Οι εσωκομματικές εκλογές του ΠαΣοΚ είναι αλήθεια ότι προκάλεσαν ευρύτερο ενδιαφέρον στην ελληνική κοινωνία, κινητοποίησαν πάνω από 300.000 πολίτες, αλλά ουδείς μπορεί να υποστηρίξει ότι τα αποτελέσματά τους προκάλεσαν πολιτικό σεισμό στη χώρα.
Οποιο και αν είναι το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου, ουδείς πια πιστεύει ότι θα εγερθεί η ελληνική κοινωνία, θα συνταχθεί μαζικά με τον νέο ηγέτη και θα διαμορφώσει περιβάλλον ισχυρής αντιπολίτευσης, ικανής να διεκδικήσει σύντομα με αξιώσεις την εξουσία στη χώρα. «Μια από τα ίδια» είπαν ορισμένοι.
Η εξελίξεις στην Κεντροαριστερά
Ούτε ο κ. Ανδρουλάκης, πολύ περισσότερο ο κ. Δούκας, δεν δύνανται να αλλάξουν με ταχύτητα την πορεία των πολιτικών πραγμάτων στη χώρα. Ο μεν πρώτος δύσκολα θα απαλλαγεί από τη λογική των μικρών βημάτων που όρισε την ηγεσία του τα προηγούμενα δυόμισι χρόνια, ο δε δεύτερος μοιάζει υπονομευμένος από την άρνηση των Αθηναίων να υποστηρίξουν μαζικά τον δήμαρχό τους.
Στον άλλο πόλο της αριστερής αντιπολίτευσης, στη ζώνη του ΣΥΡΙΖΑ, τα φαινόμενα είναι διαλυτικά. Οσο περνά ο καιρός η διεκδίκηση της ηγεσίας παραπέμπει σε ριάλιτι κακής ποιότητας που απομακρύνει και δεν κινητοποιεί. Κοινή είναι η πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει ξανά στο περιθώριο της πολιτικής ζωής, από όπου ξεπήδησε σε εκείνες τις συνθήκες της πολιτικής παραζάλης που έφεραν η κρίση χρέους και η οικονομική κατάρρευση που τη συνόδευσε.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι συνεχείς είναι εσχάτως οι συσκέψεις και οι συναντήσεις του κ. Μητσοτάκη με υπουργούς και τους στενότερους των συνεργατών του με αντικείμενο τη διαχείριση των πολλαπλών πιέσεων και της διάβρωσης της εκλογικής επιρροής που προκαλούν.
Δεν χωρεί αμφιβολία έτσι όπως εξελίσσεται το μαλλιοτράβηγμα στον ΣΥΡΙΖΑ ότι η Αριστερά θα χρειαστεί πολλά-πολλά χρόνια για να διεκδικήσει ξανά με αξιώσεις την εξουσία στη χώρα. Είναι τέτοια η φθορά που δεν αφήνει περιθώρια για οτιδήποτε άλλο.
Τούτων δοθέντων και με δεδομένη τη συντηρητική στροφή στην Ευρώπη, οι ελληνικές πολιτικές εξελίξεις δεν θα διαμορφωθούν στην ευρύτερη ζώνη της Κεντροαριστεράς και της Αριστεράς. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι τα περισσότερα θα κριθούν στην άλλη ζώνη, σε αυτή της φιλελεύθερης Κεντροδεξιάς και της ανερχόμενης εθνικιστικής λαϊκιστικής και συνωμοσιολογικής Ακροδεξιάς.
Η αντιμετώπιση των πιέσεων
Ο κ. Μητσοτάκης μετά τα εκλογικά αποτελέσματα στις εσωκομματικές εκλογές του ΠαΣοΚ θα συνεχίσει μεν κατά τα φαινόμενα να λεηλατεί το Κέντρο, αλλά θα δέχεται πολλαπλές πιέσεις τόσο από τις λαϊκο-φιλελεύθερες εσωκομματικές δυνάμεις, όπως δηλώνουν οι κινήσεις μερίδας βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας, που ανταποκρίνονται στα πολλά νεύματα αποδοκιμασίας της κυβέρνησης από τους δύο πρώην πρωθυπουργούς, κ.κ. Καραμανλή και Σαμαρά, όσο και από τον διευρυνόμενο κύκλο της λαϊκιστικής Ακροδεξιάς. Επισήμως η κυβέρνηση υποβαθμίζει αυτές τις πιέσεις.
