Εγκαθίσταται και πυκνώνει η δημόσια συζήτηση για τις ευρωεκλογές. Λογικό. Καθετί που λέγεται ή γίνεται ή αποφασίζεται από τις πολιτικές δυνάμεις ή την Κυβέρνηση είναι ρητά ή άρρητα συνδεδεμένο με την αναμέτρηση του Ιουνίου. Εχει αναφορά στην κρίσιμη εκείνη εκ των πραγμάτων Κυριακή.
Ενα στερεότυπο συνοδεύει την κάλπη των ευρωεκλογών. Είναι, λέει, χαλαρή. Οπως όλα τα στερεότυπα δεν αντέχει ο ισχυρισμός στην κριτική, παρά την αυθόρμητη αποδοχή παρόμοιων εξωτερικά ορθών διαπιστώσεων. Πράγματι. Οι ευρωεκλογές φαίνονται έτσι. Ο ισχυρισμός διατυπώνεται προκειμένου να υποτιμηθεί η πολιτική και ευρύτερη αξία τους, ώστε ιδιαίτερα στην περίοδο που διανύουμε να μη γίνει το αποτέλεσμά τους συστατικό της επόμενης μέρας. Φαίνονται έτσι, δεν είναι έτσι.
Οι εκλογές του Ιουνίου έχουν ιδιαίτερη πολιτική σημασία για τη διαδρομή και η βαρύτητά τους δεν συγκρίνεται με καμία προηγούμενη. Εξάλλου κάθε εκλογή είναι απολύτως ιδιαίτερη, δεν μοιάζει με καμία άλλη και δεν αποτελεί μηχανική επανάληψή της, όπως θα ήθελαν οι οπαδοί της στερεοτυπικής ανάγνωσης των πραγμάτων.
Γιατί; Πολλοί παράγοντες. Συμπληρώνονται πέντε χρόνια διακυβέρνησης από τη Νέα Δημοκρατία. Χρόνος επαρκής για να αποτιμηθεί η πολιτική δυνατότητα του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου για περαιτέρω βήματα, αν κανείς σε προηγούμενη φάση είχε πεισθεί ότι υπάρχει μια βούληση βημάτων και αλλαγών. Μια κόπωση μοιάζει να έχει κερδίσει και μια εξάντληση της ελπίδας για καίριες μεταρρυθμιστικού τύπου αλλαγές να αποτελεί σταθερή καταγραφή σε συμπεριφορές και αριθμούς. Η αποθάρρυνση μιλάει συνήθως για ένα τέλος και ο συμβιβασμός για μια παραίτηση.
Η αναμέτρηση αυτή προσδιορίζεται ακόμη από ένα καταλυτικό νέο δεδομένο, που η ένταση της ύπαρξής του καθόρισε όλες τις προηγούμενες αναμετρήσεις. Του Ιουλίου του 2019, του Μαΐου και του Ιουνίου του 2023. Του ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ, ο αποτελεσματικός αυτός, ως ελπιδοφόρος αντίπαλος για τη Νέα Δημοκρατία πολιτικός εχθρός, δεν υπάρχει πλέον. Δεν υπάρχει πηγή του πολιτικού φόβου, ηττήθηκαν οι σημαίες του. Αυτή η απουσία, σε συνδυασμό με την πολιτική αδυναμία της λοιπής αντιπολίτευσης, επιχρωματίζει την ευρύτερη πολιτική συνθήκη, εντός της οποίας η ανάγνωση, το ζύγισμα και η αποτίμηση της συνολικής κυβερνητικής στάσης, του ύφους της διακυβέρνησης και του περιεχομένου των επί μέρους αποφάσεων θα αφομοιωθούν με μεγαλύτερη πολιτική ελευθερία. Το περιθώριο της κριτικής προς την Κυβέρνηση έκφρασης είναι προκλητικά ευρύτερο. Κάτι σαν πολιτικός πειρασμός αποδοκιμασίας.
Μπορεί η κρατούσα εικόνα να συνεχιστεί αδιατάρακτη. Και η κυβερνητική αριθμητική κυριαρχία να επιβεβαιωθεί πανηγυρικά στην κάλπη του Ιουνίου. Μπορεί πάλι να συναντηθούμε με την εμπειρία του «εξαίφνης», του φίλου μας του Πλάτωνα. Τη ρωγμή που μη αναμενόμενα και απρόοπτα συμβαίνει, την ποιοτική μεταβολή που φέρνει μαζί της μια αλλαγή, που τα θέτει όλα σε κίνηση από την αρχή και τίποτα πια δεν μοιάζει με το χθες.
Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.