Αντιμέτωπος με τις «μαύρες τρύπες» του κράτους, τα ελλείμματα στην οργάνωση της δασοπροστασίας αλλά και τις επείγουσες ανάγκες προετοιμασίας εν όψει των συνεπειών των πυρκαγιών κατά τη χειμερινή περίοδο βρίσκεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο Πρωθυπουργός παρακολούθησε τις τελευταίες εβδομάδες τις διαρκείς επιχειρήσεις κατάσβεσης των πυρκαγιών σε ολόκληρη τη χώρα. Διαπίστωσε ότι παρά τις προσπάθειες αναδιοργάνωσης της πολιτικής προστασίας τα τελευταία δύο χρόνια, απαιτούνται νέες παρεμβάσεις και προσαρμογές και κατά πληροφορίες ετοιμάζεται για κάποιες ανακοινώσεις στο αμέσως προσεχές διάστημα.
Εξαγγελίες στη Βουλή και στη ΔΕΘ
Κατά πάσα βεβαιότητα αυτές θα γίνουν στην προ ημερήσιας διάταξης συζήτηση στη Βουλή, η οποία αναμένεται να οριστεί εντός της εβδομάδας και να διεξαχθεί πριν από τη μετάβαση του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Θεσσαλονίκη για τα εγκαίνια της ΔΕΘ και την ομιλία του εκεί.
Κατά τα όσα μεταφέρονται δε από το Μέγαρο Μαξίμου, η εφετινή παρέμβαση του Πρωθυπουργού θα περιλαμβάνει πολλές εξαγγελίες στο πεδίο της αναδιοργάνωσης των μηχανισμών πρόληψης, δασοπροστασίας, αλλά και των υπηρεσιών στα πεδία της δημόσιας ασφάλειας και της πολιτικής προστασίας.
Προς το παρόν, πάντως, οι ίδιες πηγές από το πρωθυπουργικό περιβάλλον διαψεύδουν τη φημολογία σχετικά με τις αλλαγές σε πρόσωπα ή τις απομακρύνσεις υπουργών στα δύο αυτά κρίσιμα πεδία. Την ίδια στιγμή, ο πρώην υφυπουργός Περιβάλλοντος Γιώργος Αμυράς έχει οριστεί σύμβουλος του Πρωθυπουργού για τα σχετικά θέματα και σε αυτή τη φάση του έχει ανατεθεί η εκπόνηση ενός σχεδίου για το δάσος της Δαδιάς.
Εν όψει της συζήτησης στη Βουλή, η κυβέρνηση προετοιμάζεται για την έντονη κριτική από την πλευρά της αντιπολίτευσης, γνωρίζει όμως ότι κατά μείζονα λόγο απέναντί της βρίσκονται ο προβληματισμός των πολιτών και το αίσθημα απογοήτευσης λόγω της αναποτελεσματικότητας κρίσιμων κρατικών δομών. Υπό αυτή την έννοια, η «μάχη με το βαθύ κράτος», την οποία έχει προαναγγείλει ο Πρωθυπουργός, προσλαμβάνει ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα και μετατρέπεται σε ένα πεδίο διαρκούς δοκιμασίας για την κυβέρνηση.
Μια πρώτη δέσμη παρεμβάσεων αναμένεται, κατά τα όσα αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, στην επικαιροποίηση του σχεδίου «Αιγίς», το οποίο εκπονήθηκε έπειτα από τις προηγούμενες καταστροφικές πυρκαγιές του 2021. Στο επίκεντρο βρίσκεται η διαπίστωση ότι απαιτείται ένα διαφορετικό επιχειρησιακό σχέδιο και ειδικότερα στο πεδίο της πρόληψης, επιτήρησης και δράσης για τη διαχείριση – πρωτίστως – των περιαστικών δασών. Η εμπειρία της Πάρνηθας, σε συνέχεια εκείνης της Βαρυμπόμπης πριν από δύο χρόνια, έχει φανερώσει ότι ένα συνολικότερο σχέδιο απαιτείται και μια νέα οργάνωση είναι αναγκαία.
Το αγκάθι με τους δήμους
Στο πεδίο της καταστολής και της αντιμετώπισης των πυρκαγιών, οι αρμόδιες πηγές αναφέρουν ότι τα πτητικά μέσα θα ενισχυθούν, πρωτίστως με την προμήθεια ελικοπτέρων, τα οποία έχει διαπιστωθεί ότι είναι στις περισσότερες περιπτώσεις αποτελεσματικότερα από τα αεροσκάφη.
Μιλούν επίσης στην κυβέρνηση για μια επανεξέταση της αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων και ενδεχομένως μια αναδιοργάνωση της δασικής υπηρεσίας, τη δημιουργία εξειδικευμένων σωμάτων δασοπυρόσβεσης και, σε κάθε περίπτωση, τον εκσυγχρονισμό των συστημάτων επιτήρησης και παρακολούθησης δασικών εκτάσεων και την ενεργότερη, συντονισμένη εμπλοκή των κατά τόπους δημοτικών αρχών.
Στόχος του Πρωθυπουργού στην παρούσα συγκυρία και εν όψει της συζήτησης στη Βουλή είναι να αποφύγει την ανούσια πολιτική αντιπαράθεση και στον βαθμό που κάτι τέτοιο καταστεί δυνατόν, να εξευρεθεί ένας ελάχιστος κοινός παρονομαστής μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων για τα ζητήματα της διαχείρισης των δασικών εκτάσεων, της πρόληψης και επιτήρησης και της συνολικής οργάνωσης της πολιτικής προστασίας.
Ο φόβος της αδράνειας
Στην κυβέρνηση γνωρίζουν ότι η επόμενη δοκιμασία δεν θα αργήσει. Με το τέλος του καλοκαιριού και εν όψει του φθινοπώρου και του χειμώνα, η ανησυχία στρέφεται στις βροχοπτώσεις και στους κινδύνους πλημμυρών και άλλων φαινομένων, τα οποία προεξοφλούνται ως συνέπειες των πυρκαγιών των τελευταίων ετών. Ο προβληματισμός εν όψει αυτών γίνεται ακόμη μεγαλύτερος, καθώς οι περισσότερες δημοτικές και περιφερειακές αρχές θα έχουν στραμμένο το ενδιαφέρον τους στις αυτοδιοικητικές εκλογές, με ορατό τον κίνδυνο της αδράνειας των μηχανισμών.