Η ευκολία της ψηφιακής εποχής, από τη μία μας έχει λύσει τα χέρια σε αρκετά ζητήματα, από την άλλη μας έχει αφήσει και πολλές «αδεξιότητες». Αδέξιοι να βρούμε ένα μέρος δίχως πλοηγό, αδέξιοι να θυμόμαστε απέξω τα τηλέφωνα των φίλων μας, κάποτε τα μπορούσαμε και τα δύο. Μία ακόμη αδυναμία, αρκετά ύπουλη, που τη συνειδητοποιείς όταν προκύψει, είναι πως δεν μπορούμε εύκολα πια να διαχειριστούμε το τίποτα στον χρόνο μας. Μαθημένοι σε τρελούς ρυθμούς, σε ταχύτητες που καίνε τα λάστιχα, στην ακινησία μπλοκάρουμε. Η τεμπελιά, ο χρόνος που δεν συμβαίνει τίποτα, το δημιουργικό κενό ανάμεσα στη ζωή που τρέχει και στη ζωή που απλά συμβαίνει, είναι μία ποιότητα που την έχουμε απόλυτη ανάγκη. Ξεμάθαμε, νιώθουμε και κάποιες ενοχές όταν απλά χαζεύουμε έξω από τις γραμμές του γηπέδου εκεί που θεωρούμε πως παίζεται το παιχνίδι και δεν πρέπει να απέχουμε.
Πέντε μέρες δίχως τηλεόραση, δίχως Διαδίκτυο, δίχως τη συμμετοχή μας στα νέα του κόσμου ως καταναλωτές τους, έξω από τον πυρετό των υπεραναλύσεων, της συνθετικής σκέψης, της θέσης μας για τα πάντα, της επιρροής που έχουν επάνω μας οι ζωές των άλλων, νιώθουμε πως ατροφούν οι αισθητήρες μας, σαν να αχρηστεύονται τα χέρια μας, τα μάτια μας, η δυνατότητα να συμμετέχουμε στα πάντα.
Δεν μπορούμε εύκολα να δώσουμε περιεχόμενο σε αυτό το τίποτα, να το εντάξουμε ως μέρος της ζωή μας και όχι ως διάλειμμα. Το παράδοξο είναι πως υποτίθεται ότι τρέχουμε για να μπορούμε να «αγοράζουμε» ελεύθερο χρόνο, ένα περιουσιακό στοιχείο ανεκτίμητο, όμως όταν αυτός προκύπτει νιώθουμε πως είμαστε πάνω σε σταματημένο ποδήλατο και η μόνη μας επιλογή είναι σε ποια μεριά θα πέσουμε.
Πόση ώρα μπορείς να κοιτάς ένα ποτάμι να κυλάει; Πόση ώρα να ακούς τα φύλλα σε ένα δάσος; Να μετράς πόντο-πόντο τον ήλιο να πέφτει; Να χάνεσαι μέσα σε ένα χαμόγελο που δίχως αυτό αισθάνεσαι πως δεν κατάφερες τίποτα στη ζωή σου; Δεν είναι σταματημένος χρόνος όλα αυτά, είναι ο κανονικός χρόνος. Για αυτόν τον χρόνο είμαστε φτιαγμένοι, άλλο τι γίναμε στην πορεία.
Κάθεσαι κάτω από μία ελιά που οι ντόπιοι σού λένε πως είναι διακοσίων ετών και ακούς μόνο το νούμερο. Θα μου πεις, και τι θέλεις τώρα, να ανοίξουμε κουβέντα και με τις ελιές; Εχουμε ξοδευτεί σε πολύ πιο άχρηστες συναναστροφές, ας μην το παίζουμε τώρα λογικοί και ισορροπημένοι. Τις νόρμες κανονικότητας ο καθένας τις φτιάχνει μόνος του. Λιγότερο λογικό είναι να ζεις με τους κανόνες των άλλων από το να προσπαθήσεις να καταλάβεις ένα ποτάμι που βγαίνει ασταμάτητα στη θάλασσα για αιώνες.
Εχουμε σκαλώσει κάπου ανάμεσα στην αποδοχή ότι είμαστε περαστικοί ενώ λειτουργούμε σαν να είμαστε αθάνατοι. Αζύγιστοι ανάμεσα σε αυτά τα δύο, αδυνατούμε να δώσουμε ένα σχήμα στον χρόνο που να μας περιέχει και τον περιέχουμε.
Τελικά καταλήγω πως δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα από τη φράση «έχουμε σημαντικότερα πράγματα να κάνουμε!».