Οπροβληματισμός είναι δικαιολογημένος και το ζήτημα προφανώς σοβαρό, χρειάζεται όμως προσεκτική προσέγγιση:
Στη νομοθεσία για τις αυτοδιοικητικές εκλογές δεν προβλέπεται κώλυμα εκλογιμότητας λόγω πρωτόδικης καταδίκης, ακόμη και για κακούργημα – όπως συμβαίνει στην περίπτωση του Ηλ. Κασιδιάρη, καταδικασθέντος πρωτοδίκως για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης. Η απουσία δε μιας τέτοιας ρητής πρόβλεψης δεν μπορεί κατ’ εμέ να αναπληρωθεί με αναλογική εδώ εφαρμογή των αμφιλεγόμενων ρυθμίσεων του άρ. 32 του π.δ. 26/2012 για τον αποκλεισμό συμμετοχής κόμματος στις βουλευτικές εκλογές. Εξάλλου, ας μην ξεχνάμε ότι στις αυτοδιοικητικές εκλογές ο έλεγχος των προσόντων εκλογιμότητας δεν διεξάγεται από ειδική σύνθεση του Αρείου Πάγου (όπως πλέον στις βουλευτικές εκλογές), αλλά από τα πρωτοδικεία, που προβαίνουν σε τυπικό μόνον έλεγχο. Συνεπώς, εφόσον δεν αλλάξει κάτι, ο Ηλ. Κασιδιάρης μπορεί να κατέλθει ως υποψήφιος στον Δ. Αθηναίων.
Ωστόσο, αν εκλεγεί στο δημοτικό συμβούλιο, τότε θα έρθει αντιμέτωπος με τη ρύθμιση του άρ. 236Α του ν.3852/2010, που προβλέπει ότι αιρετός που καταδικάζεται πρωτοδίκως για κακούργημα τίθεται αυτοδικαίως σε αργία – ενώ μετά την τυχόν αμετάκλητη καταδίκη του εκπίπτει αυτοδικαίως από το αξίωμά του (άρ. 236). Βάσει της εν λόγω ρύθμισης, ο Ηλ. Κασιδιάρης θα τεθεί αυτόματα σε αργία εφόσον εκλεγεί. Για να είμαστε ακριβείς, το γράμμα του άρ. 236Α αναφέρεται σε καταδίκη που επέρχεται κατά τη διάρκεια της θητείας του αιρετού, και όχι σε καταδίκη που έχει προηγηθεί της εκλογής του. Εν τούτοις, η τελολογία της ρύθμισης επιτρέπει την εφαρμογή της και στην περίπτωση της καταδίκης για κακούργημα προ της εκλογής (βλ. και Εγκύκλιο ΥπΕσ υπ’ αρ. 638/02.11.2022).
Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, η Κυβέρνηση δεν προτίθεται να καταθέσει ειδική ρύθμιση που να αποκλείει τη δυνατότητα συμμετοχής του Ηλ. Κασιδιάρη στις επικείμενες αυτοδιοικητικές εκλογές. Φαίνεται ότι κυρίως η πρόσφατη εμπειρία των βουλευτικών εκλογών επέβαλε πλέον μία πιο προσεκτική προσέγγιση.
Στον δημόσιο διάλογο, πάντως, διατυπώνεται και η θέση υπέρ της θέσπισης μιας τέτοιας φωτογραφικής απαγορευτικής ρύθμισης της τελευταίας στιγμής, ανάλογης με εκείνην που ίσχυσε για τις βουλευτικές εκλογές. Φοβάμαι, όμως, πως εδώ υπάρχει η ψευδαίσθηση ότι πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα μπορούν διαρκώς να επιλύονται με έκτακτες νομοθετικές παρεμβάσεις. Πρόκειται για μία προσδοκία που διαψεύστηκε στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές. Ο νομικός παρεμβατισμός της τελευταίας στιγμής είναι προβληματικός, τόσο νομικά όσο και πολιτικά. Βλάπτει δε παρά ωφελεί τη φιλελεύθερη δημοκρατία και το κράτος δικαίου.
Aσφαλώς και η φιλελεύθερη δημοκρατία αμύνεται έναντι των εχθρών της. Η πρωτόδικη ποινική καταδίκη των μελών της νεοναζιστικής ΧΑ αποτελεί περίτρανη απόδειξη γι’ αυτό. Ωστόσο, η φιλελεύθερη δημοκρατία δεν αυτοαναιρείται ούτε αυτοϋπονομεύεται, ακόμη και όταν συγκρούεται με τους πιο μισητούς εχθρούς της. Οι απαγορεύσεις συμμετοχής σε εκλογές, διά της εισαγωγής φωτογραφικών ρυθμίσεων της τελευταίας στιγμής, είναι εντόνως προβληματικές σε μία φιλελεύθερη δικαιοκρατούμενη πολιτεία, επιπλέον δε ηρωοποιούν πρόσωπα και καταστάσεις, ενισχύοντας εν τέλει την αντισυστημική ψήφο.
Η κύρια και ουσιαστική μάχη θα πρέπει να δοθεί τώρα στην κάλπη και στην κοινωνία. Νεοναζιστικά και άλλα συναφή μορφώματα θα πρέπει πρωτίστως να ηττηθούν εκεί.
Ο κ. Αντώνης Γ. Καραμπατζός είναι καθηγητής στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ.