Η εντυπωσιακή νίκη και επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο αποτελεί, πέραν των άλλων, και μια ηχηρή επικράτηση του τρέχοντος, λαϊκιστικού και συντηρητικού μαζί, αντισυστημισμού που δεν περιορίζεται μόνο στις ΗΠΑ, παρά συναντάται με πολλές και διαφορετικές εκφράσεις στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο.
Πρόκειται για ένα κύμα γενικευμένης αμφισβήτησης των μέχρι πρότινος κυρίαρχων, ομογενοποιημένων και εν πολλοίς μονοδρομικών, ως προς τις πεποιθήσεις, πολιτικών δυνάμεων, που εδώ και χρόνια αναπτύσσεται στις δυτικές κοινωνίες και πλέον τείνει να λάβει μορφή χιονοστιβάδας.
Οι γραμμές της πολιτικής ορθότητας, του άκρατου δικαιωματισμού, της διαμερισματοποίησης των επιμέρους κοινωνικών ομάδων και της σχεδόν αγνόησης βασικών θεμελιακών κοινωνικών αναγκών, που συνδέονται με την αμοιβή της εργασίας, τους κινδύνους φτώχειας και τη θέση των πολλών ανθρώπων στη βάση της πυραμίδας των κοινωνιών, φαίνεται να σπάνε μαζικά υπό το βάρος της διεύρυνσης των ανισοτήτων και των σφοδρών συνεπειών της μονοκαλλιέργειας στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής.
Απεδείχθη στην περίπτωση των ΗΠΑ ότι οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ αποδοκιμάζονται ακριβώς επειδή δεν δύνανται να αναγεννήσουν τις προσδοκίες και να καλλιεργήσουν την ελπίδα.
Ιδιαίτερα ο θεωρούμενος προοδευτικός και δημοκρατικός κύκλος φαντάζει αυτοϋπονομευμένος, μοιάζει εγκλωβισμένος σε θεσμικούς, οικονομικούς και άλλους περιορισμούς και δεν είναι σε θέση να εμπνεύσει τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, ούτε να παρακολουθήσει τις υπαρξιακού τύπου αγωνίες που τους καταδιώκουν.
Κοινώς απομακρύνθηκε, έχασε την επαφή με την κοινωνική πλειοψηφία, γοητεύθηκε από τις πολλές εκδοχές του νέου πλούτου και άφησε το πεδίο ελεύθερο στις νεοσυντηρητικές λαϊκιστικές δυνάμεις να δράσουν, κλέβοντας όχι μόνο τα συνθήματα, μα και τις καρδιές των ψηφοφόρων.
Είναι ίσως νωρίς για ευρύτερα συμπεράσματα, αλλά όλα τα σημάδια δηλώνουν πως γρήγορα θα δούμε κινήσεις ανασύνταξης, ανασύνθεσης και πιθανώς ώσμωσης του ευρύτερου χώρου της Κεντροδεξιάς με εκείνον της λαϊκιστικής Ακροδεξιάς.
Υπό αυτή την έννοια η άνετη επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ, που είχε την έμπνευση να ορίσει ως αντιπρόεδρο τον Τζέι Ντι Βανς, έναν αντιπροσωπευτικό εκπρόσωπο του κύκλου της μεγάλης φθοράς της αμερικανικής κοινωνίας και μαζί να συνεργαστεί στενά με τον Ιλον Μασκ, με την πιο νεωτερική ίσως εκδοχή και έκφραση του νέου πλούτου, αποκτά εξαιρετική σημασία παγκοσμίως.
Οι επιρροές και οι επιδράσεις, ιδιαιτέρως στις πολιτικές δυνάμεις της Δύσης, θα είναι αναμφίβολα σημαντικές. Και στην Ελλάδα βεβαίως, όπου εδώ και χρόνια, εξαιτίας των διευρυνόμενων ανισοτήτων και των πολλών κινδύνων περιθωριοποίησης σημαντικών τμημάτων του πληθυσμού, αναπτύσσονται ανάλογες κοινωνικές δυναμικές και ασκούνται συστηματικά και οργανωμένα βαθύτατα συντηρητικές και απόλυτα λαϊκιστικές δυνάμεις.
Η μονόπλευρη και σχεδόν μονοδρομική πολιτική του κ. Μητσοτάκη, όπως και η βαθιά κρίση της Αριστεράς, μα και η στασιμότητα και η αδυναμία ταχείας ανασύνταξης που παρουσιάζει ο χώρος της ευρύτερης Κεντροαριστεράς, αφήνουν πεδίον δόξης λαμπρόν στους εδώ θιασώτες και υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ, που και εντός της κυβερνώσας Νέας Δημοκρατίας δεν είναι λίγοι.
Σε ανύποπτο χρόνο, δεδομένης και της συντηρητικής στροφής στην Ευρώπη, είχαμε σημειώσει ότι οι πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας θα κριθούν κατά βάση στον ευρύτερο χώρο της Κεντροδεξιάς και στον συγγενή προς αυτή χώρο της λαϊκιστικής Ακροδεξιάς. Ηδη η επιστροφή Τραμπ κινητοποιεί κάποιους μέχρι πρότινος παροπλισμένους, όπως για παράδειγμα τον επανεμφανισθέντα τις τελευταίες μέρες Πάνο Καμμένο, στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος ορισμένοι έσπευσαν να δηλώσουν ότι «η λαϊκή Δεξιά καλπάζει» και άλλοι φρόντισαν να επισημάνουν ότι ο Αντώνης Σαμαράς διατηρεί ισχυρούς δεσμούς με τον κύκλο του Ντόναλντ Τραμπ.
Είναι ίσως νωρίς για ευρύτερα συμπεράσματα, αλλά όλα τα σημάδια δηλώνουν πως γρήγορα θα δούμε κινήσεις ανασύνταξης, ανασύνθεσης και πιθανώς ώσμωσης του ευρύτερου χώρου της Κεντροδεξιάς με εκείνον της λαϊκιστικής Ακροδεξιάς. Με ό,τι αυτό βεβαίως συνεπάγεται για την κυβέρνηση και προσωπικά για τον κ. Μητσοτάκη.