Από τη Δευτέρα η χώρα επιχειρεί την πρώτη αγωνιώδη έξοδο από τον ασφυκτικό και απολύτως περιοριστικό κύκλο των αυστηρών μέτρων ελέγχου της πανδημίας. Και το επιχειρεί με τους καλύτερους δυνατούς όρους, σε σχετικά ελεγχόμενες υγειονομικές συνθήκες, με το Εθνικό Σύστημα Υγείας ανθεκτικό, το προσωπικό μάχιμο, τις απώλειες μετρημένες, τις υπεύθυνες δυνάμεις της πολιτικής προστασίας ετοιμοπόλεμες και με τον καιρό ευνοϊκό, στον βαθμό που πιστεύουμε ότι οι υψηλότερες θερμοκρασίες και το ξηρό καλοκαιρινό κλίμα της Ελλάδας περιορίζουν τη μετάδοση και τη διασπορά αυτής της τόσο επιθετικής νόσου. Ωστόσο, δεν χωρεί αμφιβολία ότι βεβαιότητες δεν υπάρχουν για την έκβαση του επερχόμενου σταδιακού «ξεκλειδώματος» της κοινωνίας και της οικονομίας. Οι κίνδυνοι ενός ενδεχόμενου πισωγυρίσματος παραμένουν μεγάλοι, καθώς η εξίσωση είναι πολυπαραγοντική, με πολλούς αγνώστους και ακόμη περισσότερες απροσδιόριστες παραμέτρους. Εν πολλοίς, το αποτέλεσμα της εξόδου δεν είναι διασφαλισμένο, ούτε εγγυημένο. Και δεν θα μπορούσε να είναι γιατί απλούστατα κανείς αυτή την ώρα, ούτε επιστήμονας ούτε κυβερνήτης, δεν μπορεί, δεν διαθέτει τα απόλυτα στοιχεία και τη στέρεη γνώση προκειμένου να προσφέρει τις διεκδικούμενες βεβαιότητες ή να παράσχει εγγυήσεις. Επί του παρόντος δεν γνωρίζουμε τον χρόνο παραγωγής του εμβολίου, ούτε τον χρόνο έγκρισης αντι-ιικών φαρμάκων, ικανών να ανακόπτουν την εξέλιξη της νόσου. Επιπλέον, αναθεωρούνται απόψεις και εκτιμήσεις, π.χ. για τη μεταδοτικότητα του ιού στα παιδιά και από αυτά στους υπολοίπους. Τα νεότερα επιδημιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι τα παιδιά συμμετέχουν πολύ λιγότερο στη διάδοση της νόσου από ό,τι αρχικώς πιστεύαμε. Δεν γνωρίζουμε επίσης αν το φθινόπωρο μας περιμένει ένα δεύτερο κύμα της πανδημίας και βεβαίως αγνοούμε πόσο δυναμική, συντονισμένη και αποτελεσματική θα είναι η απάντηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης απέναντι στο παρεπόμενο οικονομικό σοκ. Γι’ αυτό και κανείς δεν δύναται να προσδιορίσει με ακρίβεια τις οικονομικές συνέπειες, το βάθος της ύφεσης και οι όποιες προβλέψεις διακρίνονται για το μεγάλο εύρος τους, παρά για οτιδήποτε άλλο. Παρά ταύτα, εκ των συνθηκών, η διατήρηση των περιοριστικών μέτρων δεν μπορούσε πια να υποστηριχθεί. Θα παραβιαζόταν το «κλείδωμα», και η έξοδος κατά πάσα βεβαιότητα θα ήταν ανεξέλεγκτη και άναρχη. Κακά τα ψέματα, ούτε οι πολίτες αντέχουν την παράταση των περιοριστικών μέτρων ούτε η υποχώρηση των οικονομικών και άλλων δραστηριοτήτων το επιτρέπει. Διατηρούμενο επί μακρόν το «κλείδωμα» εγκυμονεί σοβαρότερες συνέπειες ακόμη και από αυτές του κορωνοϊού. Η κυβέρνηση και προσωπικά ο Πρωθυπουργός, αφού αξιολόγησαν τις εισηγήσεις των γιατρών και των ειδικών και ζύγισαν τις πολλαπλές συνέπειες διατήρησης του «κλειδώματος», επέλεξαν το άνοιγμα, προτρέποντας τους πολίτες να τηρούν τους βασικούς κανόνες υγιεινής, της απόστασης και της υποχρεωτικής χρήσης μασκών στους χώρους όπου επικρατούν συνθήκες συνωστισμού. Η ιδέα λοιπόν είναι να επιχειρηθεί το πρώτο βήμα, να είναι λελογισμένο, να τελεί υπό 24ωρο έλεγχο από το παρατηρητήριο του ΕΟΔΥ, ώστε να υπάρξει άμεση αντίδραση αν χρειαστεί και έτσι να μετρηθούν με σχετική ασφάλεια οι όποιες συνέπειές του. Η κυβέρνηση γνωρίζει – και στη βάση αυτής της γνώσης αποφάσισε το βήμα εξόδου – πως αν δεν επιχειρήσει κάτι τώρα, η χώρα θα κινδυνεύσει να χάσει τον έλεγχο της οικονομίας και να βρεθεί αντιμέτωπη με ανεξέλεγκτες κοινωνικές εντάσεις, που θα πηγάζουν όχι από την πανδημία πια αλλά από τις συνθήκες οικονομικής κατάρρευσης και της επακόλουθης ανείπωτης φτώχειας. Υπό αυτή την έννοια οι πολιτικές δυνάμεις οφείλουν αυτή την ώρα συστράτευση και όχι άγονους ανταγωνισμούς. Οι συνθήκες παραμένουν εύθραυστες και απαιτούν προσεκτικά και μελετημένα βήματα επανεκκίνησης. Ουδείς απαιτεί από την αντιπολίτευση να απαρνηθεί τον θεσμικό της ρόλο. Ωστόσο ο έλεγχός της επιβάλλεται να είναι περισσότερο δημιουργικός παρά πολεμικός. Πρώτιστο εθνικό καθήκον στις παρούσες συνθήκες είναι η επιβίωση της χώρας και του λαού. Τα υπόλοιπα έπονται… ΤΟ ΒΗΜΑ