Στη ανάγκη νηνεμίας στις πολυπαθείς ελληνοτουρκικές σχέσεις, ιδιαίτερα την περίοδο αυτή, κατέληξαν τελικά (όπως άλλωστε αναμενόταν) ο πρόεδρος της Τουρκίας και ο έλληνας πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια των συνομιλιών τους στη Νέα Υόρκη. Καθώς για μια ακόμη φορά, μετά μάλιστα από 50 ολόκληρα χρόνια, διαπίστωσαν αυτό που γνώριζαν ήδη. Οτι δηλαδή οι διαφωνίες στα μεγάλα ζητήματα παραμένουν, χωρίς προοπτική επίλυσης, προς το παρόν τουλάχιστον, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι απαραίτητο να επικρατεί συνεχώς ένα κλίμα ρητορικών εξάρσεων και απειλών που δεν οδηγεί πουθενά. Και γι’ αυτό συμφώνησαν στην παράταση του Μορατόριουμ στο Αιγαίο και σε μια σειρά επαφών σε διάφορα επίπεδα, με κατάληξη τη σύγκληση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας, σε επίπεδο κορυφής, τον ερχόμενο Δεκέμβριο στη Θεσσαλονίκη. Η περιώνυμη Χάγη μπορεί λοιπόν να περιμένει, όταν μάλιστα καμία πλευρά δεν δείχνει διατεθειμένη να πληρώσει το αναγκαίο πολιτικό κόστος που η επιλογή αυτή προϋποθέτει.
Ετσι πάντως – και αν όσα συμφωνήθηκαν τηρηθούν – ανοίγει ο δρόμος για τον Κυριάκο Μητσοτάκη να ασχοληθεί απερίσπαστος από τη συνεχή τουρκική απειλή με τα γνωστά σοβαρότατα εσωτερικά προβλήματα που έχουν προκύψει και που απαιτούν άμεσες επώδυνες λύσεις, καθώς έχουν ανατρέψει πλήρως τα όσα αρχικά προγραμμάτιζε ο Πρωθυπουργός, με βάση την πρόοδο της οικονομίας και την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Οταν μάλιστα η κυβέρνηση δείχνει να έχει χάσει τον βηματισμό της και μια κρίση με την Τουρκία θα ήταν το τελευταίο που θα επιθυμούσε. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός ότι, αν φθάσουμε τελικά στα πρόθυρα της Χάγης, θα προκύψει και πάλι το τεράστιο πρόβλημα των αντιδράσεων των γνωστών εθνικιστικών κύκλων, που όλα αυτά τα χρόνια δυναμιτίζουν κάθε προσπάθεια ελληνοτουρκικής προσέγγισης.
Αλλά και ο Ερντογάν θα πρέπει κάποια στιγμή να εγκαταλείψει την απαράδεκτη θέση περί δύο κρατών στην Κύπρο, την οποία άλλωστε κανείς διεθνής παράγων δεν στηρίζει, παράλληλα με την προκλητική θεωρία περί Γαλάζιας Πατρίδας, που δεν εντάσσεται βέβαια στο νέο κλίμα ηρεμίας στο οποίο συμφώνησε στη Νέα Υόρκη. Και είναι η θετική αυτή εξέλιξη των ελληνοτουρκικών που του επιτρέπει να στρέψει την προσοχή του και στη βελτίωση των σχέσεων με την Αίγυπτο και το Ισραήλ, με τις οποίες είχε έλθει έχει σε ρήξη στο πρόσφατο παρελθόν. Ετσι δεν στερείται σημασίας η συνάντησή του με τον Νετανιάχου στη Νέα Υόρκη και η επικείμενη επίσκεψή του στην Ιερουσαλήμ, τη στιγμή που επιδιώκει την ενεργειακή συνεργασία στην Ανατολική Μεσόγειο, επιχειρώντας ανοίγματα και προς τα Εμιράτα και προς τη Σαουδική Αραβία. Συνεργασία όμως που μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση και πάλι με την Ελλάδα, αν αυτή αποκλεισθεί από μια ευρύτερη προοπτική συνεργασίας στην ευαίσθητη αυτή περιοχή.