Η βαριά μεταλλική πράσινη πόρτα με το ισοϋψές διάφανο τείχος από συρματόπλεγμα και στις δύο της πλευρές ήταν το σύνορο με την ελευθερία. Το διασχίσαμε μαζί με την κριτικό θεάτρου Ιωάννα Μπλάτσου με βαριά καρδιά για να αντιμετωπίσουμε αυτό το άγνωστο που δεν ξέρεις αν θα του επιτρέψεις να σε παρασύρει στα δικά του βάθη ή αν, πιο συνετά, θα του αντισταθείς.

Παραδίδοντας την αστυνομική ταυτότητα στην είσοδο των φυλακών Ελεώνα Θηβών και αφήνοντας υποχρεωτικά το κινητό τηλέφωνο στο αυτοκίνητο, αποφάσισα το δεύτερο. Ποιος άνθρωπος στα συγκαλά του αδιαφορεί για τα χιλιόμετρα σπαρμένο συρματόπλεγμα που καρφωνόταν στο μάτι, εξαφανίζοντας μια φύση ολάνθιστη και αποφασισμένη ότι όπως και να είχε εκείνη θα υποδεχόταν την άνοιξη με τις παπαρούνες και τις μαργαρίτες της και τα κατακίτρινα λουλούδια των αγρών.

Κέντρο απεξάρτησης τοξικομανών κρατουμένων Ελεώνα Θηβών ή ΚΑΤΚΕΘ στη γραφειοκρατική διάλεκτο. Μπροστά μας διάσπαρτα ομοιόμορφα σπιτάκια και κτίρια σε μια αγροτική έκταση πάνω σε έναν λόφο. Σκοπός της επίσκεψης, ένα θεατρικό έργο από δέκα τροφίμους που εκτίουν την ποινή τους για παραβατικές πράξεις. Θεατές λίγοι και οι «απ’ έξω» ελάχιστοι. Μπήκαμε όλοι σε ένα μακρόστενο κτίριο με παράθυρα στην επιμήκη πλευρά του.

Είχα στο μυαλό μου κάτι σαν ερασιτεχνικό θέατρο και γι’ αυτό όταν μας ζήτησαν να πλησιάσουμε στα παράθυρα και να κοιτάξουμε έξω, όπου για κάποια λεπτά δεν γινόταν απολύτως τίποτα, με κατέλαβε εκνευρισμός και ανυπομονησία. Σιγά και αργά, με έναν άχρονο ρυθμό, άρχισαν να ξεπροβάλλουν από τους θάμνους και το μπροστινό κτίριο ανθρώπινες φιγούρες που κουβαλούσαν μαύρα κουτιά. Τσακισμένοι άνθρωποι, το υπογράμμιζαν τα ρούχα που τους είχε δανείσει το Εθνικό Θέατρο, κουβαλούσαν τα βάρη της ζωής τους.

Επεφταν και ξανασηκώνονταν, έτειναν χέρι βοήθειας στους πιο ανήμπορους και δεν έπαυαν να βαδίζουν μπροστά. Οταν πλησίασαν, έκλεισαν τα παράθυρα με μαύρα σκιάδια και συνέχισαν στο εσωτερικό, μπροστά μας, την εσωτερική τους πάλη. Στο ημίφως, άφησαν στα σαστισμένα και απροετοίμαστα χέρια μας μεταλλικές στρατιωτικές ταυτότητες, Dog Tags, όπως ήταν και το όνομα της παράστασης, ψιθυρίζοντας «φύλαξέ το», «φύλαξέ με».

Αλλοι ψέλλιζαν «συγγνώμη» σε αγαπημένα τους πρόσωπα, που ορισμένα βρίσκονταν στο ακροατήριο. Κάποιοι θεατές έκλαψαν, όλοι νιώσαμε το κάψιμο στην καρδιά παρακολουθώντας τη συμβολική μάχη για τη ζωή και την αξιοπρέπεια σε αυτόν τον έξω – πραγματικό τόπο.

Στο τέλος άνοιξαν τα παράθυρα, έριξαν τα σκιάδια και δραπέτευσαν στο φως. Τους ακολουθήσαμε και εμείς από την ίδια έξοδο και περπατήσαμε μαζί τους στον αγρό που φιλοξενεί τα σπίτια-κελιά, συγκλονισμένοι από το απρόσμενο θέαμα, που αν του επιτρεπόταν θα μπορούσε να σταθεί σε οποιαδήποτε σκηνή του έξω κόσμου.

Επιστρέφοντας στο κτίριο, συζητήσαμε με τους «ηθοποιούς», οι οποίοι μοιράζονταν γενναιόδωρα την προσωπική ιστορία τους, σαν λυτρωμένοι από κάθε ντροπή. Υπαίτιος ο ηθοποιός Στάθης Γράψας, ο οποίος επί 14 χρόνια ανεβάζει παραστάσεις σε διάφορες φυλακές ενηλίκων και ανηλίκων, βοηθώντας τους να έρθουν σε επαφή με τους εσώτερους δαίμονές τους και – γιατί όχι; – να απελευθερωθούν.

Η εμπειρία αυτή δεν θα ήταν εφικτή χωρίς την άδεια του διευθυντή του ΚΑΤΚΕΘ Γιάννη Τσάπαλη, ενός ανοιχτόμυαλου και στοργικού ανθρώπου. «Θέλουμε να έρθουν και άλλοι εδώ, αλλά δεν μας ξέρει το δικαστικό σύστημα και στέλνουν τους τοξικοεξαρτημένους σε άλλες φυλακές», μας εμπιστεύεται το παράπονό του.

Γιατί και αυτή φυλακή είναι, αλλά στο μεταξύ το έχουμε ξεχάσει και τα συρματοπλέγματα έπαψαν να στιγματίζουν τον ορίζοντά μας. Οπως φεύγουμε από τον μικρό Γολγοθά των 40 τροφίμων, μία σκέψη τυραννάει το μυαλό. Πώς να προσπεράσεις μετά από αυτό όποιο άτυχο πλάσμα συναντήσεις σωριασμένο δίπλα στα σύνεργα της πλάνης του στα δρομάκια και στα πάρκα της Αθήνας;