Οι υψηλότερες θερμοκρασίες και οι εντονότεροι καύσωνες στην Ελλάδα κατά τα τελευταία έτη επιβεβαιώνουν μία αυξητική τάση που είχε ήδη εντοπισθεί από τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας και της οποίας η διατήρηση στο μέλλον θεωρείται βέβαια. Συνδυαστικά με τη θερμοκρασία, εξετάζεται πλέον και ο δείκτης μετεωρολογικής ξηρασίας που αναπτύχθηκε για να παρέχει μια αντικειμενική μέτρηση των κατακρημνίσεων σε μια δεδομένη περιοχή και να υποστηρίζει την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της ξηρασίας και των βροχοπτώσεων.
Η συνδυαστική αυτή ανάλυση (θερμοκρασία και δείκτης μετεωρολογικής ξηρασίας) εντοπίζει την κοινή εμφάνιση καύσωνα και ξηρασίας, ένα δηλαδή από τα συνδυασμένα φαινόμενα που πλήττουν τη Μεσόγειο (ένα δεύτερο παράδειγμα συνδυασμένου φαινομένου στη Μεσόγειο είναι η κοινή εμφάνιση θαλασσίων καυσώνων και καταιγίδων).
Οι επιπτώσεις ενός συνδυασμένου φαινομένου (λ.χ. καύσωνα – ξηρασίας) είναι εντονότερες καθώς δεν αθροίζονται απλώς οι επιπτώσεις των δύο επιμέρους φαινομένων που το συγκροτούν, αλλά οι επιπτώσεις τού ενός ενισχύουν αυτές του άλλου, ενώ συνήθως διαμορφώνονται κύκλοι ανατροφοδότησης που επεκτείνουν τη χρονική διάρκεια του συνδυασμένου φαινομένου. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα συνδυασμένα φαινόμενα που έπληξαν τη Μεσόγειο τα τελευταία 3 έτη.
Σύμφωνα με ανάλυση του Πανεπιστημίου Αθηνών για το διάστημα 1971-2023, ο αριθμός ημερών με καύσωνα και ξηρασία είναι μεγαλύτερος στην Ανατολική Κρήτη, στη Νότια και τη Δυτική Πελοπόννησο, στην Αττική, στη Θεσσαλία και στην Κεντρική Μακεδονία, με τις δύο τελευταίες περιφέρειες να σημειώνουν τις υψηλότερες τιμές. Παράλληλα, από την εκτίμηση που πραγματοποιήθηκε για την περίοδο 2031-2060, διακρίνεται αύξηση των ημερών με καύσωνα και ξηρασία σε όλη τη χώρα, αν και οι μεγαλύτερες αυξήσεις αφορούν την Ανατολική Στερεά Ελλάδα (Αττική, Βοιωτία, Φθιώτιδα), την Κρήτη και τα νησιά των Κυκλάδων.
Η εξέλιξη του συνδυασμένου φαινόμενου καύσωνα – ξηρασίας σηματοδοτεί έναν «συναγερμό» αντίστοιχο με αυτόν που καταγράφεται το τελευταίο διάστημα στη χώρα λόγω της λειψυδρίας. Κυρίως όμως υποδηλώνει ότι ο εθνικός, περιφερειακός και αστικός σχεδιασμός (τουριστικός, αγροτικός, πολεοδομικός, κ.ά.) αφορά ένα κλίμα που δεν υπάρχει και πρέπει άμεσα να προσαρμοσθεί στο κλίμα που διαμορφώνεται.
Θα ήταν λάθος να υποτεθεί ότι το στοίχημα έχει χαθεί, αρκεί να μη θεωρηθεί ότι ο χρόνος είναι σύμμαχός μας. Τεχνικές λύσεις για τη διαχείριση των υδατικών πόρων υπάρχουν (λ.χ. για τη συγκράτηση του νερού στην επιφάνεια αντί δηλαδή της απώλειας/παροχέτευσής του στη θάλασσα). Επίσης, είναι αναγκαία μία άλλη κουλτούρα για την εξοικονόμηση νερού στη γεωργία και μπορεί να διαμορφωθεί σε συνεργασία με τον αγροτικό κόσμο, ενώ θα πρέπει να σχεδιαστεί εκ νέου ο τρόπος που αναπτύσσονται και λειτουργούν οι πόλεις, εκεί δηλαδή που ζει το 70% του πληθυσμού της χώρας.
Τέλος, ο χωροταξικός σχεδιασμός, κατά προτεραιότητα για τα νησιά των Κυκλάδων και την Κρήτη, πρέπει να ισορροπήσει τις ανάγκες μεταξύ γεωργίας και τουρισμού αλλά και να προσαρμόσει (σε πολλές περιοχές να περιορίσει) την τουριστική ανάπτυξη στα όρια που το (νέο) κλίμα ορίζει αλλά και που οι φωνές αγωνίας (βλ. Σαντορίνη) επισημαίνουν.
Ο κύριος Κωνσταντίνος Καρτάλης είναι καθηγητής και ο κύριος Κωνσταντίνος Φιλιππόπουλος ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.