Η ΕΕ μέσα στην πολυτάραχη πορεία της εξασφάλισε στους πολίτες των κρατών-μελών της ειρήνη, ασφάλεια, δημοκρατία και ευημερία.
Στις ευρωεκλογές του 2024 κανένα από αυτά τα αγαθά δεν ήταν δεδομένα. Ο 21ος αιώνας μπήκε με κινδύνους που αφορούν τους πολέμους, τα σύνορα, την εσωτερική ασφάλεια, τη δημοκρατία (που πρώτη φορά αμφισβητείται τόσο έντονα σε ευρωπαϊκές χώρες), αλλά και την ευημερία, η οποία βαίνει μειούμενη ιδίως για τους νέους. Ο 21ος αιώνας μπήκε με νέες προκλήσεις και απαιτεί επεξεργασμένες πολιτικές που δεν αφήνουν κανένα πολίτη πίσω και αφορούν την κλιματική αλλαγή, την τεχνολογία αλλά και τη σύγκλιση των εισοδημάτων των πολιτών.
Οι εθνικοί ηγέτες των πολιτικών κομμάτων των χωρών της ΕΕ (γιατί αυτοί διαμορφώνουν το ευρωπαϊκό αφήγημα) δεν μπόρεσαν να κάνουν αντιληπτά στους πολίτες προκλήσεις και κινδύνους. Το αποτέλεσμα ήταν η αδιαφορία, η αποχή και η στροφή σε νέους πρωταγωνιστές.
Κάθε είδους όμως εκλογές έχουν το αποτύπωμά τους. Η Ευρώπη την επομένη των εκλογών είναι διαφορετική. Στις τρεις μεγαλύτερες χώρες υπάρχουν σημαντικές εξελίξεις. Η Λεπέν προχωρά ακάθεκτη μέχρι στιγμής στη Γαλλία, στη Γερμανία η τρικομματική κυβέρνηση υπέστη βαθύτατο πλήγμα και στην Ιταλία η Μελόνι εξελίσσεται σε παράγοντα με ευρωπαϊκή επιρροή. Ο γαλλογερμανικός άξονας, που επί δεκαετίες υπήρξε η ατμομηχανή της ευρωπαϊκής ενοποίησης, πιστοποίησε την αδρανοποίησή του.
Στις μικρότερες χώρες ο διάλογος γίνεται όλο και πιο εθνοκεντρικός, τη στιγμή που η σχέση της ΕΕ με ΗΠΑ και Κίνα απαιτεί ισχυρή θέληση και ομοφωνία. Τα Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα αυξάνει τη δύναμή του και ταυτόχρονα ανεβαίνουν όλες, οι δεξιά των δεξιών, ομάδες του Ευρωκοινοβουλίου. Ακροδεξιοί, υπερδεξιοί, εθνικιστές, λαϊκιστές, θρησκόληπτοι και συνωμοσιολόγοι καταμετρούνται και εκφράζονται στις νέες ισορροπίες.
Το πολιτικό ερώτημα είναι: Γιατί ένας μεγάλος αριθμός Ευρωπαίων, που υφίστανται τις νέες ανισότητες, την εθνική και κοινωνική ανασφάλεια και την κοινωνική απαξίωση, στρέφονται προς αυτά τα κόμματα και όχι προς τα αριστερά, τα οποία έχουν μειώσει τη δύναμή τους;
Τα νέα αυτά κόμματα, που έχουν όλα τα στοιχεία του λαϊκισμού, έχουν κατανοήσει σχετικά γρήγορα την ατζέντα των νέων προβλημάτων και τα αντιμετωπίζουν με καταγγελτικό λόγο, με κατασκευή εχθρών, με θεοποίηση της ταυτότητας και με ανεφάρμοστες προτάσεις που όμως ακούγονται ευχάριστα στα αφτιά των πολιτών. Εδώ μπορούμε να εντοπίσουμε την αδυναμία των μεγάλων κομμάτων να αντιμετωπίσουν γρήγορα και αποτελεσματικά θέματα όπως η μετανάστευση, να μιλήσουν για σοβαρές επενδύσεις στη γειτονική Αφρική, να ορίσουν ως προϋπόθεση της πολυπολιτισμικότητας τον σεβασμό των κανόνων της ΕΕ και των εθνικών κρατών. Στις περισσότερες χώρες απέτυχαν να δώσουν γρήγορα σε όλους τα εργαλεία του ψηφιακού κόσμου και να προστατεύσουν τις νέες μορφές εργασίας. Ενώ δήλωσαν ότι η εφαρμογή της πράσινης πολιτικής πρέπει να ακολουθεί και όχι να προτρέχει της κοινωνικής πολιτικής, έκαναν το αντίθετο.
Η Ευρώπη συντηρητικοποιείται ή, πιο απλά, «δεξιοποιείται»! Αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά οπισθοχώρηση των πολιτικών της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Σπουδαίοι συντηρητικοί ηγέτες υπήρξαν πρωτοπόροι της ευρωπαϊκής ιδέας. Αυτό που διακυβεύεται είναι η μεταρρύθμιση και η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, το οποίο υπήρξε διαχρονικά το μεγάλο επίτευγμα της ΕΕ.
Ας ελπίσουμε ότι το μεγάλο παζάρι για τις ηγετικές θέσεις θα συνοδευθεί από δεσμεύσεις που θα επιβάλουν οι Σοσιαλιστές και οι Δημοκράτες για την χρηματοδότηση των κοινωνικών πολιτικών.
Η κυρία Aννα Διαμαντοπούλου είναι πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, πρ. επίτροπος, πρ. υπουργός.