδικούν τίποτε άλλο πέρα από την ελευθερία τους να εργάζονται απερίσπαστοι.
Ειδικά για το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών έκανε και κάνει ό,τι περνά από το χέρι του προκειμένου να αμβλυνθούν οι δυσμενέστατες για τον ίδιο και την κυβέρνησή του εντυπώσεις και να μην αποδοθούν οι αναλογούσες ευθύνες.
Καταγγέλλει τους προηγούμενους για τις καθυστερήσεις στην εκτέλεση της περιβόητης σύμβασης 717, αλλά αποκρύπτει τους πραγματικούς λόγους που δεν επέτρεψαν ούτε στην κυβέρνησή του και στον προστατευόμενο από τον ίδιο Κώστα Καραμανλή να ολοκληρώσει το έργο της τηλεδιοίκησης.
Παραλείπει συστηματικά επίσης να αναφερθεί στα διαρθρωτικά προβλήματα των ελληνικών σιδηροδρόμων, παρότι επικαλείται τις διαχρονικές αδυναμίες και ευθύνες. Και αυτό γιατί απλούστατα γνωρίζει ότι και με δική του ευθύνη και της παράταξης που ηγείται, ο ΟΣΕ είναι καταχωρημένος στη συνείδηση των πολλών ανθρώπων ως ο πιο λεηλατημένος δημόσιος οργανισμός της χώρας. Επί των τρένων και των γραμμών ασκήθηκαν επί δεκαετίες οι χειρότερες των πολιτικών, συνδικαλιστικών και επιχειρηματικών δυνάμεων.
Τα πάθη των σιδηροδρόμων
Κατά καιρούς έχουν αποκαλυφθεί σημεία και τέρατα. Ποιος έχει ξεχάσει τον ανεκδιήγητο έτερο πρωθυπουργικό εξάδελφο υπουργό Μεταφορών που κατέληξε να μην πληρώνει τα τέλη κυκλοφορίας και έφθασε να παραποιεί τις πινακίδες του πολυτελούς αυτοκινήτου του για να κυκλοφορεί τζάμπα. Ποιος ξεχνά τα διοικητικά και συνδικαλιστικά παραμάγαζα που μέχρι και δικά τους βαγόνια είχαν αποκτήσει προκειμένου να εκτελούν ιδιωτικό μεταφορικό έργο επί των γραμμών του ΟΣΕ. Ακόμη και παράνομες γραμμές είχαν ανακαλυφθεί στη Βόρεια Ελλάδα, όπου τα τρένα αίφνης χάνονταν εξερχόμενα του επίσημου δικτύου προκειμένου να εξυπηρετήσουν λαθρεμπορικά φορτία και να πάνε σε ασφαλείς προορισμούς.
Κακά τα ψέματα, ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του βαρύνονται επειδή δεν έπραξαν τα δέοντα. Οι ελληνικοί σιδηρόδρομοι παρέμειναν και επί των πολλών πια ημερών του δέσμιοι συστηματικής κακοδιοίκησης και διεφθαρμένων πρακτικών. Το δυστύχημα των Τεμπών είχε καταστεί, εξαιτίας της ανημποριάς και της αντιμεταρρυθμιστικής δράσης, αναπότρεπτο. Οπως λειτουργούσαν οι συρμοί επί των συγκεκριμένων γραμμών κάποια στιγμή θα συνέβαινε ένα τραγικό δυστύχημα, σαν κι αυτό των Τεμπών. Ηταν μαθηματικώς βέβαιον. Και υπεύθυνα για την αναπότρεπτη εξέλιξη είναι τα συμφέροντα εντός του κόμματος και της κυβέρνησής του και όχι εκείνα που κατηγορεί ότι δήθεν υπονομεύουν τη διακυβέρνησή του.
Ο κ. Μητσοτάκης είναι, χωρίς αμφιβολία, πολλαπλώς εκτεθειμένος και όσο υπεκφεύγει, μην αφήνοντας την αλήθεια να λάμψει, θα πληγώνεται και θα φθείρεται ολοένα και περισσότερο..