Ορισμένες δημοσίως τις αγνοεί και άλλες τις αντιμετωπίζει απαξιωτικά. Ωστόσο εσωτερικά περισσεύουν οι ανησυχίες και οι αναζητήσεις. Πληροφορίες αναφέρουν ότι συνεχείς είναι εσχάτως οι συσκέψεις και οι συναντήσεις του κ. Μητσοτάκη με υπουργούς και τους στενότερους των συνεργατών του με αντικείμενο ακριβώς τη διαχείριση των πολλαπλών πιέσεων και της διάβρωσης της εκλογικής επιρροής που προκαλούν.
Πολλοί είναι εκείνοι που περιορίζουν την αναζήτηση σε δεξιές στροφές και αναπροσαρμογές των κρίσιμων πολιτικών. Ωστόσο η αλήθεια είναι ότι η αναζήτηση λαμβάνει ευρύτερες διαστάσεις.
Υπουργοί σημειώνουν ότι όσα λέγονται και γράφονται περί δεξιάς ή αριστερής στροφής είναι αβάσιμα και πως ο μόνος τρόπος να ξεφύγει η κυβέρνηση από τον κλοιό των πολλαπλών πιέσεων είναι να αντιμετωπίσει κατά τρόπο αποτελεσματικό τα πολλαπλά προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας.
Η όλη αναζήτηση εκκινεί από συγκεκριμένες διαπιστώσεις για τα πενηντάχρονα της Μεταπολίτευσης. Ο κύκλος του κ. Μητσοτάκη έχει καταλήξει ότι πέραν της αδιαμφισβήτητης προόδου στη διάρκεια της μακράς μεταπολίτευσης, καταγράφηκαν και σοβαρές απώλειες. Εκτιμούν ότι η ελληνική κοινωνία όλα τα προηγούμενα χρόνια εγκατέλειψε βαθμιαία αρχές και αξίες που την καθιστούσαν συνεκτική και οργανωμένη, έχασε τις πειθαρχίες που καθοδηγούσαν τη συμπεριφορά της και μαζί αρνήθηκε σε πλήθος δραστηριοτήτων τις έννοιες της ιεραρχίας και της συμμόρφωσης απέναντι στους νόμους.
«Οταν οι δάσκαλοι και οι καθηγητές χάνουν τον έλεγχο των τάξεων στα σχολεία της χώρας προφανώς υποχωρεί και η εκπαιδευτική διαδικασία» υπογραμμίζει ένας εκ των συνομιλητών του κ. Μητσοτάκη και εκθειάζει την αποδοχή που είχε η πρωτοβουλία του υπουργού Παιδείας κ. Κυριάκου Πιερρακάκη για την απαγόρευση των κινητών τηλεφώνων στις σχολικές αίθουσες.
Ο ίδιος υποστήριζε ότι η απαγόρευση πρέπει να είναι ολοκληρωτική ώστε το μάθημα να εξελίσσεται ομαλά χωρίς αποστασιοποιήσεις και τα διαλείμματα επίσης να ευνοούν την κοινωνικοποίηση των μαθητών και όχι τις εντάσεις και τις βιαιοπραγίες. Αντιστοίχως τα φαινόμενα βίας στους αθλητικούς χώρους επιβάλλεται να πάψουν, η ιεραρχία να αποδοθεί ξανά στο κράτος και στη Δημόσια Διοίκηση και γενικώς να υπάρξουν πολιτικές που θα οδηγούν σε ανάκτηση των χαμένων αξιών και πειθαρχιών που προκάλεσε η αντι-αυταρχική κουλτούρα της μεταπολίτευσης.
Το πολιτικό σχέδιο
Γενικώς στην κυβέρνηση πιστεύουν ότι η ελληνική κοινωνία πάσχει και χρειάζεται γενναίες πολιτικές συνολικής ανασύνταξης και αναγέννησης. Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, εκπονείται συγκεκριμένο πολιτικό σχέδιο προς αυτή την κατεύθυνση. Ηδη οργανώνεται ο συντονισμός των υπουργείων ώστε να επιλεγούν οι ζώνες, οι πολιτικές και τα μέτρα που θα τις συνοδεύουν.
Λέγεται μάλιστα ότι της όλης προσπάθειας θα ηγηθεί προσωπικά ο Πρωθυπουργός. Μένει να δούμε βεβαίως πόσο πραγματικά θα αντιμετωπίσει τις κοινωνικές ανάγκες και δεν θα εξελιχθεί σε μια τυπική συντηρητική στροφή προς αντιμετώπιση των πολλαπλών πιέσεων που δέχεται η κυβέρνηση από τον κύκλο της λαϊκιστικής εθνικιστικής Ακροδεξιάς.