Κάθε χρόνο στο μεγάλο κυκλαδονήσι αυξάνονται οι ψηφιακοί νομάδες, Ελληνες και ξένοι, Ευρωπαίοι αλλά και Αμερικανοί. Οι καινούργιοι έχουν και μικρά παιδιά, μέχρι πρότινος ήταν μόνοι τους.
Πιάνουν σπίτια στη Χώρα ή κάπου κοντά, όχι σε απομονωμένες περιοχές και δουλεύουν από εκεί με τον υπολογιστή τους.
Φανταζόμουν πως αυτό θα δημιουργούσε κάποια δεσίματα μεταξύ τους και θα είχαν φτιάξει παρέες γιατί ο χειμώνας στα νησιά δεν περνάει δίχως ανθρώπους. Κάθε χρόνο μού κάνει εντύπωση που αυτό δεν συμβαίνει. Ενα γεια με το ζόρι και ως εκεί η σχέση.
Σκέφτομαι πως οι άνθρωποι που σπάνε ένα στερεότυπο είναι ικανοί να σπάσουν κι άλλα στην πορεία, ποτέ δεν μένεις μόνο σε ένα. Σαν τα αυτοάνοσα.
Το ότι οι άνθρωποι είμαστε φτιαγμένοι για ανθρώπους, το ότι χρειαζόμαστε έναν κοινωνικό ιστό, το ότι η μόνη μας περιουσία είναι οι άλλοι άνθρωποι, ίσως είναι ένα βολικό και κάπως λογοτεχνικό στερεότυπο και δεν είμαστε όλοι για τα ίδια πράγματα. Υπάρχουν και οι μοναχόλυκοι, που αυτές είναι οι προδιαγραφές τους, αυτά είναι τα όνειρά τους, αυτός είναι ο τρόπος τους. Εχω σταματήσει εδώ και χρόνια να τραβάω μία γραμμή ανάμεσα σε σωστό και λάθος όταν πρόκειται για επιλογές τρόπου ζωής. Ο καθένας να βρει τον δικό του και να τον πάρει ως το τέρμα, μια χαρά γοητευτικό ακούγεται.
Δεν «φωνάζουν» όλα τα προσωπικά επιτεύγματα, δεν είναι δημοσιοποιήσιμα, δεν γίνονται άρθρα, δεν αποκτούν οπαδούς, δεν έχουν ανάγκη πρωτιές και τελικά δεν τα μαθαίνουμε ποτέ, δεν μας αφορούν. Το θέμα είναι να έχεις στο τέλος να πεις μία ιστορία. Μία ιστορία που έχει νόημα να την αφηγηθείς. Αυτή μπορεί να καταλήγει σε μία γεμάτη ζωή σε ένα νησί ή σε ένα μετάλλιο σε Ολυμπιακούς Αγώνες.
Να έχεις υποστεί τον ρατσισμό, τον αποκλεισμό, έως και τον διωγμό, αλλά το πείσμα σου να σε έχει βγάλει σε νίκες που άλλες τις μαθαίνουμε και άλλες όχι – τις περισσότερες. Λένε πως οι άνθρωποι χρειαζόμαστε παραδείγματα, το ντοπάρισμά από άλλους ανθρώπους. Μπορεί κι αυτό να είναι στερεότυπο. Μπορεί κάποιοι να παράγουν μόνοι τους όλο το οξυγόνο που έχουν ανάγκη, να μη χρειάζονται κανένα πρότυπο – ούτε καν του πατέρα σε νεαρή ηλικία – για να φτιάξουν έναν δρόμο που περιέχει κι εκείνους κι όλους τους άλλους που δεν γνώρισαν ποτέ, που δεν άκουσαν ποτέ για αυτούς. Αυτάρκεις στο όνειρο, ψύχραιμοι στην ελπίδα, γενναίοι στον φόβο.
Δεν μου αρέσουν οι άνθρωποι που δεν έχουν ρωγμές για να περνάει από μέσα τους το φως και το σκοτάδι των διπλανών, αλλά το τι αρέσει σε εμένα δεν έχει καμία σημασία. Είναι όμως και αυτό μέρος της προσωπικής μου ιστορίας που ας φροντίσω όταν χρειαστεί να την αφηγηθώ να έχει κάποιο ενδιαφέρον. Πέφτω στη θάλασσα και κρατάω όσο μπορώ την αναπνοή μου κάτω από το νερό την ώρα που κάποιος ανεβαίνει στην κορυφή του κόσμου, σε ένα βάθρο στο Παρίσι.