Αυξάνονται ή μειώνονται οι παράνομες ροές μεταναστών και προσφύγων; Ποιος έχει την ευθύνη της διαχείρισής τους και τι τις επηρεάζει;

Η μεταπανδημική κρίση, με τους πολλούς πολέμους στη γειτονιά μας, έχει προκαλέσει μια γενικευμένη αύξηση των παράνομων ροών πανευρωπαϊκά, από τις αρχές του 2023 και μετά. Στην Ελλάδα η κορύφωση του φαινομένου σημειώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2023. Εκτοτε οι ροές μειώθηκαν σταδιακά, χάρη και στην καλύτερη συνεργασία που επιτεύχθηκε με την Τουρκία.

Το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου (ΥΜΑ) δεν φυλάει σύνορα. Αυτό το κάνουν, με αποτελεσματικότητα, οι Αρχές Ασφαλείας, η Αστυνομία στη στεριά και το Λιμενικό στη θάλασσα. Το ΥΜΑ δεν διαθέτει ένστολο σώμα καταστολής. Διαθέτει, ωστόσο, ένα Εθνικό Σύστημα Υποδοχής και Ταυτοποίησης για τη διαχείριση των αιτούντων άσυλο, αφού φθάσουν στη χώρα μας. Και το έκανε αποτελεσματικά, με απόλυτη ασφάλεια, τόσο για τις τοπικές κοινωνίες όσο και για τους ίδιους τους αιτούντες άσυλο, σύμφωνα με τον διεθνή νόμο, παρά την αυξημένη μεταναστευτική πίεση της περιόδου μεταξύ Ιουνίου 2023 και 2024.

Πιο συγκεκριμένα, με στοχευμένες ενέργειες αυξήθηκε η παραγωγικότητα της Υπηρεσίας Ασύλου, ώστε όσοι αναγνωρίζονται ως πρόσφυγες να λαμβάνουν πιο γρήγορα τα ταξιδιωτικά έγγραφα που δικαιούνται, ενώ όσων οι αιτήσεις απορρίπτονται, να επιστρέφουν στις χώρες προέλευσής τους, είτε υποχρεωτικά (απελάσεις, με ευθύνη της ΕΛ.ΑΣ.), είτε εθελοντικά (μέσω ενός ειδικού προγράμματος του ΥΜΑ με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης).

Απόδειξη της ταχύτητας και της αποτελεσματικότητας του μηχανισμού του ΥΜΑ είναι και το γεγονός ότι, από τις αρχές Ιανουαρίου και μετά, παρατηρείται μεγάλη αποσυμφόρηση στις δομές, ιδίως των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, που δέχονται και το μεγαλύτερο βάρος. Αυτό είναι κάτι που γνωρίζουν, και αναγνωρίζουν, οι ακρίτες μας, καθώς και ευρύτερα η κοινή γνώμη, όπως αποδεικνύουν οι δημοσκοπήσεις που καταγράφουν το Mεταναστευτικό χαμηλά στις ανησυχίες των πολιτών, και πάντως χαμηλότερα από την υπόλοιπη Ευρώπη, όπως στην  Ιταλία και στην Κύπρο που πρόσφατα αναστατώθηκαν πολύ περισσότερο από την παράνομη μετανάστευση.

Ταυτόχρονα, το πρόγραμμα διευκόλυνσης ταξιδιωτικών θεωρήσεων για τούρκους τουρίστες στα 10 νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, που διαπραγματεύτηκε το ΥΜΑ απευθείας με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχει ενισχύσει κατά πολύ τον εκεί τουρισμό και τις τοπικές κοινωνίες, αλλά και έχει βελτιώσει το κλίμα στην ελληνοτουρκική συνεργασία για την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης και τον περιορισμό της παράνομης μετανάστευσης από την Τουρκία προς την Ελλάδα και την Ευρώπη.

Οπως στην οικονομία είναι λάθος να συγκρίνει κανείς τα μεγέθη της πανδημικής με τη μεταπανδημική περίοδο, το ίδιο συμβαίνει και στο Μεταναστευτικό. Εάν συγκριθούν οι ροές του δεύτερου εξαμήνου του 2023 με το δεύτερο εξάμηνο του 2022 εμφανίζεται μια μεγάλη άνοδος, όπως μεγάλη άνοδος εμφανίζεται μεταξύ του 2022 και του 2021.

Η άνοδος ή η μείωση των ροών έχει να κάνει με πολλούς παράγοντες, αλλά το βέβαιον είναι ότι το ΥΜΑ δεν έχει επίδραση πάνω τους. Εκείνο που το ΥΜΑ μπορεί να κάνει είναι να αναλαμβάνει διπλωματικές πρωτοβουλίες, όπως έκανε με την Τουρκία, και να διεκδικεί και να διοχετεύει ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις για την επιχειρησιακή αναβάθμιση του εξοπλισμού του Λιμενικού και της ΕΛ.ΑΣ.

Από εκεί και πέρα, η πιο διαφωτιστική σύγκριση έχει να κάνει με το τι συμβαίνει στην Ελλάδα σε σχέση με τις άλλες νοτιοευρωπαϊκές χώρες και εκεί η σύγκριση είναι καταλυτική: η Ελλάδα δεν έζησε, ούτε για μια στιγμή, την κρίση στην Ιταλία, με τη Λαμπεντούζα, παρά τις προεκλογικές δεσμεύσεις της Τζόρτζια Μελόνι, ή στην Κύπρο, με τους σύρους πρόσφυγες από τον Λίβανο. Αντίθετα, στην Ελλάδα, οι αυξημένες ροές έτυχαν άμεσης και αποτελεσματικής διαχείρισης, χωρίς να αναστατώσουν τις τοπικές κοινωνίες ή το πολιτικό σύστημα.

Η Ελλάδα χρειάζεται μια ρεαλιστική μεταναστευτική πολιτική, που να αναγνωρίζει τις ανησυχίες των ελλήνων πολιτών και να φέρνει αποτελέσματα, πέρα από κραυγές και αφέλειες. Αυτό σημαίνει την αυστηρή προστασία των συνόρων και την πάταξη των δικτύων των διακινητών, με προτεραιότητα τη διασφάλιση της ανθρώπινης ζωής και με όρους που δεν θα την εκθέτουν διεθνώς και δεν θα θέτουν σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή βοήθεια. Και αυτό έγινε το διάστημα μεταξύ Ιουνίου 2023 και 2024.

Ταυτόχρονα, μια ρεαλιστική μεταναστευτική πολιτική θα πρέπει να συμπληρώνεται και με την αναγνώριση της ανάγκης για νόμιμη εργασιακή κινητικότητα, με όρους και κανόνες, όπου οι ανάγκες της οικονομίας το απαιτούν, σύμφωνα με τις επιλογές της ελληνικής Πολιτείας και με απόλυτη ασφάλεια για την ελληνική κοινωνία, μέσα από ειδικές διμερείς συμφωνίες με φίλες χώρες. Μια τέτοια προσέγγιση φέρνει την Ελλάδα στην πρωτοπορία της ευρωπαϊκής συζήτησης για το Μεταναστευτικό.

Ο κύριος Δημήτρης Θωμάκος είναι επιστημονικός σύμβουλος του υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου.