Περνώντας πριν από κάποια χρόνια έξω από το Πολυτεχνείο του Λονδίνου ακούσαμε μια ομάδα νεαρών να μιλούν ελληνικά. Καθώς διαπιστώσαμε ότι είναι έλληνες φοιτητές, μπήκαμε στον πειρασμό να τους ρωτήσουμε αν στα εκεί ΑΕΙ γίνονται καταλήψεις και αν κομματικές νεολαίες δραστηριοποιούνται με αφισοκολλήσεις και μουτζούρωμα των τοίχων. Η απάντηση ήταν ομόφωνη: Πού να βρούμε καιρό για τέτοια; Αν δεν σκοτωθούμε στο διάβασμα και αποτύχουμε στις εξετάσεις έστω και μία φορά αποχαιρετούμε τις πανεπιστημιακές σπουδές. Δεν προβλέπεται συνέχεια όπως στην Ελλάδα. Να μια αναγκαία τομή που δεν ακούσαμε να περιλαμβάνεται στο κατά τα άλλα πρωτοποριακό εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας. Εκτός αν υπονοείται μέσω της υπόσχεσης ότι θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των αιώνιων φοιτητών. Διότι αυτοί οι τελευταίοι, που υπερβαίνουν σε αριθμό τους κανονικούς φοιτητές, προκύπτουν εν πολλοίς από το δικαίωμα απεριόριστου αριθμού εξεταστικών περιόδων για κάθε μάθημα σε όλα τα έτη σπουδών. Ετσι συσσωρεύονται μαζί με τους κανονικά εισερχομένους και οι απειράριθμοι παλαιών ετών, που επωφελούνται αυτού του αντιπαραγωγικού συστήματος εξετάσεων. Αυτό είναι που θάλπει την αδιαφορία στη μελέτη και παρακολούθηση των μαθημάτων, και επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά και των δύσμοιρων γονέων, οι οποίοι μάλιστα δεν έχουν το δικαίωμα να πληροφορηθούν αν προάγεται ο γιος τους και σε ποιο μάθημα ή έτος έχει σκοντάψει, καθώς το μυστικό αυτό το προστατεύει η νομοθεσία περί προσωπικών δεδομένων.
Κι όμως όταν εγώ είχα την τύχη να επιδιώξω την εισαγωγή μου στην ανώτατη εκπαίδευση (1949) έδωσα εξετάσεις στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μόνο. Αν επιτύγχανες με βαθμό 10 και άνω και για ορισμένο αριθμό θέσεων ευτυχούσες να γίνεις φοιτητής σε αυτήν. Ηταν άγνωστο το ελληνικής ευρεσιτεχνίας να δίνεις ταυτόχρονα για πολλές σχολές και σε οποιοδήποτε πανεπιστήμιο ανά την επικράτεια και όπου πιάσεις τις διαβόητες βάσεις. Μπορούσες φυσικά να ξαναδώσεις εξετάσεις ή να δοκιμάσεις με ξεχωριστές εξετάσεις σε άλλη σχολή. Νομίζω επίσης ότι τον αριθμό των φοιτητών που γίνονταν δεκτοί τον καθόριζαν τα ΑΕΙ και όχι το υπουργείο Παιδείας όπως σήμερα.
Πέραν αυτού του λογικότερου συστήματος εισαγωγής στα πανεπιστήμια, ίσχυε επίσης ελάχιστος αριθμός εξεταστικών περιόδων για κάθε μάθημα που ήταν δύο εξάμηνα. Και φυσικά δεν μπορούσες να είσαι φοιτητής επόμενου έτους αν δεν είχες εξετασθεί επιτυχώς σε όλα τα μαθήματα του προηγούμενου έτους. Τέλος, για αναδειχθείς σε πτυχιούχο είχες δικαίωμα μόνο σε δύο εξεταστικές δοκιμασίες και μετά ενώπιον τριμελούς επιτροπής. Ετσι λειτουργούσε ομαλά και αξιοκρατικά η ανώτατη εκπαίδευση και περιόριζε στο ελάχιστο τους αποκαλούμενους αιώνιους φοιτητές.
Δυστυχώς με τα σήμερα ισχύοντα εκτός από τον τεράστιο αριθμό αιωνίων συμβαίνει και το εξής ακόμα χειρότερο: Πολλοί από αυτούς προσερχόμενοι για εξετάσεις αμελέτητοι προτείνουν αναίσχυντα στους καθηγητές τους να τους μηδενίσουν και να μη χάνουν την ώρα τους υποβάλλοντας ερωτήσεις. Οχι σπάνια, οι εξεταστές καθηγητές δίνουν τελικά ένα δημοκρατικό πέντε στους ανάξιους για πτυχίο προκειμένου να τους ξεφορτωθούν, με αποτέλεσμα χιλιάδες fake πτυχιούχους. Ετσι δεν είναι περίεργο που έχουμε πρωθυπουργό ο οποίος δεν γνωρίζει ότι κάνοντας στροφή 360 μοιρών παραμένεις στην ίδια θέση.