Φέτος – ως γνωστόν – συμπληρώνονται 100 χρόνια από την υπογραφή της περιώνυμης Συνθήκης της Λωζάννης, η οποία μεταξύ πολλών άλλων διατάξεων με ευρύτερο περιεχόμενο είχε οριστικά οριοθετήσει τα ελληνοτουρκικά σύνορα και διευθετήσει το επίμαχο ζήτημα των μειονοτήτων.
Συμπληρώνονται όμως φέτος και τα 50 χρόνια από τη διετία 1973-74, όταν η Αγκυρα (επωφελούμενη από το διεθνώς απομονωμένο χουντικό καθεστώς στην Ελλάδα) έθεσε τις απαράδεκτες μονομερείς διεκδικήσεις της στο Αιγαίο, ανατρέποντας τη Λωζάννη. Και από τότε τραβιόμαστε από ελληνοτουρκική συνάντηση σε ελληνοτουρκική συνάντηση, σε όλα τα επίπεδα, χωρίς κανένα απολύτως αποτέλεσμα. Ενώ ενδιαμέσως φθάσαμε και τρεις φορές στα πρόθυρα πολεμικής αναμέτρησης. Πράγμα που αποδεικνύει ότι είναι καλύτερα να συζητάς, έστω και χωρίς αποτέλεσμα, παρά να πολεμάς. Διότι αν δεν συζητάς, όταν έχεις προβλήματα, πότε θα συζητήσεις;
Ετσι λοιπόν στις 11 Ιουλίου θα συναντηθούν και πάλι στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους οι πρωθυπουργοί των δύο χωρών. Και το εύλογο ερώτημα είναι αν έχει αλλάξει κάτι που θα μπορέσει να άρει το μακροχρόνιο αδιέξοδο. Το μόνο βέβαιο πάντως είναι ότι τη φορά αυτή έχουμε να κάνουμε με δύο πολύ ισχυρές πολιτικά κυβερνήσεις, που μόλις έλαβαν τη λαϊκή εντολή. Υπό την προϋπόθεση ότι η ισχύς τους αυτή θα τους επιτρέψει να πληρώσουν το αναγκαίο πολιτικό κόστος που απαιτείται για την εξεύρεση της πολυπόθητης λύσης. Και για τη μεν Τουρκία αυτό σημαίνει να εγκαταλείψει τις αναθεωρητικές βλέψεις της Γαλάζιας Πατρίδας. Για τη δε ελληνική κυβέρνηση να αγνοήσει τις άναρθρες κραυγές των γνωστών εθνικολαϊκιστών, που τόση ζημιά έχουν προκαλέσει στο παρελθόν. Αρκεί να θυμηθούμε τις αντιρρήσεις στη συμφωνία του Ελσίνκι και στο Σχέδιο Αναν, που οδηγούσαν σε ελληνοτουρκική συνεννόηση με ορίζοντα ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ και λύση του Κυπριακού με ένταξη μιας ενωμένης Κύπρου επίσης στην ΕΕ.
Ενθαρρυντικό είναι πάντως ότι οι υπουργοί Αμύνης των δύο χωρών, που θα συναντηθούν επίσης στο Βίλνιους, συμφώνησαν ήδη στην επανεκκίνηση της διαδικασίας των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης σε στρατιωτικό επίπεδο. Ενώ αναμένεται ίσως και ανάλογη συμφωνία μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών και για τα υπόλοιπα ΜΕΑ. Φαίνεται πάντως ότι ο τούρκος πρόεδρος έχει αποφασίσει να προχωρήσει στη γενικότερη βελτίωση των σχέσεων με τις γειτονικές χώρες. Ηδη έχουν γίνει βήματα προσέγγισης με την Αίγυπτο, το Ισραήλ, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, μετά από μια περίοδο επικίνδυνων εντάσεων. Και μένει τώρα να δούμε αν η πολιτική αυτή θα εφαρμοσθεί και απέναντι στην Ελλάδα. Ενώ βέβαια παραμένει και η εκκρεμότητα του Κυπριακού, όπου η Αγκυρα συνεχίζει να επιμένει στην αναγνώριση του παράνομου τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους (που αποτελεί προϊόν της τουρκικής εισβολής) πριν από την επανέναρξη του διακοινοτικού διαλόγου.