Μπροστά στο πολιτικό τέλος του ο Πρωθυπουργός ψάχνει κλαδί να κρατηθεί. Και μέσα στην αγωνία του καταποντισμού του βγαίνει στο φως η εσώτερη φύση του. Ο κ. Τσίπρας ξεκίνησε ως εκφραστής του βίαιου λόγου και συνέχισε ως αποτελεσματικός εκφωνητής του. Η πραγματικότητα φθείρει και ο βίαιος λόγος, ως υψωμένο χέρι καταστολής, εξάντλησε τον εαυτό του. Μέσα στην καθημερινή αυτοαναίρεσή του κατάντησε να ακούγεται πια σαν τα ενοχλητικά παράσιτα στον μακρύ χρόνο της Ιστορίας, που τα περιμένει η σιγή. Και βλέπουμε τις προηγούμενες ημέρες στη Βουλή, σχεδόν αιφνιδίως, σχεδόν αυθορμήτως, να βγαίνει στην επιφάνεια η χειρότερη εκδοχή του ίδιου προσώπου, μια άλλη πλευρά της πολιτικής του συνείδησης – που πάντα διατηρεί την προτέρα φύση της -, η πλευρά του καταφρονητή. Ο εκφωνητής του βίαιου λόγου εξαντλήθηκε. Ο καταφρονητής του άλλου παίρνει τη θέση του. Η καταφρόνηση διαδέχεται την πρόθεση της καταστολής. Εκτοπίζει ακόμη και την ταπείνωση.
Είναι ένα «απολειφάδι», λέει, από το βήμα της Βουλής, αναφερόμενος σε έναν συνάνθρωπο-συμπολίτη του, ο έλληνας Πρωθυπουργός. Η γλώσσα είναι η συνείδηση. Η βία της γλώσσας είναι η βία της συνείδησης. Απολειφάδι. Βρισκόμαστε μπροστά στην άρνηση του άλλου. Οχι ως πολιτικού αντιπάλου. Οχι ως «εχθρού», κατά τις απαιτήσεις του βίαιου λόγου. Πρόκειται εδώ για την άρνηση της ύπαρξής του, τη διαγραφή του προσώπου του. Με τον βίαιο λόγο συναρθρώνεται έτσι και τον ακολουθεί στο πιο κάτω σκαλί η καταφρόνηση. Η έσχατη πτώση, η έσχατη ύβρις. Απολειφάδι, λέει. Ερχεται το τυχαίο και το ανυπολόγιστο να εμβαθύνει διαφωτιστικά στην αντιδημοκρατική συνείδηση του έλληνα Πρωθυπουργού.
Η δημοκρατία είναι μια διαλογική κατάσταση. Εδώ, σε αυτόν τον ελληνικό τόπο, διδάχθηκε για πρώτη φορά στην Ιστορία. Είναι μια σχέση διαλογική. Αυτή η σχέση εμπεριέχει τον άλλον. Αναγνωρίζει και αποδέχεται την ατομική ιδιαιτερότητα και μοναδικότητά του. Διάλογος υπάρχει εκεί που δεν νοείται υπέρτερο μέρος. Είναι μια συνθήκη ισοτιμίας, αμοιβαιότητας και κοινωνίας. Απολειφάδι. Μέσα σε αυτήν τη λέξη ο υπερόπτης Πρωθυπουργός διαγράφει και καταφρονεί. Ο άλλος δεν νοείται ως ανθρώπινο μέγεθος. Δεν είναι άξιος λόγου. Ο άλλος, ο κάθε άλλος, είναι καταφρονητέος. Καταφρονητέος και ασήμαντος άλλος. Ασήμαντος ο άλλος, σημαντικός αυτός. Πρόκειται για την αποκάλυψη της απροσμέτρητου βάθους πολιτικής κενότητας του Πρωθυπουργού. Ο καταφρονητέος άλλος είναι η μάταιη προσπάθεια να δώσει περιεχόμενο στην εξαντλημένη πολιτική ύπαρξή του. Είναι η τελική παραίτηση.
Η παραίτησή του από την πολιτική μάχη. Για την ανάκτηση ενός λόγου επιχειρημάτων, ενός σχεδίου δράσης, μιας θεμελιωμένης πρότασης, πορείας και εξόδου. Είναι η παραίτηση και το τυφλό αδιέξοδο που γεννάει. Και μετά έρχεται η καταφρόνηση. Η υποτίμηση, η προσβολή, η χλεύη, ο εξευτελισμός του άλλου και η εξουθένωσή του. Εχει πλήρως αποξηρανθεί η κοίτη της κυβερνητικής πολιτικής. Εκεί που αδειάζει η πολιτική τελειώνει και ο χρόνος. Αυτή η πολιτική και ο άδειος πια πολιτικά εκφραστής της, θα συναντηθεί με την «καταφρόνηση» των πολιτών, που περήφανα και αντικαταφρονητικά θα μιλήσουν στην κάλπη.
ΥΓ.: Απολειφάδι, υπόλειμμα σαπουνιού. Υπόλοιπο, κατάλοιπο, κατακάθι, ρετάλι, σώσμα, ασήμαντο, ουτιδανό.
Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.