Οι δημοσκοπήσεις δεν λένε όλη την αλήθεια κι ας μιλάνε με αριθμούς. Δίνουν όμως μια στιγμιαία, σαν polaroid, εικόνα της κοινής γνώμης ή έστω του δείγματος αυτής που καλείται να απαντήσει κάθε φορά και στην εκάστοτε εταιρεία. Πόσες όμως στιγμιαίες αντιδράσεις και αλήθειες έχουν αποτυπωθεί όλα αυτά τα έξι χρόνια διακυβέρνησης Κυριάκου Μητσοτάκη και Νέας Δημοκρατίας; Χάνεται το μέτρημα.

Πόσο διαφορετική εικόνα βλέπουμε το τελευταίο διάστημα; Σημαντικά αξιοπρόσεκτη. Η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται για πρώτη φορά με ουσιαστικές απώλειες, οι οποίες προήλθαν από την επαναφορά της υπόθεσης των Τεμπών στον προμετωπιαίο λοβό της κοινής γνώμης, το μέρος του εγκεφάλου που ευθύνεται για τις συναισθηματικές αντιδράσεις μας και ένα μεγάλο ποσοστό της λειτουργίας της μνήμης.

Ο κόσμος θυμήθηκε ξανά τα Τέμπη και οργίστηκε, έκλαψε ξανά για αυτά, έχοντας ως νέα trigger points τα νέα βίντεο που εμφανίστηκαν δύο χρόνια μετά την τραγωδία, αλλά και το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ το οποίο επιβεβαίωσε αυτό που εμείς φοβόμασταν και η κυβέρνηση έτρεμε: ο ανθρώπινος παράγοντας έπαιξε ρόλο στο δυστύχημα, αλλά όχι μόνο ο δημοσιοϋπαλληλικός. Και ο πολιτικός.

Θα αντέξει η κυβέρνηση τη φθορά; Πιθανότατα ναι, αλλά είναι σίγουρο ότι αν δεν επιστρέψει γρήγορα στην ουσία της διακυβέρνησης και των αποτελεσμάτων που φέρει αυτή, οι δημοσκοπήσεις θα συνεχίσουν να την κλυδωνίζουν. Είναι φανερό ότι ο μέσος Ελληνας έχει αρχίσει να σκέφτεται κάτι άλλο, χωρίς να ξέρει τι είναι αυτό. Η εναλλαγή της εξουσίας, άλλωστε, είναι από τις πιο σημαντικές, αν όχι η σημαντικότερη διασφάλιση μιας δημοκρατίας.

Το ερώτημα όμως είναι, ποιος; Ποιος είναι αυτός που μπορεί να γίνει ο επόμενος πρωθυπουργός της χώρας; Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνεχίζει να κερδίζει, ζημιωμένος το τελευταίο διάστημα σημαντικά, ως ο καταλληλότερος (24,9%), ο «Κανένας» δεν έχει βρει ακόμα πώς να αξιοποιήσει την Τεχνητή Νοημοσύνη για να αποκτήσει έστω μια εικονική υπόσταση και από εκεί πέρα οι υπόλοιποι κρίνονται – και αρκετοί είναι – για την ώρα ως ακατάλληλοι.

Στην τελευταία δημοσκόπηση της GPO έπρεπε να προσθέσεις τα ποσοστά έξι αργηχών (Ανδρουλάκης, Βελόπουλος, Κωνσταντοπούλου, Κουτσούμπας, Φάμελλος), ενώ αν τους έβαζες όλους στη ζυγαριά (δηλαδή και τους Κασσελάκη, Λατινοπούλου, Χαρίτση, Νατσιό και Στίγκα), έφτανες το ποσοστό του «Κανένα» (36,7%).

Δεν έχει υπάρξει ουδέποτε στην ιστορία τόσο αδύναμη, συνολικά, αντιπoλίτευση με αντικειμενικά κριτήρια, που είναι τα πραγματικά ή τα δημοσκοπικά ποσοστά της. Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση φαίνεται να χάνει τη λαϊκή νομιμοποίησή της, η αντιπολίτευση δεν μπορεί να φλερτάρει καν μαζί της.

Συνεπώς, ακόμα κι αν τελευταία κάποιοι φαίνονται (πιο) πρόθυμοι να συμμαχήσουν, είναι για την ώρα ακατάλληλοι για να κυβερνήσουν.