Ο Στιβ Τζομπς απεχθανόταν τις έρευνες αγοράς. Ο συνιδρυτής της Αpple είχε αντιληφθεί προφανώς τη ματαιότητά τους. Θεωρούσε ότι οι καταναλωτές στην ουσία δεν γνωρίζουν, ή δεν μπορούν να φανταστούν, τι ακριβώς επιθυμούν. Η δική τους δουλειά περιορίζεται στην κατανάλωση. «Εγώ ξέρω τι θέλουν, όχι εκείνοι» δήλωνε με μια δόση αλαζονείας επιβεβαιώνοντας το ηγετικό του προφίλ.
«Μην αφήσετε τον θόρυβο της άποψης των άλλων να πνίξει τη δική σας εσωτερική φωνή» προέτρεπε τους αποφοίτους του Στάνφορντ το 2005. Στην ουσία υποστήριζε ότι, ακόμη και αν αποτύχεις, καλύτερα να είσαι σίγουρος ότι φταις εσύ και μόνο εσύ. Συμπύκνωσε τη φιλοσοφία του σε ένα απλό και σαφές μήνυμα που γνώρισε τεράστια απήχηση: «Τhink different». Κάτι σαν την «αλλαγή» του ΠαΣοΚ, εάν αποτολμούσαμε μια αυθαίρετη και αδόκιμη αναγωγή στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας. Ποιος μπορεί να συνοψίσει σήμερα σε μία λέξη – έστω δύο – το σχέδιο, το αφήγημα ή το όραμα των κομμάτων που θέλουν να διεκδικήσουν την εξουσία; Στο ρητορικό αυτό ερώτημα, τα ηγετικά στελέχη πρέπει να αναζητήσουν την απάντηση στη δική τους «εσωτερική φωνή», εφόσον φυσικά διαθέτουν, και όχι στις απαντήσεις πρόχειρων ερωτηματολογίων.
Η προσφυγή στη βοήθεια του κοινού προδίδει αδιέξοδα και αδυναμία. Τα ερωτηματολόγια δεν αποτελούν λύση, αλλά «λυσάρια» που δίνουν πρόχειρες, απλοϊκές και επιφανειακές απαντήσεις σε ερωτήματα δύσκολα και απαιτητικά. Ενίοτε μάλιστα τα ευρήματά τους μπορεί να λειτουργήσουν αποπροσανατολιστικά.
Γι’ αυτό ακριβώς ο Τζομπς δεν βρέθηκε ποτέ στην ανάγκη να ρωτήσει το καταναλωτικό κοινό αν θα το ενδιέφερε να αποκτήσει ένα κινητό με οθόνη αφής ή μία «ταμπλέτα». Ούτε έθεσε ποτέ θέμα δημοψηφίσματος για το εάν το μισοδαγκωμένο μήλο θα γινόταν έμβλημα της εταιρείας του.