Δεν ήταν άδικο το ενδιαφέρον ούτε ο δημοσιογραφικός θόρυβος που προκάλεσε η κοινή παρουσία του κ. Κ. Καραμανλή και του κ. Αντ. Σαμαρά σε εκδήλωση την περασμένη Δευτέρα. Λίγες μέρες μετά τις ευρωεκλογές και με το αποτέλεσμα να βαραίνει αρνητικά πάνω στην κυβερνητική παράταξη της οποίας στο παρελθόν ηγήθηκαν, είναι λογικό οι απόψεις και οι θέσεις τους να κερδίζουν την προσοχή παλαιών και σημερινών υποστηρικτών τους.
Η διακυβέρνηση είναι μια δύσκολη υπόθεση. Και αν κάποιος δεν έχει την εμπειρία, εύκολα και άκοπα μπορεί να αναπτύσσει κριτική και να τηρεί ακόμη και έντονα εχθρική στάση απέναντι στο κυβερνητικό σχήμα, ως ανεπαρκές, αναντίστοιχο με την πολιτική και ιδεολογική του παράδοση και βάση, αλλοιωμένο ίσως ως προς αυτό που ήταν, καταδικαστέο ως προς αυτό που επιχειρεί να γίνει. Αν όμως διαθέτεις την εμπειρία και έχεις βιώσει ακόμη και μη διαχειρίσιμες καταστάσεις και όταν αυτές σε έχουν πολιτικά καταβάλει, η δημόσια τοποθέτησή σου θα πρέπει να έχει μέσα της τα διδάγματα αυτής της εμπειρίας.
Με αναφορά στα εθνικά κυρίως ο κ. Καραμανλής, με προσανατολισμό στο εσωτερικό μέτωπο ο κ. Σαμαράς, επιχείρησαν και οι δύο μια υπόμνηση προηγούμενων ημερών, όπου η στάση της χώρας ήταν πιο στιβαρή και οι ιδεολογικού τύπου επιλογές της παράταξης που ηγήθηκαν πιο γνήσιες, χωρίς μείξεις νεωτερικών στοιχείων και αναζητήσεις παραμορφωτικές, όπως μια ματιά από το παρελθόν θα έβλεπε τις μεταβολές, που η ζωή καλεί και επιβάλλει μέσα στην ορμητική διαλεκτική των νέων αιτημάτων και αναγκαίων αλλαγών. Η απόφαση για τα ομόφυλα ζευγάρια δεν θα μπορούσε παρά να διεκδικεί την πρώτη θέση στη σχετική επιχειρηματολογία.
Συχνά στη διαδρομή, σχεδόν πάντα στις πολιτικές οικογένειες που εκφράζουν τις συντηρητικές απόψεις ή τις χρησιμοποιούν ως συμπλήρωμα δικαίωσης φανερών ή μη συμφερόντων, η αναφορά στο καλύτερο παρελθόν που χάθηκε, στις «ένδοξες» ημέρες που έφυγαν, σε πρόσωπα εμβληματικά του παρελθόντος, που με θαυμαστή επιμέλεια εξωραΐστηκαν, σε βαθμό πολιτικής αγιοποίησης, λειτουργεί ως ιδεολογικό καταφύγιο και τόπο ατομικής και συλλογικής ασφάλειας για όλους αυτούς, που μη μπορώντας να παρακολουθήσουν τον καιρό και μη αντέχοντας την ανάγκη της προσαρμογής, αναζητούν, πρόσωπα και εκφραστές, μια παραμυθία σε αυτό που κάποτε – πιστεύουν – προϋπήρξε, αλλά πια χάθηκε ή χάνεται.
Εύλογα ηχούσαν τα χειροκροτήματα σε εκείνη την εκδήλωση, από ένα «κοινό» που το διαιρούσαν πολλά, το ένωνε όμως σφιχτά και εναγκαλισμένα η αδυναμία δημιουργικής συνομιλίας του με το παρόν. Και σε κάθε παρόμοια και ανθρώπινα κατανοητή συνθήκη, το παρόν έρχεται απαιτητικό και αμείλικτο να θυμίσει στους αφελείς ή ανυποψίαστους τα πρωτεία του. Η πολιτική είναι μια υπόθεση του παρόντος. Από το παρόν και ως προς το παρόν νοείται κάθε αφετηρίας της. Και αυτό το παρόν είναι κάτι πληρέστερο από την καθυστερημένη «στροφή στην καθημερινότητα», που τις τελευταίες ημέρες ακούμε ως πρώτη κυβερνητική μέριμνα. Η πραγματική ζωή θα προσπερνά πάντα τους θορύβους του παρελθόντος, αυτό που πάλλεται στο παρόν θα είναι η νεανική και εμπνευστική μουσική της.