Κάµποσους µήνες πριν από την πρώτη συνεργασία της Φανί Αρντάν µε την Εθνική Λυρική Σκηνή, όπου θα σκηνοθετήσει την όπερα του Σοστακόβιτς «Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ» τον Μάιο του 2019, η γαλλίδα σταρ των 60 ταινιών και των 30 θεατρικών ανέβηκε στην κεντρική σκηνή της ΕΛΣ µε την ιδιότητα της ερµηνεύτριας. Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Κέντρου Πολιτισµού Ιδρυµα Σταύρος Νιάρχος, ερµήνευσε τη συγκλονιστική «Κασσάνδρα» της Κρίστα Βολφ, ένα µονόδραµα για ηθοποιό και ορχήστρα που κέρδισε διθυραµβικές κριτικές όταν πρωτοπαρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ της Αβινιόν το 2015.
Ο πολυαναμενόμενος χαρακτήρας της παράστασης (και) στην Αθήνα ήρθε να επιστεγαστεί από τη μακρά ανθρώπινη ουρά που σχηματίστηκε έξω από τους χώρους της Λυρικής την περασμένη Δευτέρα το βράδυ από όσους δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν την (ελεύθερη) είσοδό τους με το σύστημα της ηλεκτρονικής προεγγραφής και περίμεναν υπομονετικά τις όποιες ακυρώσεις που θα τους έδιναν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν τελικά το θέαμα.
Το αποτέλεσμα ήρθε να δικαιώσει τις προσδοκίες. Το λιτό σκηνικό, δύο λευκοί τοίχοι και ένα κόκκινο ύφασμα που έκρυβε, αρχικά, την ορχήστρα Academica Athens υπό τη διεύθυνση του Ζαν Ντερογέ, «υποδέχτηκε» την Αρντάν ντυμένη στα μαύρα, με ένα μαντίλι στα μαλλιά. Φιγούρα εντυπωσιακή, εξαρχής επιστράτευσε τα εκφραστικά της μέσα στην απόδοση ενός εξαιρετικά δυνατού κειμένου που η συγγραφέας του εμπνεύστηκε από το πρώτο της ταξίδι στην Ελλάδα το 1980. Σε έναν έξοχο «διάλογο» με την ορχήστρα και τη μουσική του Μίχαελ Τζαρέλ, που «πάντρεψε» τους συμφωνικούς με απρόσμενους ήχους, η γαλλίδα ηθοποιός ενσάρκωσε τη μάντισσα της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας που εν προκειμένω αναπολεί τη ζωή της μία ώρα πριν από τον θάνατό της, νικημένη από θεούς και ανθρώπους. Οι οδύνες που βίωσε ως παιδί, ως ερωμένη, ως αιχμάλωτη, ως γυναίκα περνούν από την αφήγησή της, με τον σκηνοθέτη Ερβέ Λουασμόλ να τονίζει τη δύναμη της ηρωίδας αλλά και τους διαχρονικούς προβληματισμούς της με τη χρήση προβολών και φωτισμών.
Κάποια στιγμή, ενώ το κόκκινο ύφασμα είχε από ώρα τραβηχτεί αποκαλύπτοντας την ορχήστρα, ένα εντυπωσιακό «Οχι», γραμμένο στα ελληνικά, εμφανίζεται στον έναν τοίχο.
Η ηρωίδα της είναι μόνη. Γι’ αυτό και η φωνή που υψώνει έχει ιδιαίτερο νόημα. Εχει τη δύναμη να ξεχωρίσει, να έρθει αντιμέτωπη με όλους και να σταθεί απέναντι σε όλους. Η ηθοποιός σημειώνει πως χαίρεται που ερμηνεύει το μονόδραμα στην Ελλάδα καθώς, κατά την άποψή της, ο τρόπος που η Κασσάνδρα ερμηνεύει το «Οχι» της την κάνει να αισθάνεται κοντά σε εμάς τους Ελληνες στις σημερινές εξελίξεις στην Ευρώπη. Οι ιαχές ενθουσιασμού στο τέλος της παράστασης ήρθαν να επιβραβεύσουν μια κοπιαστική προσπάθεια και να αποδείξουν πως ό,τι λάμπει μπορεί να είναι, τελικά, και χρυσός…
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2018.