Με τις μάχες να μαίνονται στην Ανατολική Ουκρανία, τις δύο πλευρές να έχουν σημαντικές απώλειες και τις ειρηνευτικές πρωτοβουλίες να πέφτουν στο κενό, αυξάνονται τα ερωτήματα και ο διχασμός στη Δύση για το πώς θα μπορούσε να τελειώσει ο πόλεμος και τι θα συνιστούσε νίκη. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει ήδη συμπληρώσει τρεις μήνες και ο ρωσικός στρατός παραμένει επικεντρωμένος εδώ και εβδομάδες στο Ντονμπάς. Οι κρισιμότερες μάχες δίνονται σε μια περιοχή που περιλαμβάνει τρεις πόλεις-κλειδιά – Σλοβιάνσκ, Κραματόρσκ και Σιεβιεροντονέτσκ -, με την τελευταία να θεωρείται η «νέα Μαριούπολη». Οι Ρώσοι ακολουθούν τη γνωστή τακτική τού να ισοπεδώνουν όλα τα κτίρια της πόλης προτού στείλουν μέσα τον στρατό τους για να την καταλάβει. Από πολλές πηγές συνάγεται ότι ο ρωσικός στρατός, αν και μεγαλύτερος, έχει λιγότερους άντρες διαθέσιμους διότι η Ρωσία δεν έχει κηρύξει γενική επιστράτευση όπως η Ουκρανία. Αλλά και από την πλευρά των Ουκρανών προκύπτει το συμπέρασμα ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες – από τον πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι που κάλεσε τους Ουκρανούς να πολεμήσουν στο Ντονμπάς μέχρι τη συνέντευξη που έδωσαν ουκρανοί εθελοντές στη «Washington Post», οι οποίοι εγκατέλειψαν τη μάχη στην Ανατολική Ουκρανία και υποστηρίζουν ότι τους λείπει οπλισμός και εφόδια αλλά παρ’ όλα αυτά το Κίεβο τους στέλνει «για σφαγή». Ρωγμές στο μέτωπο της Δύσης Στον τέταρτο πλέον μήνα του πολέμου που διανύουμε, το μέτωπο της Δύσης εμφανίζει ρωγμές. Ο κυριότερος διαχωρισμός αφορά τον τελικό στόχο: οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία) επιθυμούν να μπει όσο το δυνατόν γρηγορότερα τέλος στον πόλεμο γιατί όσο παρατείνεται, τόσο αυξάνονται οι κίνδυνοι για την ευρωπαϊκή ασφάλεια και οικονομία, ενώ οι ΗΠΑ θα προτιμούσαν έναν παρατεταμένο πόλεμο που θα φθείρει τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Η διάσταση αυτή των απόψεων φαίνεται και από τις ενέργειες της περασμένης εβδομάδας: ενώ η Ιταλία υπέβαλε σχέδιο για άμεση εκεχειρία (το οποίο ήδη απέρριψε η Μόσχα), αμερικανοί αξιωματούχοι, όπως η πρεσβευτής στο ΝΑΤΟ Τζουλιάν Σμιθ, μιλούν για «στρατηγική ήττα της Ρωσίας» προκειμένου να μην μπορεί να ξαναεισβάλει σε άλλη χώρα. Ο Κίσιντζερ και οι διαφωνίες Το ζήτημα που σιγοβράζει τις τελευταίες εβδομάδες, όπως φαινόταν από δηλώσεις και διαρροές στον ευρωπαϊκό Τύπο, έφερε δυναμικά στο προσκήνιο ο Χένρι Κίσιντζερ με εξ αποστάσεως παρέμβασή του στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός. Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ κάλεσε το Κίεβο να αποδεχθεί εδαφικές απώλειες και την Ευρώπη να μην απομονώσει τη Ρωσία. Την άποψη αυτή ασπάζονται ευρωπαίοι ηγέτες όπως ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν και ο ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι για να διευκολυνθεί ο τερματισμός των εχθροπραξιών, όμως ηγέτες της Ανατολικής Ευρώπης αντιτίθενται στον τερματισμό του πολέμου με διπλωματικά μέσα (αντί με στρατιωτικά). Διάσταση απόψεων για το πώς θα τελειώσει ο πόλεμος υπάρχει και εντός Ουκρανίας. Ενώ ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι δηλώνει ότι ο στρατός θα πολεμά μέχρι να ανακαταλάβει τα εδάφη που κατέλαβε η Ρωσία άλλοι ουκρανοί αξιωματούχοι θέλουν την ανακατάληψη όλων των εδαφών που κατέχει η Ρωσία από το 2014, όπως την Κριμαία. Αντίστοιχα, στις ΗΠΑ, όπως το θέτει ανάλυση των «New York Times», «ενώ ο στόχος ήταν αρχικά να μην έχει η Ρωσία εύκολη νίκη, η κυβέρνηση είδε μια ευκαιρία να αποδυναμώσει τον Πούτιν, να ενισχύσει το ΝΑΤΟ και να στείλει ένα μήνυμα στην Κίνα».