Σε λίγες μέρες αφήνουμε πίσω μας το 2024 μέσα σε ένα βελτιούμενο κοινωνικό και οικονομικό κλίμα. Οσο κι αν αυτό φαίνεται παράδοξο για ορισμένους, είναι κατά τη γνώμη μας ερμηνεύσιμο. Και οι ερμηνείες πρέπει να αναζητηθούν:

Στο εσωτερικό της χώρας, όπου καταγράφεται βελτίωση του δείκτη οικονομικής εμπιστοσύνης κατά 7 μονάδες από το -45 του Νοεμβρίου στο -38 τώρα. Επιπλέον υπάρχει μια γενικότερη βελτίωση της αίσθησης της γενικής πορείας της χώρας.

Το ποσοστό όσων θεωρούσαν ότι η χώρα κινείται στη «σωστή κατεύθυνση» από το 28% του Νοεμβρίου ανέρχεται τώρα στο 32%. Ταυτόχρονα, η ρευστότητα που καταγράφεται στο κομματικό σύστημα με την αναδιάταξη των πολιτικών δυνάμεων όχι μόνο δεν φαίνεται να οδηγεί σε πολιτική αστάθεια, αλλά ακριβώς το αντίθετο.

Η κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός βελτιώνουν την αποδοχή τους και η ανάδειξη του ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ σε αξιωματική αντιπολίτευση συνοδεύεται επίσης από αυξημένη αποδοχή και θετική αξιολόγηση, συγκριτικά τουλάχιστον με τις επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ και της ηγεσίας του τον τελευταίο χρόνο.

Στη διεθνή σκηνή, οι γεωπολιτικές συγκρούσεις συνεχίζονται και εντείνονται με τελευταίο κρίκο στην αλυσίδα των πολεμικών θεάτρων τη Συρία και την κατάρρευση του καθεστώτος του Ασαντ. Εχει παρατηρηθεί κατ’ επανάληψη ότι το κλίμα γεωπολιτικής αστάθειας και οι κίνδυνοι που αυτό εγκυμονεί οδηγούν σε συσπείρωση γύρω από την εκάστοτε κυβέρνηση και αυτό είναι άλλη μια παράμετρος που συμβάλλει στην εγχώρια πολιτική σταθερότητα.

Μέσα σε αυτή τη συγκυρία λοιπόν, που κατά τη διάρκεια της έρευνας πεδίου κυριαρχήθηκε από τις εξελίξεις στη Συρία αλλά και από τη συζήτηση στη Βουλή για τον προϋπολογισμό, οι κομματικοί συσχετισμοί που προέκυψαν μετά τις ανακατατάξεις του Νοεμβρίου μοιάζουν να διατηρούνται σχεδόν αμετάβλητοι. Η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει να έχει μεγάλο προβάδισμα, το οποίο επιστρέφει στις διψήφιες διαφορές, αλλά κινείται ακόμα στα επίπεδα των ποσοστών που κατέγραψε στις ευρωεκλογές (εκτίμηση ψήφου 29,2%).

Ακολουθεί το ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ με εκτίμηση ψήφου 17,4%, σε απόσταση τόσο από τη Νέα Δημοκρατία όσο και από το ΚΚΕ, το οποίο ακολουθεί στην τρίτη θέση με 9,1%. Το σημαντικότερο όμως για το ΠαΣοΚ δεν είναι κατά τη γνώμη μας το ποσοστό του στην εκτίμηση ψήφου, όσο το ότι αξιολογείται θετικά στον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης από το 26% του εκλογικού σώματος, ο δε Ν. Ανδρουλάκης από το 29% ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Τέτοιες επιδόσεις για την αξιωματική αντιπολίτευση είχαμε αρκετά χρόνια να δούμε στη χώρα μας, καθώς τα τελευταία χρόνια, μετά την ανάδειξη της ΝΔ στη διακυβέρνηση της χώρας, το κομματικό μας σύστημα είχε προσλάβει τα χαρακτηριστικά ενός οιονεί μοντέλου «κυρίαρχου κόμματος».

Είναι ίσως κι αυτός ένας λόγος που, σε συνδυασμό με τη βελτίωση της εικόνας του Πρωθυπουργού και της κυβέρνησής του, συμβάλλει στην αίσθηση πολιτικής σταθερότητας, κάτι που είναι πλέον ζητούμενο ακόμα και στον πυρήνα της Ευρώπης, στον λεγόμενο γαλλο-γερμανικό άξονα.

Στον χώρο της Αριστεράς, αν εξαιρέσει κανείς τη σταθερότητα του ΚΚΕ σε υψηλά ποσοστά για τα δεδομένα του, η ρευστότητα συνεχίζεται. Καταγράφονται σήμερα πέντε σχήματα από την ίδια κομματική «μήτρα» (τον ΣΥΡΙΖΑ) με αξιόλογα ποσοστά, που αθροίζουν όλα μαζί γύρω στο 25% και κανένα τους δεν ξεπερνά από μόνο του το 7,5%.

Ξεχωρίζουμε τον τελευταίο μήνα του έτους την εντυπωσιακή άνοδο της Πλεύσης Ελευθερίας, η οποία με εκτίμηση ψήφου στο 7,3% διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος κινείται οριακά πιο πάνω, στο 7,4%. Τέλος, επισημαίνουμε ότι το νεότευκτο Κίνημα Δημοκρατίας του κ. Κασσελάκη, με εκτίμηση ψήφου στο 4,1%, δείχνει ότι έχει κατ’ αρχήν τις δυνατότητες να εκπροσωπηθεί στην επόμενη Βουλή, εάν διατηρήσει την αρχική του δυναμική.

Στη δεξιά πτέρυγα του κομματικού μας συστήματος, συνεχίζει να κυριαρχεί η Ελληνική Λύση του κ. Βελόπουλου με εκτίμηση ψήφου 8,7%, διεκδικώντας την τρίτη θέση από το ΚΚΕ, ενώ σημαντικές δυνάμεις καταγράφει και η Φωνή Λογικής με εκτίμηση ψήφου 5,3%. Η Νίκη βρίσκεται ακριβώς στο όριο της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης με 3%, ενώ οι «Σπαρτιάτες», με ποσοστό κάτω της μίας μονάδας, δείχνουν να έχουν κλείσει τον κύκλο τους.

Κλείνουμε το σχόλιό μας επανερχόμενοι στη «μεγάλη εικόνα», που είναι βέβαια η διεθνής σκηνή. Το 2025 μας υποδέχεται με αλλαγή σκυτάλης στον Λευκό Οίκο, γενικές εκλογές στη Γερμανία, νέα κυβέρνηση «εκ των ενόντων» στη Γαλλία και με τις πολεμικές εστίες πλήρως ενεργές.

Οι προσδοκίες μας για ευημερία και ειρήνη τίθενται εν αμφιβόλω, πρώτα από όλα από εμάς τους ίδιους, γιατί η αποτίμηση των χρόνων που πέρασαν δεν είναι θετική. Πάνω από ένας στους δύο (53%) εκτιμούν ότι η ΕΕ θα αποδυναμωθεί μέσα τα επόμενα χρόνια και μόλις ένας στους τρεις (32%) πιστεύει ότι μπορεί οι ελληνοτουρκικές σχέσεις να βελτιωθούν μέσα στο επόμενο διάστημα. Ας κάνουμε κάτι, λοιπόν, για να διαψευστούμε, όσο αυτό περνά από τα χέρια μας.

Ο κ. Στράτος Φαναράς είναι πρόεδρος & διευθύνων σύμβουλος της Metron Analysis SA.