O Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ) από την ίδρυσή του, 103 χρόνια πριν, προσφέρει έργο για την εθνική οικονομία, για τη νησιωτικότητα και τον τουρισμό, για τη βελτίωση των θαλάσσιων συγκοινωνιών και την αναβάθμιση των ακτοπλοϊκών μεταφορών στο πέρασμα των δεκαετιών.

Ενας Σύνδεσμος ο οποίος σήμερα έχει θέσει τον πήχη του εκσυγχρονισμού και της ανάπτυξης της ελληνικής επιβατηγού ναυτιλίας στο επίπεδο που απαιτούν οι προσδοκίες όλων και επιτάσσουν οι ανάγκες της εποχής για την εδραίωση ενός ανταγωνιστικού εθνικού κεφαλαίου στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο οικονομικό ανταγωνισμό.

Ενας Σύνδεσμος αδιάλειπτης και σταθερής πορείας που τον κατέστησε:

Φορέα εκπροσώπησης του κλάδου των επιβατηγών πλοίων στην Ελλάδα, με ουσιαστική συμβολή και στην απασχόληση και ανάπτυξη των ευρύτερων παραγωγικών τομέων, στη συνοχή, στη γεωγραφική συνέχεια της χώρας και της ΕΕ, στον τουρισμό, στην ανάπτυξη και στήριξη των νησιωτικών περιοχών.

Θεσμικό συνομιλητή του υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και της ελληνικής κυβέρνησης για την εξυπηρέτηση του ακτοπλοϊκού δικτύου και για όλα τα ζητήματα της επιβατηγού ναυτιλίας και στήριξης της νησιωτικότητας.

Κοινωνικό εταίρο που διαπραγματεύεται και υπογράφει τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας πληρωμάτων και υπαλλήλων για τα πλοία ακτοπλοΐας, διεθνών γραμμών και κρουαζιέρας, ενώ είναι μέλος και του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ).

Μέλη του ΣΕΕΝ είναι ελληνικές και ευρύτερα κοινοτικές πλοιοκτήτριες, συμπλοιοκτήτριες, διαχειρίστριες εταιρείες επιβατηγών – οχηματαγωγών και επιβατηγών πλοίων, τα οποία δραστηριοποιούνται στον χώρο της ακτοπλοΐας, των διεθνών γραμμών καθώς και της κρουαζιέρας.

Αν προσέξετε τα στατιστικά στοιχεία, είναι εντυπωσιακά.

Ο κλάδος μας διαχειρίζεται ως ποσοστό περίπου το 18% της ευρωπαϊκής ακτοπλοϊκής κίνησης σε σχέση με το 2% του πληθυσμού της χώρας μας έναντι της ΕΕ.

Συνδέει τα περίπου 115 μικρά και μεγάλα νησιά μας με την ηπειρωτική χώρα σε καθημερινή βάση, όπως και όλες τις ενδονησιωτικές ακτοπλοϊκές συνδέσεις. Ο λιμένας του Πειραιά εξυπηρετεί πάνω από 100 προορισμούς νησιωτικών περιοχών. Αν προσθέσουμε και τις γραμμές της Αδριατικής, η ελληνική ακτοπλοΐα είναι μια από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη.

Το σημαντικότερο «δομικό» στοιχείο στήριξης της συνοχής και γεωγραφικής συνέχειας είναι το γεγονός ότι εξυπηρετεί το 95% της κίνησης του εθνικού ακτοπλοϊκού δικτύου μεταφορών με ελεύθερες επιχειρηματικές δρομολογήσεις πλοίων χωρίς καμίας μορφής «κρατικές επιδοτήσεις» ή «μέτρο κρατικών ενισχύσεων» προς τις εταιρείες, έναντι του υπόλοιπου 5% που εξυπηρετείται μέσω συμβάσεων μίσθωσης πλοίων κατόπιν διαγωνιστικών διαδικασιών από την πολιτεία.

Η συνολική συνεισφορά της επιβατηγού ναυτιλίας, σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ με τίτλο Η επιβατηγός ναυτιλία στην Ελλάδα την περίοδο 2016-2020: Επιδόσεις, συμβολή στην οικονομία και προοπτικές, σε όρους ΑΕΠ, εκτιμήθηκε στο 7,4% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας το 2019.

