Πριν από λίγες μέρες ο σπουδαίος ισπανός πρώην ποδοσφαιριστής και νυν προπονητής Λουίς Ενρίκε έδωσε μια συνέντευξη στο ισπανικό δίκτυο Movistar. Ρωτήθηκε πώς διαχειρίστηκε το 2019 τον θάνατο της εννιάχρονης κόρης του Τσάνα από καρκίνο. Εδωσε μια εντελώς απρόσμενη απάντηση την οποία τη σκεφτόμουν για πολύ καιρό μετά.

«Αναρωτιέμαι αν πρέπει να θεωρήσω το εαυτό μου τυχερό ή άτυχο. Εγώ θεωρώ πως είμαι πολύ τυχερός. Η κόρη μας πέθανε στα 9, αλλά ζήσαμε μαζί της 9 υπέροχα χρόνια και έχουμε χιλιάδες αναμνήσεις από εκείνη. Βίντεο, πράγματα… απίστευτο».

Νομίζω πως η μεγάλη πλειονότητα θα προτιμούσαμε να μην είχε γεννηθεί ποτέ ένα παιδί από το να ζήσουμε αυτόν τον απόλυτο, τον ανείπωτο πόνο. Ετσι κι αλλιώς φοβόμαστε πολύ να πονέσουμε. Δεν θεωρούμε τον πόνο οργανικό μέρος μιας ζωής αλλά μία ατυχία που μας χτυπάει, μία αδικία εις βάρος μας, ένα κάταγμα στην ομαλή ζωή του βίου μας.

Ο πόνος έχει βέβαια διαβαθμίσεις, αλλά μάλλον θα συμφωνήσουμε πως ο Λουίς Ενρίκε – και πολλοί ακόμη – τον έζησε στην επίτασή του. Δεν απαντάς εύκολα «Γιατί με ρωτάτε για τον θάνατό της και όχι για τη ζωή της; Γιατί με ρωτάτε για την ατυχία μου να τη χάσω και όχι για την τύχη μου να την έχω, έστω για εννέα χρόνια;».

Η αλήθεια είναι πως πολλές φορές τα εκπληρωμένα όνειρα αφήνουν περισσότερες πληγές από τα ανεκπλήρωτα. Τα εκπληρωμένα σού διδάσκουν τη ματαιότητα περισσότερο από τα ανεκπλήρωτα. Και κυρίως σου μαθαίνουν πως η διάρκεια της ευτυχίας είναι πολύ μικρότερη από εκείνη που φανταζόσουν. Δεν υπάρχουν προορισμοί και οριστικοί τόποι παρά μόνο διαδρομές που δεν καταλήγουν, δεν φτάνουν πουθενά, είσαι μονίμως στον δρόμο.

Στο θαύμα της ζωής, που έτσι και αλλιώς διαρκεί ελάχιστα, οποιαδήποτε ενδιάμεση μικρή ζωούλα είναι ευλογία, οποιαδήποτε πρόσκαιρη ευτυχία είναι ένα δώρο που δεν μας το υποσχέθηκε κανένας, που δεν είναι καθόλου αυτονόητο.

Μακάρι να μην υπήρχε ο πόνος, μακάρι να μην υπήρχε εκείνη η διαρκής αγωνία για τους ανθρώπους που αγαπάς, όμως υπάρχουν και τα δύο και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για αυτό. Κάποιο αντίτιμο θα έπρεπε να υπάρχει. Ετσι και αλλιώς οι δυστυχίες μας είναι εκείνες που μας ενώνουν, στις ευτυχίες σου νιώθεις πως αγαπάς μεν όλον τον κόσμο αλλά θεωρείς πως μπορείς και δίχως αυτόν, μπορείς και μόνος σου.

Υπάρχει ένα μοτιβάκι στο λαϊκό μας τραγούδι που περίπου λέει «καλύτερα να μη σε γνώριζα ποτέ παρά που χωρίσαμε». Δηλαδή καλύτερα να μη ζούσα την ομορφιά προκειμένου να ζήσω την απώλειά της.

Θα ήταν πολύ αλαζονικό να υποστηρίξει κάποιος πως αυτός ο φοβικός τρόπος να ζεις είναι λάθος, γιατί ο καθένας μας έχει διαφορετικές αντοχές στον πόνο. Κάποιοι δεν σηκώνονται ποτέ, δεν επιστρέφουν. Ολο το κουράγιο του κόσμου δεν σου φτάνει για να ισιώσεις. Αν όμως ισιώσεις, γίνεσαι το κουράγιο του άλλου.