Η κοινωνική έρευνα για τις συνθήκες φυλάκισης των ανηλίκων στην Ελλάδα και τις επιπτώσεις που επιφέρουν στην ψυχολογική τους ζωή είναι ιδιαίτερα περιορισμένη, σε αντίθεση με τη δημοσιογραφική έρευνα που, σε διάφορος χρόνους, έχει αποκαλύψει τις απάνθρωπες συνθήκες κράτησης και αντιμετώπισης κρατουμένων.
Οι ανήλικοι κρατούμενοι συνιστούν μια ειδική, ευαίσθητη ομάδα λόγω της αναπτυξιακής περιόδου που συμπίπτει με την εφηβεία, η οποία χαρακτηρίζεται από μεγάλες αλλαγές στη συμπεριφορά, αλλά και από μια βαθιά ανάγκη συγκρότησης ενός εαυτού, μιας κοινωνικής και αυθύπαρκτης ψυχολογικής ύπαρξης.
Τα σύγχρονα δεδομένα της νευροεπιστημονικής έρευνας για τις αναπτυξιακές διεργασίες που συμβαίνουν στον εφηβικό εγκέφαλο αντανακλούν τη μεγάλη δραστηριότητα που επιτελείται σχετικά με τη λήψη αποφάσεων, τον έλεγχο των παρορμήσεων και τη διαμόρφωση στρατηγικών δράσης.
Δεδομένης αυτής της αναπτυξιακής ευαισθησίας, συνδεόμενης με το πώς περιοχές του εφηβικού εγκεφάλου ωριμάζουν και πώς τα νευρωνικά κυκλώματα αναδιατάσσονται, οι τρόποι μεταχείρισης και αντιμετώπισης απαιτούν επαυξημένη προσοχή και φροντίδα.
Είναι προφανές ότι σε μια συνθήκη πλήρους αποστέρησης της ελευθερίας, όπως συμβαίνει στη φυλακή, όλες αυτές οι αναπτυξιακές διεργασίες καταστρέφονται προκαλώντας ανεπανόρθωτες βλάβες στη συναισθηματική, την κοινωνική και την ψυχολογική ζωή των ανήλικων κρατουμένων. Αυτή η αντικειμενική δεινή συνθήκη επιδεινώνεται από μια σειρά άλλους παράγοντες, οι οποίοι σχετίζονται με τις συνθήκες φυλάκισης, της συναναστροφής, της πλήρους αποκοπής από την καθημερινότητα της πραγματικής ζωής, της βίας από τα καψώνια, του παθητικού χρόνου.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον καθολικής αποστέρησης, αποκοπής και διάχυτης απειλής για ταπεινωτική και βίαιη μεταχείριση είναι εύλογη η πρόγνωση για τον επιβλαβή βιογραφικό εκτροχιασμό των ανήλικων κρατουμένων, ο οποίος σφραγίζεται από την αδυναμία της ωρίμανσης, τον κοινωνικό στιγματισμό και την ψυχική συντριβή. Είναι γνωστό από τη διεθνή βιβλιογραφία ότι οι νέοι κρατούμενοι στις φυλακές υποφέρουν από σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας, όπως κατάθλιψη, αυτοκτονικό ιδεασμό, χρήση ουσιών και αλκοόλ, από προβλήματα συμπεριφοράς και μαθησιακές δυσκολίες σε υψηλότερα ποσοστά σε σύγκριση με ομάδες του γενικού πληθυσμού.
Η εμπλοκή τους με τον νόμο και το σύστημα της απονομής δικαιοσύνης είναι η κορυφή του παγόβουνου μιας ζωής χωρίς συναισθηματική ένταξη, με σοβαρά προβλήματα στη συμπεριφορά πιθανώς συνδεόμενα με κενά στη γνωστική, την ηθική και την ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη.
Κατά τη διάρκεια της φυλάκισης, όλες αυτές οι δυσκολίες διογκώνονται λόγω της απομόνωσης, της διαρκούς ταπείνωσης και του εκφοβισμού, της ανίας και της θυματοποίησης που συχνά συμβαίνει μεταξύ των ανηλίκων κρατουμένων επιφέροντας ισχυρές βλάβες στην ψυχολογική τους ζωή.
Η θυματοποίηση από κρατουμένους κατ’ επανάληψη συνιστά έναν ισχυρό δείκτη για ιδέες τερματισμού της ζωής και απόπειρα αυτοκτονίας. Είναι επείγουσα ανάγκη να υπάρξει ειδική μέριμνα για τους ανήλικους κρατουμένους μεταρρυθμίζοντας το σωφρονιστικό σύστημα προς μια ανθρωποκεντρική προσέγγιση που θα εφοδιάζει μαθησιακά τους κρατουμένους με ασφάλεια και προστασία από απειλές για τη σωματική ακεραιότητά τους και την ψυχολογική τους στήριξη.
Τα μέτρα της ψυχοκοινωνικής τους αποκατάστασης μετά την έκτιση της ποινής τα οποία θα συμπεριλαμβάνουν επαγγελματική κατάρτιση, διαρκή υποστήριξη και συμβουλευτική αποτελούν μια επείγουσα αναγκαιότητα προκειμένου να αποτραπεί η επιστροφή τους στο σωφρονιστικό σύστημα.
Η κυρία Αναστασία Ζήση είναι καθηγήτρια Ψυχικής Υγείας στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου.