Την Τρίτη, η Νέα Αριστερά κατέθεσε μια πολύ συγκεκριμένη πρόταση: καλέσαμε τα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης – στην οποία προφανώς δεν ανήκει η Ακροδεξιά – να στηρίξουν την υποψηφιότητα του Χρήστου Ράμμου για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Πρόκειται για μια πρόταση που απαντά στο κύριο πρόβλημα της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας που είναι η απαξίωσή της. Ας μη γελιόμαστε. Το μαρτυρά η υψηλότατη αποχή στις εκλογές, το αποτυπώνουν οι έρευνες της κοινής γνώμης, το εισπράττουμε στην καθημερινότητά μας.

Η κυβέρνηση της Δεξιάς – πέραν όλων των άλλων – έχει καταφέρει ένα ισχυρό πλήγμα στην εμπιστοσύνη της κοινωνίας μας στους θεσμούς και στη λειτουργία της Δημοκρατίας. Το σκάνδαλο των υποκλοπών και η συγκάλυψή του, το έγκλημα των Τεμπών και όσα το διαδέχτηκαν, οι πυκνές παρεμβάσεις στο έργο της Δικαιοσύνης και των Ανεξάρτητων Αρχών, εμπεδώνουν την αίσθηση ότι η Δημοκρατία μας δεν δουλεύει με τον τρόπο που θα έπρεπε.

Δυστυχώς, η στάση της σημερινής Προέδρου, της οποίας η ανάδειξη στο ύψιστο πολιτειακό αξίωμα είχε συνοδευτεί από μια γενική προσδοκία υπεράσπισης του κράτους δικαίου, έχει απογοητεύσει πολλούς πολίτες που θα ανέμεναν τουλάχιστον ένα ανάχωμα στον θεσμικό κατήφορο των τελευταίων ετών.

Κατά συνέπεια, η πρότασή μας, η πρόταση της Νέας Αριστεράς, για το πρόσωπο του κυρίου Ράμμου θέλει να σηματοδοτήσει την αναστροφή αυτής της πορείας. Δεν χρειάζεται να πω πολλά για το πρόσωπο του κυρίου Ράμμου. Πρόκειται για έναν άξιο πολιτειακό λειτουργό, έναν ακέραιο δικαστή, ο οποίος αντιμετώπισε διαδοχικές κρίσεις – θυμίζω εδώ τη στάση του στο ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – με αποκλειστικό γνώμονα τη συνείδησή του και την προσήλωσή του στις θεμελιώδεις αρχές και στους νόμους της χώρας μας.

Οταν ξέσπασε το σκάνδαλο των υποκλοπών, ο κύριος Ράμμος δεν υπέκυψε στις πιέσεις – θεσμικές και μη – για τη συγκάλυψή του. Δέχτηκε, όπως θυμόμαστε, την κυβερνητική μήνη και πλήρωσε τη γενναία στάση του με μια επιχείρηση απαξίωσης και κυρίως την υπονόμευση της δουλειάς του στην Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών. Οι αναγνώστες και οι αναγνώστριες του Βήματος το γνωρίζουν αυτό καλά.

Αυτή η στάση αρχών είναι που έχει εξοργίσει την κυβέρνηση. Γιατί η πρόταση της Νέας Αριστεράς επαναφέρει το σκάνδαλο των υποκλοπών στην επικαιρότητα και κυρίως δείχνει ότι η Αριστερά και οι δημοκρατικές δυνάμεις της χώρας έχουν τη δυνατότητα να κλονίσουν την κυριαρχία της. Θέλω να είμαι ξεκάθαρος. Δεν βρισκόμαστε σε μια κανονική συνθήκη. Βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο για το μέλλον της Δημοκρατίας στη χώρα μας, το οποίο συμπίπτει με τη συμπλήρωση 50 ετών από την τομή του 1974.

Εχουμε την υποχρέωση να στείλουμε ένα ηχηρό μήνυμα για την υπεράσπιση του κράτους δικαίου και την ανανέωση της εμπιστοσύνης των πολιτών στη Δημοκρατία μας. Και αυτό απαιτεί τη ρήξη με τη λογική της συναίνεσης. Οι επιλογές της Νέας Δημοκρατίας δεν αφήνουν τέτοια περιθώρια. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βαρύνεται με ένα πρωτοφανές σκάνδαλο και αμέσως μετά με την ευθύνη της συγκάλυψής του. Ο κύριος Ράμμος εκπροσώπησε και εκπροσωπεί την αντίσταση στην αλαζονεία της εξουσίας και την υπεράσπιση της Δημοκρατίας με το όποιο τίμημα φέρνει αυτή η επιλογή σε δύσκολους καιρούς. Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο.

Δεν υπάρχει περιθώριο υπεκφυγής. Τα πολιτικά κόμματα που αναφέρονται στην Αριστερά και την Κεντροαριστερά οφείλουν να πάρουν θέση: συναίνεση στην αυθαιρεσία της Δεξιάς ή στήριξη μιας πρότασης που εμπνέει εμπιστοσύνη στη Δημοκρατία μας.

Ο κ. Αλέξης Χαρίτσης είναι πρόεδρος της Νέας Αριστεράς.