«Αν είχατε 50 εκατομμύρια λίρες για ερευνητικά κονδύλια με στόχο να αλλάξετε τον κόσμο, τι θα κάνατε;». Αυτό ήταν το ερώτημα το οποίο τέθηκε πέρυσι σε βρετανούς ερευνητές οι οποίοι υπέβαλαν προτάσεις για τη χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων στη νεοσύστατη τότε υπηρεσία ΑRΙΑ (Υπηρεσία Προηγμένης Ερευνας και Ευρεσιτεχνίας).
Οπως φαίνεται και από το ίδιο το ερώτημα, η υπηρεσία θα χρηματοδοτούσε ρηξικέλευθες προτάσεις, οι οποίες, εκ φύσεως, διατρέχουν και υψηλό κίνδυνο αποτυχίας.
Σε τι αποσκοπούσε άραγε η βρετανική κυβέρνηση ιδρύοντας έναν οργανισμό χρηματοδότησης έρευνας υψηλού κινδύνου; Με δεδομένο ότι η ARIA δημιουργήθηκε στα πρότυπα της αμερικανικής DARPA (Υπηρεσία Προηγμένων Ερευνητικών Εργων για την Αμυνα), χάρη στην οποία δημιουργήθηκαν, μεταξύ άλλων, το Διαδίκτυο και οι φορητοί υπολογιστές, είναι σαφές ότι οι Βρετανοί επιδιώκουν να πρωτοπορήσουν στις νέες τεχνολογίες.
Και βεβαίως είναι αποφασισμένοι να επενδύσουν σε αυτόν τον στόχο: 800 εκατομμύρια λίρες (περίπου ένα δισεκατομμύριο ευρώ) είναι ο προϋπολογισμός της ARIA για την πρώτη τετραετία!
Βεβαίως το Ηνωμένο Βασίλειο έχει παράδοση (και) στη χρηματοδότηση της έρευνας. Διαθέτει χρηματοδοτικούς φορείς οι οποίοι εξειδικεύονται σε διαφορετικούς ερευνητικούς τομείς και οι οποίοι στο σύνολό τους εποπτεύονται από τον UKRI (Ερευνα και Καινοτομία Ηνωμένου Βασιλείου), ο ετήσιος προϋπολογισμός του οποίου ανέρχεται στα 9 δισεκατομμύρια λίρες!
Επιπροσθέτως, υπάρχει και ο φορέας μεταφοράς τεχνολογίας Innovate UK, στόχος του οποίου είναι η ταχεία μετάφραση των ερευνητικών αποτελεσμάτων σε καινοτόμα προϊόντα. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι αν και υψηλός, ο ετήσιος προϋπολογισμός της ARIA αντιπροσωπεύει μόλις το 1,2% των δαπανών του Ηνωμένο Βασιλείου για την έρευνα.
Με άλλα λόγια, οι Βρετανοί που πράττουν διαχρονικά ό,τι χρειάζεται για να αποδώσουν τα κεφάλαια που επενδύουν με συμβατικούς τρόπους στην έρευνα, θέλησαν ιδρύοντας την ARIA να διερευνήσουν την αποτελεσματικότητα ενός αντισυμβατικού μοντέλου.
Γιατί αυτό που κάνει τη διαφορά στα προγράμματα που χρηματοδοτούνται από την ARIA δεν είναι μόνο το υψηλό τους ρίσκο αλλά και το γεγονός ότι οι ερευνητές έχουν απόλυτη ελευθερία να κινηθούν προς οποιαδήποτε «τρελή» ιδέα θα μπορούσε να οδηγήσει στον τελικό στόχο. Προς το παρόν πάντως είναι νωρίς να εξαχθούν συμπεράσματα για το αν η επένδυση στην ARIA αποδίδει καρπούς. Εκτιμάται ότι για αυτό θα χρειαστεί τουλάχιστον μία δεκαετία.
Μια αντίστοιχη ελληνική ARIA φαντάζει αδύνατη λόγω των οικονομικών μας μεγεθών. Διερωτάται όμως κανείς γιατί έχει αποδειχθεί τόσο δύσκολο το να μιμηθούμε τους Βρετανούς ως προς τη συμβατική στάση τους απέναντι στην έρευνα, οι καρποί της οποίας γίνονται η βάση για την οικονομική τους ανάπτυξη.
Δυστυχώς, εδώ και δεκαετίες, οι ελληνικές κυβερνήσεις αποδεικνύουν με τη στάση τους ότι η έρευνα δεν είναι στις προτεραιότητές τους και αυτό βεβαίως αποβαίνει σε βάρος όλων μας.