Η ποινικοποίηση του δημόσιου βίου είναι το τελευταίο καταφύγιο του πολιτικού τσαρλατανισμού. Οι θιασώτες αυτής της πρακτικής είναι συνήθως άνθρωποι απαίδευτοι και πρωτίστως υποκρύπτουν ανομολόγητες επιδιώξεις. Είτε θέλουν να ενοχοποιήσουν τους αντιπάλους τους. Είτε επιχειρούν να συγκαλύψουν δικά τους ατοπήματα.
Σε ένα κράτος δικαίου, η πολιτική κριτική αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα. Είναι επιβεβλημένη. Και, πολύ περισσότερο, δεν συνιστά προσβολή. Η διερεύνηση των αθέατων πλευρών ενός δημόσιου προσώπου είναι χρήσιμη, διότι μεταξύ άλλων επιτρέπει στον κάθε πολίτη να γνωρίζει τη διαδρομή όλων εκείνων που επιδιώκουν να τον εκπροσωπήσουν.
Τις αυτονόητες και αναγκαίες αυτές παραδοχές φαίνεται να αμφισβητεί η περιφερειάρχης Αττικής. Τις αντιστρατεύεται, αποφεύγοντας επιμελώς να μας πει ποιες ήταν οι προγενέστερες επαγγελματικές και πολιτικές της δραστηριότητες.
Σε μια ευνομούμενη πολιτεία όμως η αποσιώπηση, ακόμη και η ενδεχόμενη συγκάλυψη, ευλόγως θέτει καίρια ζητήματα αξιοπιστίας και φερεγγυότητας. Και το κυριότερο, ηθικής και πολιτικής τάξης.
Η άρνηση της κυρίας Δούρου να δώσει σαφείς και καθαρές απαντήσεις στα τρία ερωτήματα που δημοσίως έθεσα στις 23 Αυγούστου 2018 με άρθρο μου στην εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής» την εκθέτει ανεπανόρθωτα.
Μετά τα όσα λέγονται και γράφονται, έκρινα απαραίτητο να ζητήσω διευκρινίσεις και αποσαφηνίσεις για το αν υπήρξε ή όχι συνεργάτιδα του κ. Τσοχατζόπουλου στο πλαίσιο του Ινστιτούτου Αμυντικών Αναλύσεων, που ο ίδιος είχε συγκροτήσει ως υπουργός Αμυνας. Ποιο ήταν το ακριβές αντικείμενο της συνεργασίας με το συγκεκριμένο Ινστιτούτο; Ποια ήταν η αμοιβή της για τις υπηρεσίες που προσέφερε;
Αντί απάντησης, ως όφειλε, η περιφερειάρχης Αττικής κατέθεσε αγωγή εις βάρος μου, ζητώντας να της καταβάλω το ποσό των 260.000 ευρώ. Στρέφεται εναντίον μου, κατηγορώντας με για ηθική βλάβη και για προσβολή της προσωπικότητάς της.
Είναι πλέον εμφανές πως μετά τις μηνύσεις και τις αγωγές που έχει δεχθεί η ίδια από τους συγγενείς των 122 αδικοχαμένων θυμάτων στη Μάνδρα και στο Μάτι, οι οποίοι την κατηγορούν για ολιγωρία, ανεπάρκεια και ανικανότητα, επιχειρεί αντιπερισπασμό, επιδιώκοντας να καλλιεργήσει εντυπώσεις.
Αρνούμενη εσκεμμένα να απαντήσει στα ερωτήματα που της έθεσα, προσπαθεί να συσκοτίσει την πραγματικότητα. Αποφεύγει επιμελώς την οποιαδήποτε αναφορά στο Ινστιτούτο Αμυντικών Αναλύσεων, μολονότι της ζητούσα να μας πει αν είχε συνάψει συνεργασία μαζί του.
Θέλοντας να προκαλέσει σύγχυση, διατυμπανίζει ότι ουδέποτε δούλεψε στο γραφείο του Ακη Τσοχατζόπουλου. Επιπλέον κάνει κάτι χειρότερο: Επικαλείται την αντιδικία της με τον κ. Αργύρη Ντινόπουλο, ο οποίος την είχε κατηγορήσει για συμμετοχή στις μίζες του πρώην υπουργού Αμυνας. Αντιστρέφει ηθελημένα τα γεγονότα, προσαρμόζοντάς τα στις επιδιώξεις της.
Φαίνεται πλέον καθαρά ότι η κυρία Δούρου έχει καταβληθεί από τον φόβο. Η απαίδευτη αγωγή που κατέθεσε εναντίον μου μας προσφέρει τη δυνατότητα να μάθουμε επιτέλους ποια είναι η αλήθεια. Η αναζήτησή της είναι επιβεβλημένη.
Κι αυτό διότι οι εκπρόσωποι της πολιτικής τάξης οφείλουν να έχουν μόνο θεατές πλευρές. Προπαντός να μην επιδεικνύουν περίσσευμα θράσους και υπερχειλίζουσα αλαζονεία.
Ο Λεωνίδας Γρηγοράκος είναι βουλευτής Λακωνίας της ΔΗΣΥ.