Η πρόσφατη αποδέσμευση των 58 Δελτίων Πληροφοριών της ΚΥΠ για την Κύπρο του Ιουλίου – Αυγούστου 1974 αποτέλεσε μια ευχάριστη έκπληξη για τον ιστορικό της περιόδου, αλλά και για τον απλό πολίτη, στην Ελλάδα και στην Κύπρο, που επιθυμεί να ριχθεί περισσότερο φως στην κυπριακή τραγωδία.
Μάλιστα, η αποδέσμευση συνοδεύτηκε από την ακόμη πιο ασυνήθιστη, για σύγχρονο ελληνικό «επίσημο» αρχειακό υλικό, ψηφιοποίηση και άμεση ανοικτή προσβασιμότητα για τον οποιονδήποτε αναγνώστη, μέσω του Διαδικτύου, γεγονός που προκάλεσε επίσης κατάπληξη. Επιπλέον, πρέπει να συνυπολογιστεί θετικά ότι ο αρμόδιος φορέας που αποδέσμευσε τα σχετικά έγγραφα είναι η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών και όχι ένα από τα παραδοσιακά μεγάλα δημόσια αρχεία του ελληνικού κράτους.
Ειδικά για έγγραφα της ΚΥΠ, πρόκειται για πρωτοφανή υπηρεσιακή ενέργεια, ασχέτως εάν στο πρόσφατο παρελθόν έχουν εκδοθεί από ιδιώτη ερευνητή τα ανάλογα «Δελτία Πληροφοριών» για το Κυπριακό της επίσης κρίσιμης περιόδου 1959-1960 (Μάνος Ηλιάδης, Το Απόρρητο Ημερολόγιο της Κ.Υ.Π. για την Κύπρο, εκδ. Ι. Σιδέρης, 2007). Επομένως, πρέπει να αποδοθούν τα εύσημα στην ΕΥΠ και στον διοικητή της, πρέσβη Θεμιστοκλή Δεμίρη, ο οποίος στο σημείωμά του που συνοδεύει τα έγγραφα εξηγεί ότι η παρέλευση 50 ετών δίνει τη χρονική ασφάλεια για «μια άσκηση εθνικής αλλά και υπηρεσιακής αυτογνωσίας» και θεωρεί την αποδέσμευση ως συμμετοχή στις επετειακές εκδηλώσεις για τη συμπλήρωση πεντηκονταετίας από το χουντικό πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή του 1974.
Υπενθυμίζω ότι από το 2018 έχει προηγηθεί ανάλογη πρωτοβουλία από τη Βουλή των Ελλήνων και τη Βουλή των Αντιπροσώπων με την έκδοση δεκατριών μέχρι σήμερα τόμων των καταθέσεων για τον «Φάκελο της Κύπρου» στην Ειδική Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής και την ανάρτησή τους στο Διαδίκτυο. Και στις δύο περιπτώσεις, των τόμων του «Φακέλου» και των «Δελτίων Πληροφοριών» της ΚΥΠ, τα όσα αποκαλύπτονται δεν ανατρέπουν δραματικά τα όσα γνωρίζουμε ήδη για το 1974, ωστόσο αποτελούν χρήσιμα ιστορικά τεκμήρια και τα πρώτα απαραίτητα, έστω και αργοπορημένα, βήματα.
Υπολείπεται ως οφειλόμενη υποχρέωση τόσο απέναντι «στην Ιστορία» όσο και στο δημοκρατικό μας πολίτευμα το άνοιγμα των πολλαπλάσιων «κλειστών αρχείων» για το Κυπριακό, στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Ταυτόχρονα, η πρωτοβουλία της διοίκησης της ΕΥΠ εκθέτει αρνητικά άλλους δημόσιους φορείς, κατ’ εξοχήν αρμόδιους (όπως οι σχετικές στρατιωτικές ή διπλωματικές υπηρεσίες), που αρνούνται πεισματικά την προσβασιμότητα στα «κυπριακά» αρχεία της περιόδου 1955-1974, επιλέγοντας να στρουθοκαμηλίζουν. Και επιτρέποντας στους κάθε λογής συνωμοσιολόγους να διαστρέφουν την ιστορία του Κυπριακού, πενήντα χρόνια μετά τη μεγαλύτερη σύγχρονη εθνική καταστροφή.
Ο κ. Πέτρος Παπαπολυβίου είναι αναπληρωτής καθηγητής Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.