O Steven Endacott είναι βρετανός επιχειρηματίας. Και αποφάσισε να κατέλθει στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές ως ανεξάρτητος. Ομως δεν σκοπεύει να μετακινηθεί από το σπίτι του. Το ψηφιακό του άβαταρ θα «τρέξει» όλη την καμπάνια, υποστηριζόμενο από ένα σύστημα τεχνητής νοημοσύνης. Ο ψηφιακός κλώνος θα είναι διαθέσιμος όλο το 24ωρο και έχει τη δυνατότητα να συνομιλεί με 10.000 πολίτες ταυτοχρόνως. Από τις συνομιλίες αυτές το σύστημα θα συνθέσει τις προγραμματικές προτάσεις του υποψηφίου. Τι θα βγει από εκεί; Εξαρτάται από τις εντολές προς τον αλγόριθμο. Αν ο υποψήφιος είναι λαϊκιστής, θα προτείνει δωρεάν ρεύμα στις λαϊκές γειτονιές του Μάντσεστερ. Αν όμως σταθμίσει τα πραγματικά δεδομένα ορθολογικά, ενδεχομένως να προκύψει κάτι ενδιαφέρον. Ο επιχειρηματίας, ως φυσικό πρόσωπο, απλώς θα παρακολουθεί. Αν εκλεγεί, θα καταλάβει την έδρα που κέρδισε ο ψηφιακός του κλώνος. (Για περισσότερες πληροφορίες, αναζητήστε «ΑΙ Steve».)

Η ιδέα δεν είναι δική του. Πρώτοι την εφάρμοσαν υποψήφιοι στις πρόσφατες ινδικές εκλογές. Τεράστια χώρα, δεν είναι εφικτό να κάνεις περιοδείες παντού. Μπορείς όμως να χρησιμοποιήσεις ψηφιακούς κλώνους, εξειδικευμένους σε περιοχές ή πληθυσμιακές ομάδες. Και κάπως έτσι πραγματοποιήθηκαν ακόμα και συγκεντρώσεις με τους υποψηφίους να συνομιλούν με τους ψηφοφόρους διά των κλώνων τους. Ναι, δεν είναι πραγματικό. Μπορείς να το θεωρήσεις και απάτη. Ομως, αναρωτηθείτε, πόσο αληθινή είναι η εικόνα των πολιτικών που βλέπουμε; Εκεί που οι Ινδοί χρησιμοποίησαν μηχανές, οι δικοί μας πληρώνουν επικοινωνιολόγους. Και βλέπουμε μια εικόνα εξιδανικευμένη στον μέγιστο βαθμό, με «φώτα» που πλανεύουν τη ματιά των ψηφοφόρων για να κρύψουν τις ατέλειες. Δείτε, για παράδειγμα, τον Στέφανο Κασσελάκη. Τόσο τέλειος εξωτερικά, που λες ότι σχεδιάστηκε από πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης. Αλλά μόλις κατασκευάστηκε το πρόσωπο έπεσε το ρεύμα.

Θα μπορούσε κάτι τέτοιο να είναι λύση για το ΠαΣοΚ; Ενδεχομένως ναι. Αυτή τη στιγμή το ΠαΣοΚ έχει έναν εν δυνάμει πρόεδρο για κάθε δέκα χιλιάδες ψηφοφόρους. Και αν το δράμα τραβήξει εις βάθος χρόνου, θα βλέπουμε πολλά ΠαΣοΚ και κανέναν πρόεδρο ή πολλούς προέδρους και κανένα ΠαΣοΚ – δεν έχει σημασία τι από τα δύο. Πώς θα τον κατασκευάζαμε; Συζητήσιμο. Αν θέλαμε άνδρα, θα χρησιμοποιούσαμε το πρόσωπο του Γερουλάνου. Και αν επιλέγαμε γυναίκα, copy-paste τη Γιαννακοπούλου. Σίγουρα θα χρησιμοποιούσαμε το ελιτίστικο του Παύλου και την εμπειρία της Νάντιας από τις λαϊκές γειτονιές. Θα ταΐζαμε τον αλγόριθμο με την αμεσότητα του Χρηστίδη. Θα προσθέταμε το νεανικό σφρίγος του Χριστοδουλάκη. Αν ο Δούκας εκδηλωθεί ως ενδιαφερόμενος, θα μας δάνειζε τον τυχοδιωκτισμό και τον καιροσκοπισμό του, κάτι από την αχαλίνωτη φιλοδοξία του. Δεν ξέρω τι θα προσθέταμε από τον Ανδρουλάκη. Και εκεί νομίζω ότι είναι το σημερινό πρόβλημα. Οχι μόνο του ΠαΣοΚ, αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ.

Η κύρια έκφραση της αντιπολιτευτικής ρητορικής στοχεύει το πρόσωπο του Μητσοτάκη. Λογικό, καθώς είναι ο επικεφαλής της κυβέρνησης και, κατά κάποιον τρόπο, υπάρχει σε κομμάτι της κοινωνίας αυτό που θα ονομάζαμε «αντι-μητσοτακικό μέτωπο». Οταν όμως στοχεύεις στο πρόσωπο και υστερείς στα προγραμματικά, εκ των πραγμάτων προκαλείς μια σύγκριση που δεν σε συμφέρει. Για να το πω αλλιώς, όταν η σημαία της πολιτικής σου, το δόλωμα στο αγκίστρι σου, είναι το «να φύγει ο Μητσοτάκης», είσαι υποχρεωμένος να υποδείξεις πειστικά και τον αντικαταστάτη. Το κάνει ο Κασσελάκης για τον εαυτό του και από κάτω ακούγονται χάχανα. Συνεπώς, έτσι όπως είναι τα πράγματα, ακόμα και αν ξεκινήσει αυτή η κουβέντα για την ενιαία Κεντροαριστερά, κάποια στιγμή θα φτάσουμε στο πρόσωπο. Ομως όσο υπάρχει Κασσελάκης, η πραγματική συζήτηση τελειώνει πριν αρχίσει.

Και κάπως έτσι, αντί να είναι στο κέντρο του φακού μας το εκλογικό κάζο της κυβέρνησης, κάνουμε χάζι στα της αντιπολίτευσης. Παρεμπιπτόντως, είναι να απορείς πώς τους ήρθε και κατέβηκαν στις εκλογές με σύνθημα τη σταθερότητα. Το σκέφτηκαν καλά; Διότι οι σταθερές στη ζωή των ανθρώπων δεν είναι και οι καλύτερες. Μπορεί, δηλαδή, να τους τρομάζει η έννοια της σταθερότητας. Εχουμε, λοιπόν, μια κυβέρνηση που, σε μεγάλο βαθμό, θρέφεται από την ανεπάρκεια της αντιπολίτευσης. Και μια αντιπολίτευση που δεν μπορεί να αξιοποιήσει τη φθορά της κυβέρνησης. Ετσι όμως, όταν τελειώσει το καύσιμο της Νέας Δημοκρατίας, θα είναι ορατό το ενδεχόμενο να τους αντικαταστήσει κάτι άλλο. Ενα τέρας που δεν σχεδιάστηκε από τεχνητή νοημοσύνη, αλλά από την αφέλεια των ανθρώπων.