Σε όρους απασχόλησης, σύμφωνα πάντα με τη μελέτη, η συνολική συνεισφορά του κλάδου έφτασε στο 8,5% της συνολικής απασχόλησης. Μια συνεισφορά η οποία μέσα στα γενικότερα και εντυπωσιακά στοιχεία του κλάδου στη χώρα μας δεν έτυχε ενδεχομένως της ανάλογης προσοχής και προβολής, όπως είναι αυτή στην τοπική οικονομία των νησιών μας και αυτή της αναστροφής της μείωσης του πληθυσμού των νησιωτικών περιοχών, η οποία δεν περιορίστηκε μόνο στη διατήρηση στον ίδιο αριθμό των νησιωτών κατοίκων, αλλά μεταξύ όλων των περιφερειών της χώρας μας, σύμφωνα με την απογραφή της ΕΛΣΤΑΤ για το 2021, είχαμε τη μοναδική αύξηση του μόνιμου πληθυσμού σε ποσοστό +6,1% στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου.

Η σημαντικότερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η ελληνική ακτοπλοΐα στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης είναι αυτή της ανανέωσης του στόλου, αφού ακόμα δεν έχει ανοίξει κανένας κύκλος χρηματοδότησης.

Οι επενδύσεις της επιβατηγού ναυτιλίας με στόχο τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και τη μείωση του αποτυπώματος εκπομπών ρύπων αφορούν κυρίως έργα ναυπήγησης νέων πλοίων ή εκσυγχρονισμού υφιστάμενων πλοίων με μηχανές χρήσης διπλού εναλλακτικού καυσίμου.

Προϋπόθεση για τη στήριξη της βιωσιμότητας και ανταγωνιστικότητας των ελληνικών ακτοπλοϊκών εταιρειών είναι η άμεση κατ’ αρχήν οικονομική επιχορήγηση ύψους τουλάχιστον €500 εκατ. μέσω ενός ευέλικτου, χρηματοδοτικού μηχανισμού για πράσινες επενδύσεις στα πλοία της επιβατηγού ναυτιλίας, ενώ παράλληλα εκτιμάται ότι θα τονώσει την ελληνική ναυπηγοεπισκευαστική βιομηχανία, με πολλαπλές ωφέλειες στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας.

Η ανάπτυξη του ακτοπλοϊκού στόλου μέχρι σήμερα στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα, οι οποίες εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν το 1 δισ. ευρώ τα αμέσως επόμενα χρόνια.

Ωστόσο, για την ανανέωση του ακτοπλοϊκού στόλου, του οποίου η μέση ηλικία των πλοίων το 2030 θα είναι 36 χρόνια, ενώ θα υπάρχουν και 15 πλοία άνω των 50 ετών, και την προσαρμογή του στους νέους ευρωπαϊκούς κανονισμούς της απανθρακοποίησης απαιτούνται επενδύσεις που είναι αναγκαίο να συγχρηματοδοτηθούν «γενναία» από ευρωπαϊκά ή/και κρατικά προγράμματα ή άλλους μηχανισμούς χρηματοδότησης.

Οι προτάσεις του Συνδέσμου εφαρμογής δέσμης μέτρων αντιμετώπισης των άμεσων προκλήσεων της ακτοπλοΐας συνοψίζονται κυρίως στις παρακάτω θεματικές ενότητες.

Χρηματοδότηση των επενδύσεων απανθρακοποίησης του ακτοπλοϊκού στόλου.

Χρηματοδότηση των λιμενικών υποδομών πράσινης μετάβασης.

Προσέλκυση των νέων για τη στελέχωση των πλοίων.

Εφαρμογή δημοσιονομικών μέτρων στήριξης της ανταγωνιστικότητας.

Αν και αναγνωρίζουμε, στο πλαίσιο της επίτευξης των στόχων της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και του «Fit for 55», την προσπάθεια του υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής αναζήτησης χρηματοδοτικών εργαλείων και προγραμμάτων από ευρωπαϊκά ταμεία, είναι απαραίτητο να εφαρμοστούν και από άλλα συναρμόδια υπουργεία κίνητρα και συγκεκριμένες ρεαλιστικές παρεμβάσεις για να διατηρήσουν οι ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις την αισιόδοξη δυναμική που κατάφεραν να αποκτήσουν τελευταία μετά την άρση των περιορισμών μετακίνησης λόγω της πανδημίας.

Οι επιχειρήσεις-μέλη του ΣΕΕΝ επενδύουν στην πράσινη επιβατηγό ναυτιλία, η οποία θα εξασφαλίζει την οικονομική ανάπτυξη, τη νησιωτικότητα, την απασχόληση, τη συνοχή και τη γεωγραφική συνέχεια, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι το ανθρώπινο στοιχείο και η ναυτοσύνη παραμένουν μπροστά και στο επίκεντρο της τεχνολογικής πράσινης μετάβασης.

Ο κ. Διονύσης Θεοδωράτος είναι πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας.