Υπάρχει ένα «Λαϊκό Μέτωπο», ένα ιδεώδες για τον χώρο της Αριστεράς ή ένα άγκιστρο για να σταματήσει ο κατήφορος, μόνο που, όπως συμβαίνει συχνά, τα λόγια είναι ευκολότερα από την πράξη. Διότι στην πραγματικότητα, όπως ομολογεί αυθόρμητα παλαιό στέλεχος του χώρου αυτού, «κανένας δεν θέλει κανέναν» και το δηλώνουν. Προς τι τότε τα καλέσματα για συνεργασία ΠαΣοΚ, ΣΥΡΙΖΑ, Νέας Αριστεράς και άλλων προοδευτικών δυνάμεων εν είδει Λαϊκού Μετώπου.
Παρά τις αρνήσεις και τις οχυρώσεις των κομμάτων που καθιστούν αδύνατη έστω και την έναρξη ενός προκαταρκτικού διαλόγου, το πολυδιαφημισμένο Λαϊκό Μέτωπο φαίνεται ότι θα πεθάνει μετά την ελπίδα που πεθαίνει τελευταία. Στο μεταξύ, η Πλεύση Ελευθερίας, το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου, παγιώνεται στη δεύτερη θέση σε όλες τις δημοσκοπήσεις του τελευταίου διαστήματος.
Φρένο στα σενάρια
Οσα έγιναν τις τελευταίες ημέρες, με επίκεντρο την προ ημερών συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής της Νέας Αριστεράς στην οποία απορρίφθηκε η συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ, έβαλαν προσωρινό φρένο σε όποια σενάρια κυοφορούνταν για τη συγκρότηση ευρύτερου μέτωπου έναντι της ΝΔ. Οχι ότι η Κουμουνδούρου έτρεφε μεγάλες προσδοκίες, γνωρίζοντας καλά την ιδιοσυγκρασία των πρώην συντρόφων της και έχοντας φάει πόρτα πολλές φορές από το ΠαΣοΚ.
Συνεπώς, προς το παρόν, δεν υπάρχει καμία προοπτική συμπόρευσης τουλάχιστον των τριών κομμάτων, αν και η συνεννόηση σε κάποια βασικά ζητήματα σε κοινοβουλευτικό επίπεδο δεν έχει αποκλειστεί.
«Οι κομματικές γραφειοκρατίες δεν θέλουν να προχωρήσει οποιαδήποτε μορφή συνεννόησης» σχολίαζε πρόσωπο με διαδρομή στο ΠαΣοΚ και στον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, που διατηρεί αποστάσεις από τη στρατηγική του προέδρου του κόμματος Σωκράτη Φάμελλου, σημείωνε την αδυναμία κατανόησης των συνθηκών και έλεγε με πίκρα: «Χάνουμε μια χρυσή ευκαιρία και κάνουμε ένα τεράστιο δώρο στην Κωνσταντοπούλου».
Η αναφορά περί «δώρου στην Κωνσταντοπούλου» ακούγεται όλο και περισσότερο τις τελευταίες ημέρες σε τμήματα του ΣΥΡΙΖΑ, αν και το ζήτημα αυτό δεν έχει εύκολη απάντηση. Επιπλέον, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει να απευθύνεται πλέον προς τους ψηφοφόρους και όχι στις ηγεσίες των όμορων κομμάτων.
Στέλεχη του ΠαΣοΚ και του ΣΥΡΙΖΑ συχνά αναρωτιούνται, βλέποντας τη δημοσκοπική πορεία των κομμάτων τους, μέχρι πότε θα έχουν την πολυτέλεια να βαδίζουν χώρια.
Ανοικτή γραμμή στελεχών
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», εδώ και κάποιο διάστημα υπάρχει ανοικτή γραμμή μεταξύ επώνυμων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ και κεντρικών παραγόντων του ΠαΣοΚ, ακόμα και ανθρώπων που συνομιλούν τακτικά με τον Νίκο Ανδρουλάκη. Η επιδίωξή τους είναι να ξεκινήσει τουλάχιστον ο διάλογος σε προγραμματικό πεδίο.
«Η συζήτηση όπως γίνεται είναι λάθος, αποπροσανατολιστική και δεν αφορά την κοινωνική βάση των κομμάτων. Μπορεί να ενδιαφέρει κάποια κεντρικά στελέχη ως προς την πολιτική τους επιβίωση. Αυτή η αγωνία όμως είναι αδιάφορη για την κοινωνία» έλεγε πρώην υπουργός των κυβερνήσεων του ΠαΣοΚ, ο οποίος προφανώς δεν συμμετέχει σε αυτή την προσπάθεια. Ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ δεν βρίσκεται καθόλου σε αυτή τη λογική και επιμένει στην αυτόνομη πορεία του κόμματός τους. Αρα, προσπάθειες όπως η παραπάνω γίνονται στο κενό.
Αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν ενστάσεις. «Οδηγήσαμε τη συζήτηση στο αν θα γίνει συγκόλληση σε επίπεδο κορυφής και αυτό ήταν εξαρχής καταστροφικό» σημειώνει στέλεχος του κόμματος, προσθέτοντας ότι κατά την άποψή του «οι διεργασίες πρέπει να ξεκινήσουν από κάτω προς τα πάνω».
Είναι εφικτό αυτό τώρα που οι ηγεσίες του ΠαΣοΚ και της Νέας Αριστεράς έχουν τοποθετηθεί αρνητικά; «Είναι εξαιρετικά δύσκολο» παρατηρεί πρόσωπο με γνώση των παρασκηνιακών συζητήσεων. Ο ίδιος προσθέτει και μια διάσταση που ίσως αποδειχθεί ενδιαφέρουσα προϊόντος του χρόνου. «Αυτή τη στιγμή», εξηγεί, «υπάρχει ένα δίκτυο σε όλη την Ελλάδα περίπου 500-600 ατόμων που προέρχονται από το ΠαΣοΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ και τα οποία συνομιλούν διαρκώς μεταξύ τους για διάφορα θέματα. Είναι πρόσωπα με κοινωνική και συνδικαλιστική παρουσία και με διασύνδεση στις τοπικές κοινωνίες στις οποίες δραστηριοποιούνται». Τι μπορεί να σημάνει αυτό πρακτικά; Εως τις αρχές του καλοκαιριού ενδεχομένως να υπάρξει ένα κείμενο που θα θέτει τις ηγεσίες των κομμάτων προ των ευθυνών τους και θα ζητούν να ξεκινήσει τουλάχιστον ο προγραμματικός διάλογος. Αν τελικώς συμβεί κάτι τέτοιο, και αναλόγως της έκτασης και της βαρύτητάς του, θα ασκηθεί πίεση στις ηγεσίες.
Ο Ν. Ανδρουλάκης, παρότι είναι ξεκάθαρος και μιλάει συνεχώς για την αυτόνομη πορεία του ΠαΣοΚ, έχει δεχθεί εισηγήσεις να γίνει πιο ελαστικό το κόμμα στο θέμα των συνεργασιών, αν και προς το παρόν δεν αναμένεται να αλλάξει στάση. Η δήλωσή του ότι η συγκόλληση κομμάτων μπορεί να μην είναι πράξη πρόσθεσης αλλά αφαίρεσης είναι χαρακτηριστική των απόψεών του και οι συνεργάτες του επιμένουν ότι δεν μπορούν να συνεργαστούν κόμματα με διαφορετικές θέσεις, απόψεις και εσωτερική αρχιτεκτονική.
Το παιχνίδι των ευθυνών
Από την άλλη πλευρά, στον ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούν να ρίξουν τον «μουτζούρη» στο ΠαΣοΚ κυρίως, αλλά και στη Νέα Αριστερά, γιατί δεν προχωράει το Λαϊκό Μέτωπο. «ΠαΣοΚ και Νέα Αριστερά αποδείχθηκαν κατώτεροι των περιστάσεων» δήλωσε ο Σ. Φάμελλος στην προ ημερών συνεδρίαση του Εκτελεστικού Γραφείου του ΣΥΡΙΖΑ. Το ενδιαφέρον όμως σε αυτή τη φράση είναι το γεγονός ότι η Κουμουνδούρου για πρώτη φορά «βάζει στο ίδιο τσουβάλι», κατά την επισήμανση πρώην υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ, το ΠαΣοΚ και τη Νέα Αριστερά. Η εξήγηση είναι, όπως λένε έμπειρα στελέχη, ότι η πραγματική πρόθεση του κ. Φάμελλου ήταν να επιστρέψει η Νέα Αριστερά και να γίνει ξανά ο ΣΥΡΙΖΑ αξιωματική αντιπολίτευση και όχι να ανοίξει διάλογος με το ΠαΣοΚ. Αρα, ήθελε να ασκήσει πίεση στο αποσχισθέν κομμάτι του κόμματός του, ταυτίζοντας τις ευθύνες των δύο άλλων κομμάτων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, όμως, έχει να λύσει τα δικά του, πολύ σοβαρά ζητήματα προτού φτιάξει αντιπολιτευτικά μέτωπα. Σύμφωνα με πληροφορίες, γίνεται μεγάλη συζήτηση σε κομματικά στελέχη που είναι δυσαρεστημένα από τη στρατηγική της ηγεσίας να μη συμμετάσχουν στο συνέδριο του Ιουνίου. Σε αυτό το σκηνικό, αποκτά ενδιαφέρον η εκδήλωση στην οποία θα μιλήσουν οι Εφη Αχτσιόγλου, Χάρης Καστανίδης και Διονύσης Τεμπονέρας, ο οποίος, μαζί με τους Αντώνη Κοτσακά και Χάρη Τσιόκα, επιμένει ότι η λύση δεν είναι η συγκόλληση παραγόντων αλλά η πολιτική συμπόρευση με πλαίσιο θέσεων.
Από απόσταση παρακολουθεί τις εξελίξεις ο Αλέξης Τσίπρας, που επέστρεψε από τις ΗΠΑ χωρίς διάθεση να ηγηθεί, με βάση τα σημερινά δεδομένα, καμίας προσπάθειας ή κίνησης, όπως θα ανέμεναν διάφοροι σύντροφοί του. Δεν συζητεί ούτε το σενάριο ίδρυσης νέου φορέα, τουλάχιστον στην παρούσα φάση.