Η κυβέρνηση παραμένει σταθερή μέσα στην κινούμενη άμμο της αντιπολίτευσης. Οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν συνεχώς την ίδια εικόνα. Και ενώ για την κυβέρνηση λίγα αλλάζουν, η αντιπολίτευση αναδιαμορφώνεται συνεχώς από την παλίρροια του εκλογικού σώματος. Και τίποτα δεν επηρεάζει τη διάθεση των πολιτών όσο το χρήμα που βρίσκεται στην τσέπη τους. Τα μέτρα που ανακοίνωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, ειδικά για τους ενστόλους και τους χαμηλοσυνταξιούχους, είχαν άμεση εξόφληση στις πρώτες δημοσκοπήσεις, οι οποίες κατέγραψαν μικρή άνοδο της ΝΔ.
Αυτό αιφνιδίασε ακόμα και τα πιο έμπειρα κυβερνητικά στελέχη, αν και η ιστορία έχει επαναληφθεί πολλές φορές στο παρελθόν. Το εντυπωσιακό είναι ότι, σε σύγκριση με τον Νοέμβριο, το συνολικό ποσοστό των κομμάτων στα δεξιά της ΝΔ από 19,2% μειώθηκε στο 17%. Στο ίδιο διάστημα το ποσοστό των αριστερών κομμάτων από σχεδόν 20% έφτασε στο 24,2% (Metron Analysis). Χωρίς μεγαλύτερο χρονικό βάθος τα συμπεράσματα είναι επισφαλή, αλλά σε αδρές γραμμές φαίνεται ότι η κυβέρνηση μπορεί, αν χρειαστεί, να συμπιέσει τα κόμματα στα δεξιά της, όπου οι «Σπαρτιάτες» εξαϋλώθηκαν και το ποσοστό της Νίκης σταθερά μειώνεται.
Μόνο η Φωνή Λογικής αυξάνει το ποσοστό της, αλλά αυτή λογαριάζεται από στελέχη και ψηφοφόρους της κυβερνητικής παράταξης ως παράρτημα της ΝΔ. Ισως έτσι η κυβέρνηση ανακτήσει μέρος από τις 11 μονάδες που έχασε μεταξύ των βουλευτικών εκλογών του 2023 και των ευρωεκλογών του 2024. Αρκεί να έχει τη δυνατότητα να δίνει παροχές και αυτό δεν είναι καθόλου δεδομένο.
Η προσπάθεια του ΠαΣοΚ μοιάζει πιο δύσκολη. Τα κόμματα στα αριστερά του δεν έχουν ψηφοφόρους που θα μπορούσε να τους προσεταιριστεί η Χαριλάου Τρικούπη πέραν των πασοκογενών ψηφοφόρων που μετανάστευσαν στον ΣΥΡΙΖΑ στη διάρκεια της κρίσης. Κάποιους από αυτούς θα τους μαζέψει πίσω στο σπίτι, όμως αυτοί δεν φτάνουν. Ο Νίκος Ανδρουλάκης δήλωσε ότι επιθυμεί αμφίπλευρη διεύρυνση και πολύ καλά κάνει, αλλά αν το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου συγκρατήσει τα ανεβασμένα ποσοστά του, ίσως είναι μια ένδειξη ότι μια υπολογίσιμη μάζα των ψηφοφόρων κατευθύνεται σε πιο «αντισυστημικές» εκφράσεις του πολιτικού φάσματος.
Το ερώτημα για το ΠαΣοΚ είναι αν με τη στρατηγική της «αξιόπιστης και υπεύθυνης» αντιπολίτευσης εξαντλεί ταυτόχρονα και τα όρια της εκλογικής του διεύρυνσης. Αυτή τη στιγμή η Χαριλάου Τρικούπη δίνει «εξετάσεις κυβερνησιμότητας» διατυπώνοντας με τις προτάσεις της, ορισμένες από τις οποίες υιοθέτησε η κυβέρνηση, μια εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης.
Προκειμένου να είναι πειστική αυτή η πρόταση και να προσελκύσει εκλογικά κοινά που θα διαμορφώσουν μια ευρεία κοινωνική συμμαχία και τον αντίπαλο πόλο στη ΝΔ, το ΠαΣοΚ θα χρειαστεί να επιλέξει προσεκτικά τα πεδία στα οποία θα συγκρουστεί μετωπικά με την κυβέρνηση, απαλλαγμένο από τον φόβο ότι θα κατηγορηθεί ως «πράσινος ΣΥΡΙΖΑ».
Τις «εξετάσεις κυβερνησιμότητας» δεν τις δίνει στη ΝΔ αλλά στην κοινωνία, και αυτή δεν θα το περιμένει να ανεβαίνει ένα-ένα τα σκαλιά της εξουσίας, όπως δήλωσε η Αννα Διαμαντοπούλου, όταν είναι φανερό ότι χρειάζεται ένα ασανσέρ.