Η παρούσα πολιτική κατάσταση φέρει χαρακτηριστικά «πρωτόγνωρου». Είναι η πρώτη φορά που εν τω μέσω μιας κυβερνητικής θητείας οι πολίτες στις δημοσκοπήσεις (GPO) σε ποσοστό 52,5% δηλώνουν ότι θα επιθυμούσαν προσφυγή σε πρόωρες κάλπες.
Είναι η πρώτη φορά που εν τω μέσω μιας κυβερνητικής θητείας στο ερώτημα αν η κυβέρνηση έχει χάσει τη λαϊκή νομιμοποίηση το 67,7% απαντά θετικά και μάλιστα πολλοί ψηφοφόροι της ΝΔ! Είναι η πρώτη φορά που η κοινή γνώμη μοιάζει κατηγορηματικά αποφασισμένη ότι η κυβέρνηση έχει ευθύνες για μια τραγωδία που στοίχισε τη ζωή σε 57 συνανθρώπους μας και το ακόμη χειρότερο είναι ότι φαίνονται αποφασισμένοι ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να συγκαλύψει τις ευθύνες της. Ο «κανένας» προβάλλει εντυπωσιακά ως η ισχυρότερη απάντηση στην ερώτηση για το ποιος είναι ο καταλληλότερος πρωθυπουργός.
Με λίγα λόγια, ορμώμενος από τα ευρήματα της έρευνας θα έλεγε κανείς ότι οι πολίτες αναζητούν μια εναλλακτική πολιτική επιλογή, το έδαφος μοιάζει απολύτως πρόσφορο να φιλοξενήσει τη γέννηση του καινούργιου. Ποιο θα μπορούσε να είναι όμως αυτό το καινούργιο; Κι από πού θα μπορούσε να ξεπηδήσει; Θα μπορούσε πάνω στην ορμή των γεγονότων, αυτό το καινούργιο, να βάλει τη χώρα σε ακόμη μεγαλύτερες περιπέτειες; Αυτό που εξελίσσεται εκεί έξω κατά την άποψή μου αρχίζει να παίρνει τα χαρακτηριστικά «κινήματος» και όποιος καταφέρει να βρει σημείο επαφής με το κίνημα μπορεί να καταφέρει πολλά… όχι απαραιτήτως ωφέλιμα για τη χώρα.
Κι ενώ η κοινωνική αντιπολίτευση παίρνει όλο και πιο καθαρή μορφή και ενισχύεται, ενώ εκατομμύρια άνθρωποι στους δρόμους διατυπώνουν πιεστικά αιτήματα, η αντιπολίτευση παραμένει πολύ κατώτερη των περιστάσεων. «Τιμωρείται» κι εκείνη στις δημοσκοπήσεις, τα ποσοστά των κομμάτων φθίνουν. Γιατί άραγε; Κάποιοι μπορεί να τους χρεώνουν «καπηλεία» της συγκυρίας, άλλοι δεν πείθονται για την καταλληλότητα των ηγεσιών για θέσεις μεγαλύτερης ευθύνης.
Είναι όμως απολύτως βέβαιο ότι μια μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων δεν επενδύει στα κόμματα της αντιπολίτευσης γιατί δεν βλέπει τη λεγόμενη προοπτική διακυβέρνησης. Και πώς να τη δουν όταν οι ηγεσίες αυτών των κομμάτων παραμένουν εγκλωβισμένες στην εγωπάθειά τους, όταν δεν δίνουν το παραμικρό στίγμα μιας ευρύτερης συμπόρευσης. Ενα σήμα που στη συνέχεια θα μπορούσε να κινητοποιήσει ψηφοφόρους που τώρα τοποθετούνται στην γκρίζα ζώνη σε στάση αναμονής.
Οι ειδικές καταστάσεις απαιτούν ειδικούς χειρισμούς. Και ενίοτε και υπερβάσεις και συμπορεύσεις «ειδικού σκοπού». Xρειάζονται αυτοπεποίθηση. Η προσπάθεια συνεννόησης των κομμάτων της αντιπολίτευσης στα χνάρια της πολιτικής ωριμότητας άλλων χωρών είναι αυτή τη στιγμή μονόδρομος. Οσο τα κόμματα αρνούνται να το δουν αυτό θα φθίνουν και η χώρα θα στερείται έστω και της πιθανότητας ενός αναγκαίου «δεύτερου πυλώνα».