Τη στιγμή που ολόκληρος σχεδόν ο πλανήτης – και κυρίως η ευρύτερη γειτονιά μας – βρίσκεται στο έλεος ανεξέλεγκτων πλέον πολεμικών αναμετρήσεων, με χιλιάδες θύματα καθημερινά, χωρίς η έκρυθμη αυτή κατάσταση να μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά από τη διεθνή κοινότητα, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ απεφάσισε να συγκαλέσει για αυτή την Κυριακή, με την ευκαιρία της ετήσιας συνόδου της Γενικής Συνέλευσης του Διεθνούς Οργανισμού, μια σύνοδο κορυφής για το μέλλον της διεθνούς συνεργασίας και πώς αυτή μπορεί να λειτουργήσει πάνω σε νέες βάσεις, που θα εξασφαλίζουν όχι μόνο τη λήψη των αναγκαίων δύσκολων αποφάσεων, αλλά και τον τρόπο επιβολής των αναγκαίων μέτρων καταστολής.

Διότι δεν θέλει και πολλή σκέψη για να συμφωνήσει κανείς ότι καμία σχεδόν από τις αποφάσεις που λαμβάνονται στον ΟΗΕ δεν εφαρμόζεται, με τα γνωστά οδυνηρά επακόλουθα. Το βλέπουμε άλλωστε αυτό καθημερινά στην πολύπαθη περιοχή της Μέσης Ανατολής.

Και δεν είναι τυχαίο ότι μια νιοστή απόφαση της Γενικής Συνέλευσης την περασμένη εβδομάδα, για την άμεση αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων από τα παλαιστινιακά εδάφη, αγνοήθηκε πλήρως για ακόμη μία φορά. Το ερώτημα είναι λοιπόν το πώς θα αντιμετωπισθεί το ζήτημα αυτό, αν οι μεγάλες δυνάμεις (και κυρίως οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα που διαθέτουν το περιώνυμο βέτο) καθώς και οι χώρες που βρίσκονται υπό την επιρροή τους, συνεχίσουν να τηρούν τη γνωστή αρνητική τους στάση. Διότι αν αυτό δεν επιλυθεί, καμία ουσιαστική διεθνής συνεργασία δεν μπορεί να υπάρξει.

Ιδιαίτερα σήμερα, που πέρα από τις αποφάσεις των λεγόμενων «μεγάλων», η αποκατάσταση της διεθνούς ειρήνης εξαρτάται τελικά από τις γνωστές τρομοκρατικές ομάδες τύπου Χεζμπολάχ, Τζιχάντ, ή Χούθι, που δεν εκπροσωπούνται βέβαια σε κανέναν διεθνή οργανισμό και άρα δεν δεσμεύονται από τις όποιες κοινές αποφάσεις θα μπορούσαν να συμφωνηθούν διεθνώς. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι 80 χρόνια μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που οδήγησε στη δημιουργία του ΟΗΕ, δεν ήλθε η ώρα ο διεθνής αυτός Οργανισμός να προσαρμοστεί στις εξαιρετικά σύνθετες απαιτήσεις της νέας εποχής.

Οταν μάλιστα μετά την πτώση της Σοβιετικής Ενωσης και τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου χάθηκε η ευκαιρία να προσεγγίσει η νέα Ρωσία την Ευρωπαϊκή Ενωση, μέσω μιας σειράς διμερών συμφωνιών συνεργασίας. Ετσι είναι βέβαιο ότι θα είχε αποφευχθεί η άνοδος στην εξουσία του πρώην πράκτορα της Κα Γκε Μπε Βλαντίμιρ Πούτιν και θα είχε εκπληρωθεί και η επιθυμία του στρατηγού Ντε Γκωλ για «μια Ευρώπη από τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια».

Για να μη μιλήσουμε και για μια ενδεχόμενη κατάργηση του ΝΑΤΟ, από τη στιγμή που είχε καταργηθεί το Σύμφωνο της Βαρσοβίας. Αντί γι’ αυτό, το ΝΑΤΟ επεκτάθηκε στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, που ανήκαν προηγουμένως στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας, φθάνοντας έως τα σύνορα της Ρωσίας, δίνοντας έτσι στον Πούτιν το πρόσχημα να προβάλει το επιχείρημα ότι απειλείται η εδαφική ακεραιότητα της χώρας του και να ακολουθήσουν όσα ακολούθησαν και τα οποία έχουν οδηγήσει στη σημερινή εξαιρετικά επικίνδυνη και ανεξέλεγκτη κρίση στα σύνορα της Ευρώπης.

Και να δούμε τώρα πώς μπορούν όλα αυτά να αντιμετωπιστούν από ένα ενδεχόμενο νέο σχήμα διεθνούς συνεργασίας, σε μια περίοδο όπου κανείς δεν θέλει να συνεργασθεί με κανέναν και τελικά επικρατούν παντού οι ακραίοι λαϊκιστές.