Το Πάσχα για τον Χριστιανισμό δεν είναι ένα απλό επετειακό εορταστικό γεγονός. Είναι ένας τρόπος ερμηνείας αυτού που αποτελεί την ουσία του Χριστιανισμού: του έργου και της ταυτότητας του Ιησού Χριστού μέσα από τη σταυρική Του θυσία και την εμπειρία της Ανάστασής Του. Αυτά ως ιστορικά γεγονότα συνέβησαν μέσα στον λατρευτικό κύκλο του Πάσχα των Εβραίων.
Και οι πρώτοι Χριστιανοί που βγήκαν από τα σπλάχνα της εβραϊκής κοινότητας γιόρταζαν το Πάσχα παράλληλα ή κοντά με το Εβραϊκό δηλώνοντας, όμως, τη δική τους ερμηνεία και κατανόηση των εορταζόμενων γεγονότων. Στο «καινό» (καινούριο) Πάσχα το πραγματικό σφάγιο στο πασχαλινό τραπέζι είναι ο Ιδιος ο Μεσσίας. Και το τραπέζι αυτό είναι η Θεία Ευχαριστία. Ετσι, μετά από πολλές συζητήσεις και διαμάχες επικράτησε μια γενική διάταξη από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο που έγινε στη Νίκαια της Μικράς Ασίας το 325: οι Χριστιανοί θα παρακολουθούσαν το Πάσχα των Εβραίων (τη 14η του εβραϊκού μήνα Νισάν που πέφτει στην πανσέληνο μετά την εαρινή ισημερία, καθώς το εβραϊκό ημερολόγιο είναι σεληνιακό, οποιαδήποτε μέρα της εβδομάδας).
Ομως, θα το γιόρταζαν την επόμενη Κυριακή μετά απ’ αυτό, ή την επόμενη Κυριακή αν αυτό έπεφτε Κυριακή. Το πώς υπολογιζόταν αυτό ήταν κάτι που το είχε αναλάβει η πόλη που ήταν πιο προηγμένη στις αστρονομικές παρατηρήσεις, η Αλεξάνδρεια. Ομως, οι αιώνες πέρασαν και η αστρονομία εξελίχθηκε. Η απόκλιση των ετήσιων κύκλων γύρω από τον ήλιο οδήγησε σε ανάγκη διόρθωσης του ηλιακού ημερολογίου (και μαζί μ’ αυτό και της εαρινής ισημερίας).
Οι θεωρούμενοι υπέρμαχοι της παράδοσης θεωρούν υπέρτερο αγαθό να παραμείνουν χωρισμένοι, «αγνοί», ατόφιοι, από το να λάβουν αφορμή μια αστρονομική διόρθωση και να προτάξουν ένα κοινό μήνυμα για τον Θεό
Ηδη αυτό είχε επισημανθεί στην Ορθόδοξη Ανατολή από το 1324, όταν εκεί άκμαζε η αστρονομία, αλλά οι δυσχέρειες της άλλοτε κραταιάς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας δεν της επέτρεπαν να παρέμβει. Τελικά το ημερολόγιο άλλαξε το 1581 από τον πάπα Γρηγόριο ΙΓ’. Η Ανατολική, όμως, και η Δυτική Εκκλησία ήταν πια πολύ απομακρυσμένες. Μέσα στο γενικό κλίμα αντίθεσης, ένα αμιγώς αστρονομικό ζήτημα θεωρήθηκε επινόηση της παπικής προπαγάνδας. Καθώς οι διάφορες ορθόδοξες χώρες άρχισαν τους κατοπινούς αιώνες να υιοθετούν μεμονωμένα το Γρηγοριανό ημερολόγιο, κράτησαν τελικά τον υπολογισμό της ισημερίας με το παλαιό Ιουλιανό για να μπορούν να γιορτάζουν από κοινού.
Οπως γίνεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις, αν κανείς θέλει να τονίσει την ταυτότητά του μέσα από περιχαράκωση και αντίθεση και όχι θετικά, θα επινοήσει άπειρους τρόπους για να αμυνθεί απέναντι στο προφανές. Ως σοβαρό επιχείρημα για να μην αλλάξει κάτι θεωρείται από πολλούς υπέρμαχους της περιχαράκωσης (ακόμα και επισκόπους) το ότι με το Γρηγοριανό ημερολόγιο υπάρχει το ενδεχόμενο να συμπίπτει το Πάσχα με εκείνο των Εβραίων.
Ομως το πνεύμα του Κανόνα της Συνόδου της Νικαίας (που δεν είχε φοβικά σύνδρομα) δεν ήταν να μην εορταστεί το Χριστιανικό Πάσχα ταυτόχρονα (γιατί θα έπρεπε να νοιάζει αυτό τους Χριστιανούς;), αλλά να μην εορταστεί ΜΑΖΙ με το Εβραϊκό, ακριβώς επειδή πολλοί Χριστιανοί (και αυτό γινόταν, όπως μαρτυρούν οι πηγές, για πολλούς αιώνες) εόρταζαν το Πάσχα και στη Συναγωγή αλλοιώνοντας έτσι το νόημά του. Η αρχαία Εκκλησία ενδιαφερόταν να προβάλει τη θεολογική ερμηνεία του Πάσχα και όχι να χρησιμοποιεί την Αστρονομία για να κυνηγά αλλοθρήσκους και ετεροδόξους.
Οι θεωρούμενοι υπέρμαχοι της παράδοσης θεωρούν υπέρτερο αγαθό να παραμείνουν χωρισμένοι, «αγνοί», ατόφιοι, από το να λάβουν αφορμή μια αστρονομική διόρθωση και να προτάξουν ένα κοινό μήνυμα για τον Θεό που αντί να ζητά θυσίες θυσιάζεται ο Ιδιος και ανασταίνεται συνανασταίνοντας και τον άνθρωπο μαζί Του. Αυτό το πολύ σημαντικό μήνυμα σ’ έναν κόσμο κατακερματισμένο από το μίσος, τον ναρκισσισμό και τον θρησκευτικό φανατισμό δεν μπορεί να καταπνίγεται από φολκλορικές συνήθειες ή να υποτάσσεται στις ροές του θρησκευτικού τουρισμού.
Ο κύριος Δημήτριος Ν. Μόσχος είναι καθηγητής Εκκλησιαστικής Ιστορίας Τμήματος Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνων.