Έχουμε μπει στις μέρες του καταναγκασμού της ευτυχίας. Πρέπει να περάσουμε καλά. Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, είναι ο δείκτης της χαράς μας, και ενίοτε και το πόσο καλά τα έχουμε καταφέρει με τη ζωή μας και με τους ανθρώπους.
Η ευχή θα έπρεπε να είναι «να είσαι εκεί που θέλεις, με αυτούς που θέλεις». Σε αυτό δεν τα έχουμε πάει και πολύ καλά. Μεγαλωμένοι όλοι μας με την υποχρεωτικότητα κάποιων συνευρέσεων, ορισμένα πράγματα είναι σαν τον Επιτάφιο τη Μεγάλη Παρασκευή, θα πας.
Τα γιορτινά τραπέζια λειτουργούν ως άλλοθι οικογενειακών δεσμών ή ως υπενθύμιση κοινών αναφορών. Συνήθως κάνουμε το «αγροτικό» μας το μεσημέρι και το απόγευμα βρισκόμαστε με τους φίλους μας, με την οικογένεια που επιλέξαμε.
Φυσικά, δεν είναι έτσι όλες οι σχέσεις, υπάρχουν οικογενειακοί δεσμοί που είναι και ενεργοί και απελευθερωτικοί, όμως αυτοί δεν χρειάζονται τις γιορτές για να αποδείξουν τίποτα. Υπάρχουν, είναι η φυσική ροή μας μέσα στους ανθρώπους, δίχως καμία υποχρέωση να μας ζορίζει. Κάποιες φορές μάλιστα ορισμένοι συγγενείς μπορεί να είναι παρόντες ακόμη κι όταν έχουμε να μιλήσουμε μήνες.
Νομίζω πως με τους σημαντικούς ανθρώπους της ζωής μας ισχύει ό,τι και με τα τραγούδια που αγαπάμε. Μπορεί να έχεις να ακούσεις μήνες ολόκληρους ένα αγαπημένο τραγούδι και όταν το ακούς ξαφνικά στο ραδιόφωνο πιστεύεις πως η τελευταία φορά που το άκουσες ήταν χθες.
Έτσι και με τους ανθρώπους. Έχεις να μιλήσεις έναν χρόνο με κάποιον, σε παίρνει τηλέφωνο και η πρώτη κουβέντα είναι «μπαίνει ένας τύπος σε ένα μπαρ…». Ξεκινάει με ανέκδοτο και σου ακούγεται απόλυτα φυσικό, σαν να έχετε να μιλήσετε από χθες.
Από κει και πέρα όμως πάντα υπάρχει το άγχος της απόδειξης της ευτυχίας, πρέπει να χαρούμε στις γιορτές, γιατί αυτό υπαγορεύει όλο το σκηνικό που αρχίζει να στήνεται από νωρίς.
Σαν να διαχωρίζουν οι γιορτές νικητές από χαμένους. Όπου χαμένοι όσοι δεν συμμετέχουν στο λαχάνιασμα της κατανάλωσης, όσοι δεν θα φάνε με πολλούς φίλους σε ένα στολισμένο σπίτι. Ξέρουμε πως δεν είναι έτσι, όλοι μας έχουμε περάσει και μοναχικές γιορτές, ξέρουμε ότι η ζωή δεν είναι κάτι τόσο στενό όσο οι συμβολισμοί. Αρρώστιες, ανέχεια, πένθος ή απλά έλλειψη διάθεσης για πολλούς ανθρώπους, έχουμε περάσει Πρωτοχρονιές που στο σπίτι ακουγόταν μόνο η τηλεόραση.
Έχουμε ανάγκη κάπου να σταματάμε στον χρόνο. Όλα έχουν αρχίσει να τρέχουν τόσο γρήγορα που δεν υπάρχει πια η στιγμή, δεν αποτυπωνόμαστε επάνω στον χρόνο μας, γινόμαστε αέρας. Θα φύγουν τα Χριστούγεννα και θα έρθουν οι Απόκριες, λες και δεν μεσολαβεί τίποτα ανάμεσά τους, σαν να μην υπάρχουν τόσες μέρες που πρέπει να γεμίσουν, μέρες μοναδικές που δεν επιστρέφουν.
Δεν υπάρχει τίποτα στο βάθος να μας περιμένει. Στο βάθος θα επιστρέψουμε στο μηδέν. Η αιωνιότητά μας είναι σήμερα και θέλει πάθος και αλήθεια. Δεν μπορεί να γεμίσει με κάτι άλλο και να αξίζει.
Αν η αλήθεια σου είναι να είσαι μόνος, κλείσ’ τα όλα, δεν χρειάζεται να ζυγιστείς με κανενός άλλου τη ζωή. Άνοιξέ τα πάλι όταν αυτή θα είναι η ανάγκη σου.