Η εβδομάδα που πέρασε ήταν ίσως η κρισιμότερη από τότε που ανέλαβε την εξουσία ο Ντόναλντ Τραμπ, καθώς σφράγισε αυτά που κατόρθωσε να πράξει μόλις σε έναν μήνα. Δηλαδή να ανατρέψει τα πάντα, όχι μόνον στην εσωτερική πολιτική σκηνή, αλλά και στη διεθνή σκακιέρα. Και δεν χρειάζεται να έχει κανείς ιδιαίτερες γνώσεις για να αντιληφθεί ότι έτσι έληξε οριστικά το μεταπολεμικό καθεστώς της φιλελεύθερης Δύσης με επικεφαλής τις Ηνωμένες Πολιτείες. Χωρίς όμως και να μπορεί να προσδιοριστεί ποιο είναι τώρα το νέο που το αντικαθιστά. Καθώς παραμένει το ερώτημα αν σε όλα αυτά θα υπάρξει τελικά μια αποτελεσματική αντίδραση, ιδιαίτερα στις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες, που σε όλη την πορεία τους καθοδηγούνταν από το γνωστό σύστημα του Ελέγχου και των Ισορροπιών και το οποίο αποτελούσε ουσιαστικά έναν φραγμό σε μια ανεξέλεγκτη προεδρική εξουσία. Ενώ η Ευρώπη εξασφάλιζε την ισορροπία της διατλαντικής συνεργασίας μέσω του ΝΑΤΟ. Μια Ενωμένη πλέον Ευρώπη, που σήμερα όμως έχει αποδυναμωθεί από τις διαφωνίες των χωρών που τη συγκροτούν.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό πολλά αναμένεται να κριθούν από το αποτέλεσμα των σημερινών εκλογών στη Γερμανία. Την ισχυρότερη οικονομικά έως σήμερα χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ισχυρότερου παράλληλα συμμάχου των Ηνωμένων Πολιτειών, με τις μεγαλύτερες αμερικανικές βάσεις στην Ευρώπη, τις οποίες είχα την ευκαιρία να επισκεφθώ στο παρελθόν, διαπιστώνοντας ότι ουσιαστικά βρισκόμουν επί αμερικανικού εδάφους.
Τώρα όμως το μεγάλο ερώτημα είναι μέχρι πού θα φθάσει η άνοδος του ακροδεξιού Κόμματος Αfd και αν το κεντροδεξιό CDU του Φρίντριχ Μερτς (που όλες οι δημοσκοπήσεις το δίνουν ως πρώτο κόμμα) θα συνεργασθεί τελικά με το τρίτο κόμμα, το κεντροαριστερό SPD του Ολαφ Σολτς. Ωστε να υπάρξει μια νέα ισχυρή κυβέρνηση που πέρα από την αποκατάσταση της γερμανικής οικονομίας θα συμβάλει όχι μόνο στην εξισορρόπηση των ευρωαμερικανικών σχέσεων αλλά και στην ισχυροποίηση του γαλλογερμανικού άξονα. Και να δούμε βέβαια αν θα φέρει κάποιο αποτέλεσμα η επίσκεψη Μακρόν στην Ουάσιγκτον, όταν παραμένουν ανοιχτές οι γνωστές διαφορετικές απόψεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Πολλά είναι λοιπόν τα ερωτήματα που προκύπτουν για το τι δέον γενέσθαι απέναντι στη λαίλαπα Τραμπ, τη στιγμή που έχει δώσει ένα απαράδεκτο συγχωροχάρτι στον Πούτιν, προγραμματίζοντας όχι μόνον μια συνάντηση μαζί του, αλλά κατηγορώντας παράλληλα και τον ταλαίπωρο Ζελένσκι ότι φέρει αυτός την αποκλειστική ευθύνη για τη συνεχιζόμενη τραγωδία, χαρακτηρίζοντάς τον μάλιστα δικτάτορα.
Ενώ μένει ανοικτό το θέμα για το αν θα επιμείνει μέχρι τέλους να τον αποκλείει από τις διαπραγματεύσεις που αφορούν το μέλλον της χώρας του. Γι’ αυτό και είναι επιτακτικά αναγκαίο να υπάρξει επιτέλους μια ενιαία και ισχυρή αντίδραση από την Ευρωπαϊκή Ενωση, τη στιγμή που οι επιμέρους συναντήσεις και τηλεδιασκέψεις ουδέν αποφέρουν. Οπως είπε και ο έλληνας πρωθυπουργός «είναι ανάγκη η Ευρώπη να ξυπνήσει από τον γεωπολιτικό της λήθαργο». Διότι αν δεν συμβεί αυτό, δεν έχει νόημα απλώς να καταγγέλλουμε συνεχώς τον Τραμπ, χωρίς να προσπαθούμε παράλληλα να τον σταματήσουμε. Ανοίγοντας έτσι τον δρόμο ακόμη και στον γνωστό μας Ερντογάν να εμφανίζεται τώρα ως μεσολαβητής, με ό,τι αυτό ευκολονόητα μπορεί να συνεπάγεται.