Δεν ξεμπερδεύεις εύκολα με τα φαντάσματά σου. Ερχονται σαν όνειρα ή εφιάλτες και αναστατώνουν τα βράδια σου. Ολοι έχουμε. Είναι κάτι τελειωμένες ιστορίες που μάλλον όμως δεν έχουν τελειώσει στο μυαλό μας, επιστρέφουν συχνά και θέλουν μερίδιο από τη ζωή μας, προσπαθούν να παρέμβουν εκβιαστικά, να κερδίσουν πάλι τον χαμένο τους ρόλο στον βίο μας. Είναι εντελώς πεθαμένα, αλλά ποιος αποδέχεται αμαχητί τον οριστικό του θάνατο;

Κάνουν ό,τι μπορούν να φτιάξουν μια πραγματικότητα, να τους επιτρέπει να ξανάρθουν, να ζήσουν μια μικρή παράταση. Τρυπώνουν σαν νερό στις αδυναμίες μας, παίζουν με τη μνήμη μας, διαστρεβλώνουν την Ιστορία – γιατί μπορούν εύκολα πια – και προσπαθούν να υποδυθούν τους ζωντανούς και τους «ένας από εμάς».

Τέτοια φαντάσματα έχουμε οι άνθρωποι και οι λαοί ολόκληροι. Εμφανίζεται ξαφνικά από το πουθενά μια παλιά σου σχέση που σε τσάκισε, σε άφησε μισό, και σου συστήνεται εκ νέου όχι ως Μαρία που την ήξερες αλλά ως Μαρία της Ελλάδος. Ασε μας, βρε Μαράκι μου, υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού, αλλά κι εσύ κάνε και λίγο κράτει στον αυτοεξευτελισμό.

Οι ιδιότητες δεν δηλώνονται, αποδίδονται. Εχεις δικαίωμα να δηλώσεις ό,τι θέλεις, αλλά δεν μπορείς να επιβάλεις την αποδοχή. Αν αρχίσουμε με το τι θα θέλαμε ο καθένας να πιστεύουν οι άλλοι για μας, θα ξημερώσουμε.

Τα παιχνίδια που σου παίζει το μυαλό είναι τα πιο παράξενα. Δεν είναι πάντα επικίνδυνα, ακόμη κι αν φτιάχνουν μια πραγματικότητα που δεν συμβαδίζει με την πραγματικότητα των πολλών, αυτό μπορεί να είναι γοητευτικό και λυτρωτικό κάποιες φορές. Ρώτησα κάποτε μία γιαγιά στο χωριό για τη φωτογραφία του Κωνσταντίνου που είχε στο σαλόνι της.

Μου είπε πως αγαπούσε πολύ τον βασιλιά. «Καλά κάνεις» της είπα, τι νόημα θα είχε να της έλεγα οτιδήποτε άλλο; Μια γιαγιά στα ογδόντα πέντε αγαπάει τον βασιλιά, καλά κάνει, δεν της αλλάζεις μια πραγματικότητα μέσα στην οποία αισθάνεται όμορφα και βρίσκει και έναν ρόλο. Δεν υπάρχει καμία μάχη να δώσεις εκεί, τρως το γλυκάκι κέρασμα που σου βγάζει, την ευχαριστείς πολύ και φεύγεις.

Οσο και να προσπαθώ όμως να μπω στο μυαλό ενός ανθρώπου που δηλώνει άρχων του σύμπαντος, δεν μπορώ. Νομίζω πως είναι συνδυασμός πολιτικής σκοπιμότητας και βαριάς διαταραχής. Δηλαδή, πέρα από τις πολιτικές βλέψεις, δεν μπορεί να μην παίζει και κάποιον ρόλο το ότι από μικρό σε μπούκωναν με το κουτάλι λέγοντάς σου «φάε όλο το φαΐ σου, να μεγαλώσεις και να γίνεις βασιλιάς». Κάτι τέτοια μου έλεγε και η δική μου μητέρα αλλά δεν το χόντραινε τόσο. Εφτανε μέχρι το να μεγαλώσεις να γίνεις άντρας.

Ξέρω πως η κατάσταση – δεδομένων των νέων επικίνδυνων αναβιώσεων στην Ευρώπη – δεν σηκώνει τέτοια ανέξοδη πλακίτσα.

Από την άλλη, αν δεν το πάρεις και λίγο στην πλάκα δεν θα έχεις δυνάμεις να το αντιμετωπίσεις πιο σοβαρά όταν χρειαστεί. Το χιούμορ είναι ένα τρικ που σε βοηθάει να κάνεις διαχειρίσιμη την τραγωδία.