Υπό κανονικές συνθήκες απόψε το βράδυ μαζί με την κάλπη θα έκλεινε και ένας κύκλος εσωστρέφειας στον ΣΥΡΙΖΑ. Οταν τα κόμματα αποκτούν καινούργια ηγεσία αφήνουν στην άκρη τα βιβλία με τους παλιούς λογαριασμούς και προσπαθούν να κοιτάξουν στο βάθος του ορίζοντα, εκεί που αχνοφαίνεται η εξουσία.
Στον ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να συμβεί αυτό. Και είναι κάτι που μας αφορά όλους. Η περιδίνηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν αγγίζει μόνο τα στελέχη και τους ψηφοφόρους της. Εχει θεσμικό αντίκρισμα καθώς, αυτή τη στιγμή, στη χώρα δεν υπάρχει ένας ισχυρός πυλώνας πολιτικού και κοινοβουλευτικού ελέγχου.
Από τις εθνικές εκλογές μέχρι και σήμερα στην πολιτική σκηνή παρακολουθούμε δύο παράλληλους, σχεδόν ταυτόσημους, μονολόγους από τη Νέα Δημοκρατία και την κυβέρνηση. Η πίεση στο κυβερνητικό σχήμα ασκείται μόνο από τα γεγονότα. Η κριτική είναι αναιμική και η αυτοκριτική ακούγεται εντελώς προσχηματική, έτσι για τους τύπους. Αυτό δεν είναι συμβατό με την κανονικότητα μιας δημοκρατίας δυτικού τύπου. Λείπει το αντίβαρο στη ζυγαριά, το χέρι που θα πιάσει το σχοινί και θα κρατήσει τα μπόσικα. Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι και δικό μας.
Μπορεί να αλλάξει αυτό; Δύσκολα, αν κρίνουμε από τα επιμέρους μέτωπα που έχουν χαραχθεί πάνω στο πολιτικό σώμα του ΣΥΡΙΖΑ. Διότι αν πράγματι θέλεις να συγκροτήσεις έναν στιβαρό αντιπολιτευτικό πόλο, χρειάζεσαι συμπαγή υλικά και ισχυρή συγκολλητική ουσία. Υπάρχουν αυτά στον ΣΥΡΙΖΑ στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα; Οχι. Και αυτό το έλλειμμα δεν θα καλυφθεί εύκολα, όποιος και αν πάρει το μεγάλο γραφείο και τη σφραγίδα της Κουμουνδούρου.
Ναι, ο Κασσελάκης, που φέρεται ως ο επικρατέστερος για την προεδρία, ισχυρίζεται ότι μπορεί να νικήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Μόνο που δεν θα διαγωνιστούν στα Μαθηματικά και στην αγγλική γλώσσα, αλλά θα μετρηθούν στην πολιτική αρένα. Και για να νικήσεις πάνω σε εκείνα τα χώματα χρειάζεσαι ισχυρό κόμμα, με αρμούς που διασφαλίζουν και επιβεβαιώνουν την ενότητα, με μηχανισμό ικανό να διεισδύει στην κοινωνία και να συνομιλεί μαζί της. Το ίδιο, ασφαλώς, θα ισχύει και στο ενδεχόμενο εκλογής της Εφης Αχτσιόγλου.
Διαθέτει ο ΣΥΡΙΖΑ αυτά τα χαρακτηριστικά; Οχι. Βρίσκεται μπροστά στη διάσπαση. Για αυτό και η έκπληξη που αισθάνονται κάποιοι μπροστά στο φαινόμενο Κασσελάκη μπορεί να απαντηθεί από την κόπωση και την απογοήτευση των ψηφοφόρων. Τους αρκεί που ο Κασσελάκης υπόσχεται να νικήσει τον Μητσοτάκη. Και το 2015 τους έφτανε που ο Καμμένος ήθελε να σκίσει μνημόνια. Καμιά φορά, ξέρετε, οι πολίτες είναι πιο κυνικοί από τους πολιτικούς. Και βλέπουν τα πράγματα πιο καθαρά.