Προτού για ένα κόμμα καταρρεύσουν οι αριθμοί στην κάλπη, μια ερμηνεία που δίνει για τα πράγματα και τα πρόσωπα που συνδέονται μαζί τους έχει ήδη καταρρεύσει στην κοινωνία. Αν αυτό που λέγεται δεν έχει αντιστοιχία με την πραγματική ζωή, μετά τον πιθανό εντυπωσιασμό, θα χαθεί στη στιγμή, χωρίς χρησιμότητα και χωρίς αποτέλεσμα. Και ένα κόμμα που αδυνατεί να μιλήσει αληθινά για τα «μικρά», έχει ήδη απολέσει την πειστικότητά του για τα «μεγάλα». Παρατηρώντας τη διαδρομή του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης τα τελευταία τέσσερα χρόνια, των χαμένων ευκαιριών και του ακτιβιστικά σπαταλημένου πολύτιμου χρόνου, εκπλήσσεται κανείς από την αδυναμία διαμόρφωσης ενός πλαισίου κριτικής της τότε κυβέρνησης και των κύριων εκφραστών της καθώς και της διατύπωσης μιας επεξεργασμένης εναλλακτικής πολιτικής πρότασης. Η πολιτική είναι μια υπόθεση απέναντι και εναντίον. Αν πιστεύεις όμως ότι είσαι απεσταλμένος της ιστορίας, αγνοείς το διαλεκτικά συνδεδεμένο με αυτό ζωτικό συμπλήρωμα, μια πειστικά θεμελιωμένη πρόταση άλλης συλλογικής πορείας. Αν απουσιάζει αυτό, βρίσκεσαι σε πολιτικό κενό. Στη μικρή αυτή άβυσσο θα πέσεις, αργά ή γρήγορα. Με αυτό το κενό συναντήθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ. Ακολούθησε η ορμητική και μη ανακοπτόμενη πλέον εξάντλησή του.
Εγιναν προσπάθειες να καλυφθεί το κενό. Μια απόπειρα του είδους – παράδειγμα αδυναμίας κατανόησης και λάθους ανάγνωσης – είναι εκείνη που επιχείρησε να παρουσιασθεί ως «Ορμπαν» ο τότε πρωθυπουργός. Ως εντυπωσιασμός διατυπώθηκε, ως εντυπωσιασμός χάθηκε. Οταν ένα πολιτικό επιχείρημα έρχεται και φεύγει, όταν σου λείπει το πολιτικό περιεχόμενο, παγιδεύεσαι μέσα στη σαθρή, για τις ανάγκες της στιγμής, προπαγανδιστική κατασκευή σου.
Ακούγαμε κάποτε για τα αναλυτικά εργαλεία της Αριστεράς. Ο μύθος αυτός, συνοδευόμενος από ιδεολογική υπεροψία των εκφραστών του, βρίσκεται και αυτός κάτω από τα ερείπια του αριθμού της κάλπης. Εκεί που θα περίμεναν οι πολίτες μια ερμηνεία για την εποχή, μια σειρά υποθέσεων για την κατανόηση της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, τους παράγοντες που πολλαπλασιάζουν τις ανισότητες και σκάβουν ταξικά χάσματα, το κράτος, τον ρόλο του, από την καθημερινή ζωή ως την καθολικά ελεγκτική φύση του, τις νέες ανάγκες στο μέτωπο της γνώσης και των επαναστατικών τεχνικών που εισβάλλουν ανατρεπτικά στην παραγωγή, πήραν τη θέση της αφορισμοί, καταγγελίες και τεχνάσματα. Δίπλα στο κενό αυτό, η κυβερνητική παράταξη, με δεδομένη και αδιατάρακτη τη συντηρητική εκλογική βάση της, εργάζεται πολιτικά, πραγματολογικά και ιδεολογικά για την προς τα αριστερά διεύρυνση και παγίωση της επιρροής της. Μεθοδικά και πειθαρχημένα κερδίζεται αθόρυβα μια νέα ζώνη πολιτικής και εκλογικής κυριαρχίας. Ο συμβατικά λεγόμενος χώρος του κέντρου, της Κεντροδεξιάς, ως τα όρια της Κεντροαριστεράς. Πρόκειται για μια πολιτική μεταβολή με διάρκεια και αντοχή. Ηδη προβλήματα θεσμικού τύπου αφομοιώθηκαν γρήγορα από αυτή την κατηγορία πολιτών, που ευρύτερη από αυτό που νομίζαμε, συνιστά μια αθόρυβη ζώνη υποστήριξης της παράταξης που ως κυβέρνηση ξεκινάει τα πρώτα βήματά της. Στη βάση αυτής της επιτυχημένης επέκτασης της συντηρητικής παράταξης προς τα αριστερά της υπάρχει ένα ενδιαφέρον οικονομικό, κοινωνιολογικό και ανθρωπολογικό υπόστρωμα, που πήρε μορφή μέσα στην κρίση και οδήγησε, διά της σύγκρισης, στην απόρριψη της πολιτικής κερδοσκοπίας αυτής της κρίσης και των διεκπεραιωτών αυτής της τραυματικής κερδοσκοπίας. Ολα κρίνονται και όλα θα κριθούν στον μακρύ χρόνο.
Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.