Ο Σημίτης που γνώρισα

Ο εκσυγχρονισμός της χώρας που προωθούσε, έβρισκε απέναντι το παλαιοκομματικό και πελατειακό κράτος που είχε γιγαντώσει η παράταξή του

Για τον Κώστα Σημίτη γράφτηκαν πολλά. Του αξίζουν περισσότερα.

Είμαι από τους τυχερούς ανθρώπους που τον γνώρισαν προσωπικά. Είχαμε δεκάδες συναντήσεις, επίσημες και ανεπίσημες, δημόσιες και ιδιωτικές. Υπήρξαμε για δεκαετίες συνάδελφοι στη Βουλή, πολιτικοί αντίπαλοι σε δύσκολους καιρούς και τολμώ να πω προσωπικοί φίλοι. Φαίνεται παράξενο; Ετσι ήταν.

Τον γνώρισα στη Βουλή, τη δεκαετία του ’80. Η πρώτη μου εικόνα: Ενας άνθρωπος σοβαρός, εξαιρετικά μορφωμένος, μιλούσε με στοιχεία, αριθμούς, με αναφορές σε γεγονότα. Κρατούσε πάντα μια απόσταση ασφαλείας από ανθρώπους και καταστάσεις, προτάσσοντας την ψύχραιμη ματιά και την αντικειμενική θεώρηση των πραγμάτων. Σε πλήρη αντίθεση με το κλίμα της εποχής και εμάς τους υπόλοιπους. Κάπως εκτός μόδας. Ωστόσο, οι πολιτικές του επιλογές ήταν θερμές και απόλυτες. Ηταν σταθερά προσηλωμένος στον χώρο της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, ενώ η θέση αυτή δεν ήταν πλειοψηφική, ούτε στη χώρα ούτε στον πολιτικό χώρο όπου ανήκε. Και εδώ εκτός μόδας.

Τη δεκαετία του ’90 αρχίσαμε να κάνουμε παρέα χάρη σε έναν κοινό φίλο. Ο Γιάννης, συμμαθητής του από το σχολείο, μας αγαπούσε και τους δύο. Η Δάφνη ήταν πάντα εκεί, στα κυριακάτικα γεύματα, μαζί και ελάχιστοι άλλοι. Μιλούσαμε για την πολιτική φυσικά, αλλά όχι μόνο.

Εκεί γνώρισα τον άνθρωπο, απλό και ζεστό με τους κοντινούς του, με σταθερές παρέες σε βάθος χρόνου, που αγαπούσε τα βιβλία, την κλασική μουσική, το θέατρο, τις τέχνες. Τον λάτρη της θάλασσας και της Σίφνου.

Οι συζητήσεις δεν ήταν πάντα εύκολες. Ακόμη και σε θέματα τέχνης. Αλλά υπήρχαν κοινά σημεία. Ο Σημίτης δεν άκουγε βέβαια Μητροπάνο, αλλά αγαπούσαμε και οι δύο τον Βέρντι. Δεν συμμεριζόταν τις αριστερόστροφες επιλογές μου στην ελληνική λογοτεχνία, αλλά περνούσαμε ώρες αναλύοντας τον χαρακτήρα του Σουηδού Κουρτ Βαλάντερ.

Στην πολιτική, τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα. Ωστόσο εκτιμούσα πάντα και απεριόριστα ορισμένα στοιχεία της πολιτικής του σκέψης, που τα θεωρώ και σήμερα ανεκτίμητα: O Σημίτης αγαπούσε την απλότητα, αδιαφορούσε για την κολακεία και εκτιμούσε την ευθύτητα ακόμη και όταν οδηγούσε σε αντιπαράθεση, που όμως απαιτούσε να γίνεται με ευπρέπεια, με αστική ευγένεια.

Απεχθανόταν τον εντυπωσιασμό και εργαζόταν με σχέδιο και μεθοδικότητα για την υλοποίηση του στόχου του, ακόμη και όταν κατέβαλλε προσωπικό κόστος. Ο εκσυγχρονισμός της χώρας που προωθούσε, έβρισκε απέναντι το παλαιοκομματικό και πελατειακό κράτος που είχε γιγαντώσει η παράταξή του. Το γνώριζε πλήρως και αντιστεκόταν σθεναρά στις σειρήνες του λαϊκισμού που κυριαρχούσαν στον δικό του πολιτικό χώρο για πολλά χρόνια. Ηξερε δηλαδή να διακρίνει πάντα αυτό που αξίζει από αυτό που άρεσε στα πλήθη.

Τις πολιτικές μας αντιπαραθέσεις, βοηθούσε και κάτι άλλο: Παρά την πολεμική που δεχόταν ο ίδιος και η διακυβέρνησή του από μέρος της Αριστεράς, ο Σημίτης είχε μια βιωματική σχέση μαζί της, που είχε να κάνει με τους αγώνες του πατέρα και της μητέρας του στην περίοδο της Κατοχής και μετέπειτα.

Εκτιμούσε γι’ αυτό ιδιαίτερα τις αξίες που καθόρισαν το αριστερό κίνημα του περασμένου αιώνα και σεβόταν βαθιά τους αγώνες της και τους αγωνιστές. Αυτό έσωζε την κατάσταση με μένα που τότε αναζητούσα υποχρεωτικά τον ριζοσπαστισμό σε κάθε αλλαγή και απέβλεπα στις ανατροπές και τις ταχύτητες. Ο δικός του δρόμος ήταν ασφαλώς διαφορετικός. Περνούσε μέσα από τη διαρκή προσπάθεια για μεταρρυθμίσεις και εκσυγχρονισμό, με το βλέμμα στραμμένο στην πρόοδο της χώρας συνολικά.  Σε αυτόν τον μεγάλο στόχο υπέτασσε όλα τα άλλα, λιγότερο η περισσότερο σημαντικά.

Πολιτικά, ήλθαμε κοντά με την ψήφιση της Συνθήκης του Μάαστριχτ, όταν ήμουν Πρόεδρος του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου. Μοιραστήκαμε έκτοτε την ιδέα του σταθερού ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας και την πεποίθηση πως η Ελλάδα μπορούσε να ενταχθεί στην ομάδα των πιο ισχυρών οικονομιών της Ευρώπης.

Μοιραστήκαμε την ελπίδα πως η Ελλάδα θα μπορούσε να προχωρήσει μπροστά και να γίνει ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος δικαίου, με αλληλεγγύη και κοινωνική συνοχή, κάτω από ένα πρόγραμμα στόχων της κεντροαριστεράς και με αντίστοιχη σύγκλιση και κυβερνητική συνεργασία όλων των πέραν της συντηρητικής παράταξης δυνάμεων. Η ομιλία του Κ. Σημίτη στο Συνέδριο του Συνασπισμού, εξέφρασε αυτή την ελπίδα.

Οι πολιτικές συνθήκες στην Αριστερά αποφάσισαν αλλιώς. Ο Συνασπισμός πορεύτηκε σε άλλους δρόμους δυστυχώς. Ομως, ο  Κώστας  Σημίτης, ως ηγέτης του ΠαΣοΚ και Πρωθυπουργός της χώρας, πέτυχε στη συνέχεια μια σειρά από αυτούς τους στόχους. Είμαι βέβαιη πως η σύγχρονη ελληνική ιστορία θα έχει μια ξεχωριστή σελίδα για την προσφορά  του στην πατρίδα.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.