Σε δύο δημοσκοπήσεις των τελευταίων ημερών καταγράφεται πτώση του ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης για τα Τέμπη, σε σύγκριση με τα ευρήματα του προηγούμενου μήνα. Στη μέτρηση της MRB βρίσκεται στην τέταρτη θέση από 44% στο 20% και σε αυτή της Metron Analysis από 17% έπεσε στο 10%. Κούρασε η υπόθεση; Μπερδεύτηκαν οι πολίτες με όσα αντιφατικά ακούν για τις αιτίες του δυστυχήματος; Εχουν απογοητευτεί από τις προφανείς αδυναμίες και την ανικανότητα του κράτους;

Μια εύκολη απάντηση θα ήταν ότι μπορεί να ισχύουν σωρευτικά τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τη μεγάλη ακρίβεια, η οποία είναι και παραμένει η μεγάλη έγνοια των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Ωστόσο, η ανάλυση των στοιχείων στην έρευνα της MRB δείχνει μια εικόνα που χρειάζεται περαιτέρω επεξεργασία. Η εντύπωση ότι υπάρχει συγκάλυψη παραμένει, και μάλιστα στο υψηλότατο ποσοστό 71,5%, από 75,2% που ήταν πριν.

Στο ερώτημα αν η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί για να αποκαλυφθεί η αλήθεια, το 76% απαντά «όχι». Ταυτόχρονα όμως το 51,2% συμφωνεί ότι υπήρξε απόπειρα χειραγώγησης της κοινής γνώμης από την αντιπολίτευση και τα ΜΜΕ.

Αυτή η παραδοχή, ωστόσο, δεν αλλάζει τη γνώμη των πολιτών για την κυβέρνηση, η οποία παραμένει αρνητική για το 76,8% των ερωτηθέντων. Ακόμα και στη δεξαμενή των ψηφοφόρων της ΝΔ εντύπωση συγκάλυψης καταγράφεται ότι είχε το 36,7% και τώρα αυτό το ποσοστό αυξήθηκε στο 38%.

Στην έρευνα της Metron Analysis το ζήτημα των θεσμών πλην της ΝΔ (16%) αποτελεί θέμα προτεραιότητας σε όλους τους άλλους πολιτικούς χώρους, με ποσοστά που κυμαίνονται από 27% έως 35% και οριζόντια σε όλες τις ηλικιακές ομάδες από 17 έως 79 ετών. Στα θέματα δημοκρατίας και θεσμών η κυβέρνηση συγκεντρώνει 75% αρνητικές γνώμες και μόλις 17% θετικές.

Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι είναι πρόωρο να πούμε ότι τα Τέμπη και όλα όσα συνοδεύουν την τραγωδία σβήνουν σιγά-σιγά από τον ορίζοντα των πολιτών. Οι παλινωδίες που σχετίζονται με το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ έχουν αναμενόμενα κάποιον αντίκτυπο, αλλά το υπέδαφος παραμένει διαποτισμένο από την αμφισβήτηση και εύφλεκτο από την οργή και την απογοήτευση που εκφράζει με διάφορους τρόπους μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας.

Με τις αρνητικές γνώμες για την κυβέρνηση στα θέματα οικονομίας να βρίσκονται στο 81% και στα αντίστοιχα της καθημερινότητας στο 73%, χωρίς χειροπιαστή βελτίωση, στο άδηλο περιβάλλον του διεθνούς εμπορικού πολέμου που εντείνει την ανασφάλεια μοιάζει ακατανόητη η επιλογή της κυβέρνησης να στήνει έναν πόλεμο συστήματος – αντισυστήματος, σταθερότητας ή πειραματισμών, ομαλότητας ή χάους.

Ακόμα και αν το αντισυστημικό φόβητρο, με τη μορφή της Ζωής Κωνσταντοπούλου αυτή τη φορά, ανακόπτει ελαφρώς την πτωτική πορεία της κυβέρνησης, το παιχνίδι μπορεί να μην έχει ελεγχόμενη εξέλιξη για τους χειριστές του, όσο παραμένει διαταραγμένη η σχέση εμπιστοσύνης με την κοινωνία και όσο το Μέγαρο Μαξίμου πολεμά μέχρις εξαφανίσεως το ΠαΣοΚ, έναν δυνητικό σύμμαχο και μια πολιτική δύναμη σταθερότητας, για πρόσκαιρα εκλογικά οφέλη.

Και μάλιστα χωρίς Plan B αν αυτά τα οφέλη δεν επιτευχθούν, γιατί τότε η επόμενη ημέρα θα απαιτήσει συμμαχίες και συναινέσεις σε ένα πολιτικό τοπίο που ενδέχεται να ανασυνταχθεί ενδεχομένως με μη ορθολογικούς όρους. Ειδικά όταν η κυβέρνηση δίνοντας τη μάχη απέναντι στο αντισύστημα, χάνει σταθερά τη μάχη της καθημερινότητας.