Η πρωτοβουλία της ΕΥΠ να καταστήσει προσβάσιμα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα γύρω από το ζήτημα της Κύπρου έχει ένα ιδιαίτερο συμβολικό και πραγματικό βάρος.
Συμβολικό γιατί ένα περίκλειστο ως τώρα αρχείο ανοίγει έστω και έτσι τις πύλες του, και πραγματικό καθώς μπορεί να μας βοηθήσει να ξαναδούμε και να τεκμηριώσουμε καλύτερα πλευρές της πρόσφατης ιστορίας μας. Μακάρι να μην είναι ένα πυροτέχνημα, αλλά η αρχή μιας θεσμοθετημένης διαδικασίας που ήδη σε πολλά άλλα αρχεία παρόμοιων υπηρεσιών σε όλον τον δυτικό κόσμο συντελείται εδώ και χρόνια.
Το άνοιγμα αυτών των αρχείων δεν αποτελεί μόνο υποχρέωση της πολιτείας συνδεδεμένη με το δικαίωμα του πολίτη να γνωρίζει την ιστορία του.
Τα αρχεία και οι καταγραφές υπηρεσιών, όπως η τότε ΚΥΠ, αποτελούν ένα μοναδικό παρατηρητήριο της ελληνικής κοινωνίας μέσα από τη δική τους ματιά.
Ας μην ξεχνάμε ότι από τον εμφύλιο πόλεμο και τουλάχιστον ως τη Μεταπολίτευση η ελληνική κοινωνία υπήρξε διχασμένη, μια κοινωνία νικητών και νικημένων, μια κοινωνία υπό έλεγχο μέσα από τη λειτουργία μιας σειράς κρατικών ελεγκτικών και καταδιωκτικών μηχανισμών.
Ενα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας αυτής της χώρας περνά μέσα από τη δημιουργία και τη λειτουργία τους και βέβαια από τις υλικές κληρονομιές τους, οι οποίες είναι ανάγκη να δοθούν στην ιστορική έρευνα.
Ας μην ξεχνάμε την περίπτωση της καταστροφής των φακέλων κοινωνικών φρονημάτων το 1989, η οποία μας στέρησε μια πολύ σημαντική πηγή για την κατανόηση των συμπεριφορών και των δράσεων των αρχών ασφαλείας και των πολιτών.
Φυσικά, το υλικό ενός κλειστού αρχείου μιας τέτοιας υπηρεσίας, όπως η ΚΥΠ, πρέπει να προσεγγίζεται με τη δέουσα προσοχή και την ανάλογη καχυποψία. Αποδίδει μια συγκεκριμένη οπτική, περιέχει ενδεχομένως αναλήθειες – και η αξιοποίησή του συνδέεται με τα ερωτήματα που κάθε φορά θέτονται, όπως συμβαίνει άλλωστε με κάθε ιστορική πηγή.
Μια τελευταία παρατήρηση. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι τα τεκμήρια αυτά αφορούν την Κύπρο, αυτό το ανοιχτό ακόμη τραύμα της ιστορίας μας.
Ενα τραύμα δύσκολο να συζητηθεί – ας σκεφτούμε ότι ποτέ δεν υπήρξε η δικαστική δίωξη των αυτουργών του εγκλήματος –, ενώ ο «φάκελος της Κύπρου» χρειάστηκε χρόνια για να ξεκινήσει να έρχεται στη δημοσιότητα.
Σήμερα, 50 χρόνια μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, μπορούμε να συζητήσουμε πια με πολύ μεγαλύτερη τόλμη την κυπριακή τραγωδία και τις ευθύνες γύρω από αυτή.
Ο κ. Βαγγέλης Καραμανωλάκης είναι καθηγητής Ιστορίας στο ΕΚΠΑ, πρόεδρος του Ιστορικού Αρχείου του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ).