Οι Αμερικανοί λένε ότι στην κηδεία του καλού δημοσιογράφου δεν έχει κόσμο. Εννοούν ότι ο μακαρίτης δυσαρέστησε τους πάντες και έτσι στο τελευταίο κατευόδιο βρέθηκαν ελάχιστοι για τον ύστατο αποχαιρετισμό. Καλό, αν και επιδέχεται τροποποιήσεις. Οσοι πηγαίνουν στην κηδεία του καλού δημοσιογράφου το κάνουν για να βεβαιωθούν ότι πέθανε. Εχουμε καλούς δημοσιογράφους στην Ελλάδα; Νομίζω πως ναι. Περισσότερους από όσους νομίζετε και, ευτυχώς, όσοι γνωρίζω χαίρουν άκρας υγείας. Εχουμε καλά μέσα ενημέρωσης; Λιγότερα από όσα νομίζετε. Πολύ λιγότερα. Η εφημερίδα που κρατάτε στα χέρια σας είναι ένα από αυτά. Και συμφωνείτε. Αλλιώς δεν θα ήταν στα χέρια σας, αλλά γύρω από μισό κιλό σαρδέλες.
«Το Βήμα της Κυριακής», διά του Βασίλη Λαμπρόπουλου, έβγαλε στο φως το θέμα του μοντάζ στα ηχητικά αρχεία του ΟΣΕ. Και όμως, οι πρώτες και οι πιο θορυβώδεις αντιδράσεις δεν είχαν να κάνουν με το περιεχόμενο του ρεπορτάζ αλλά με τη δημοσιοποίησή του. Μεταξύ μας, δεν ήταν παράλογο αλλά μάλλον αναμενόμενο. Στην Ελλάδα έχουμε μάθει να αναζητούμε αυτό που βρίσκεται πίσω από τις λέξεις, παραβλέποντας το αυτονόητο: οι εφημερίδες υπάρχουν για να ελέγχουν και να αποκαλύπτουν. Αυτή η απλή συνθήκη δεν είναι πάντα κατανοητή από όλους. Ασφαλώς και πρωτίστως ευθύνεται ο Τύπος για αυτό. Στα περίπτερα της χώρας λιάζονται, εδώ και δεκαετίες, τέρατα υπό μορφή τίτλων που κρέμονται από τα μανταλάκια. Το να λειτουργεί μια εφημερίδα με το θάρρος της γνώμης και υλικό το πρωτογενές ρεπορτάζ είναι λογικό να ξενίζει.
Οταν, λοιπόν, η εφημερίδα δημοσίευσε το ρεπορτάζ του Βασίλη Λαμπρόπουλου, σηκώθηκε ένας παραπολιτικός, σχεδόν κουτσομπολίστικος κουρνιαχτός με κραυγές και ψιθύρους για σκοπιμότητες και σκοτεινές μεθοδεύσεις. Εκδηλώθηκαν μάλιστα και αντιδράσεις κυβερνητικών στελεχών που επικαλέστηκαν την ιστορία αυτής της εφημερίδας για να καταγγείλουν την αποκάλυψη της αλήθειας. Πρέπει να ήταν η πρώτη φορά που, ενώ μια εφημερίδα έκανε δημοσιογραφική επιτυχία, όσοι θίχθηκαν θεώρησαν ότι το φύλλο προσβάλλει την ιστορία του. Από την άλλη, οι εξελίξεις που ακολούθησαν είχαν και κάτι από την κανονικότητα μιας δυτικής χώρας. Η αποκάλυψη προκάλεσε πολιτικές εξελίξεις, κατατέθηκε πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης και ακολούθησε ένα θυελλώδες κοινοβουλευτικό τριήμερο. Η κυβέρνηση δυσαρεστήθηκε. Αναμενόμενο. Αλλά για αυτό υπάρχουν οι καλές εφημερίδες. Για να ελέγχουν και να δυσαρεστούν κυβερνήσεις.
Ταυτοχρόνως, όμως, η κυβέρνηση εξετέθη. Αρχικώς ακούσαμε ότι το ρεπορτάζ δημοσιεύθηκε σε συνεννόηση με το ΠαΣοΚ προκειμένου το κόμμα να είναι έτοιμο για την κατάθεση πρότασης δυσπιστίας. Ναι. Και αυτό το κείμενο πρώτα θα το δει ο Ανδρουλάκης και μετά θα πάει στη διόρθωση. Εν συνεχεία το ρεπορτάζ αποδόθηκε αορίστως σε «συμφέροντα», τα οποία ουδείς κατονόμαζε επισήμως, πλην όμως δύο υπουργοί τα επισκέφθηκαν κατ’ οίκον. Ακολούθησε η ευφάνταστη «αποκάλυψη» για το SMS της πρωθυπουργικής συζύγου προς τον ιδιοκτήτη του μέσου. Και ένα τσαλαβούτημα σε κακόγουστο κουτσομπολιό προκειμένου να αποφευχθεί η επαφή με την ουσία του πράγματος. Φτάσαμε να συζητάμε πώς και γιατί η εφημερίδα λειτούργησε ως όφειλε και αφήσαμε στην άκρη την ταμπακιέρα: ποιος έβαλε χέρι στα ηχητικά του ΟΣΕ;
Απάντηση δεν πήραμε. Ούτε και πρόκειται, λογικά. Ρωτήστε ένα ντουβάρι. Βρείτε το άγαλμα με το οποίο είχε πιάσει την κουβέντα ο Πουλόπουλος. Είναι πιο πιθανό να μάθετε κάτι για το μοντάζ, από το να ρωτήσετε τον κυβερνητικό εκπρόσωπο. Δεν υπάρχει απάντηση. Το θέμα δεν υφίσταται για την κυβέρνηση. Και προσέξτε, δεν βγαίνει κάποιος να πει ότι έχει πλήρη άγνοια. Απλώς δεν απαντούν. Και στη Βουλή το μόνο που ακούσαμε ήταν ότι ο Πρωθυπουργός δεν είχε καμία διάθεση να μοντάρει ηχητικά τα ξημερώματα μετά την τραγωδία. Σύμφωνοι. Ομως κάποιος έκατσε μπροστά σε έναν υπολογιστή και έπιασε την κοπτοραπτική. Αυτό εξετάζεται από την αστυνομική έρευνα. Μπορεί να μη μάθουμε ούτε τώρα την αλήθεια, αλλά τουλάχιστον ανοίγουν κάποια συρτάρια, ενδεχομένως και στόματα. Επρόκειτο να συμβεί κάτι τέτοιο χωρίς τη δημοσιογραφική αποκάλυψη;
Και όμως, η αποκάλυψη θεωρήθηκε κίνηση με σκοπό την κυβερνητική αποσταθεροποίηση. Ας αντιστρέψουμε το επιχείρημα διά της λογικής. Αν η εφημερίδα κρατούσε το θέμα έξω από τις σελίδες της, τότε μπορούμε να υποθέσουμε ότι δεν θα υπονόμευε την κυβέρνηση. Σωστά; Ναι, σωστά. Ομως έτσι δεν παραδεχόμαστε ότι η κυβέρνηση στέκει σταθερή επειδή η αλήθεια μένει κρυμμένη;