Τις τελευταίες μέρες βιώνουμε έξαρση της αβεβαιότητας, καθώς αποκαλύπτονται περισσότερες λεπτομέρειες της δασμολογικής πολιτικής των ΗΠΑ – μετά τις ανακοινώσεις στις 2/4 –, ενώ παρουσιάστηκαν και τα πρώτα σοβαρά αντίμετρα, από την Κίνα, στις 4/4.
Οι επιβαρύνσεις που ανακοινώθηκαν από τις ΗΠΑ κινούνται προς το πιο απαισιόδοξο σενάριο που είχαμε προσπαθήσει να περιγράψουμε σε αδρές γραμμές σε ανάλυσή μας τον Φεβρουάριο. Η κλιμάκωση των εντάσεων, χωρίς να γνωρίζουμε ακόμη τις αντιδράσεις της ΕΕ, και με τα περιθώρια διαπραγμάτευσης για άμβλυνση των επιβαρύνσεων να παραμένουν αβέβαια, τείνει να επισκιάσει πλήρως τις όποιες θετικές προσδοκίες είχαν δημιουργηθεί στις αγορές μετά την εκλογή Trump.
Η μεσοσταθμική δασμολογική επιβάρυνση που προκύπτει από τις ανακοινώσεις των ΗΠΑ για τους εταίρους τους είναι η υψηλότερη από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, και οι τελικές επιπτώσεις εξαιρετικά δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν λόγω της πολυπλοκότητας των διασυνδέσεων των διεθνών αλυσίδων αξίας. Το βραχυπρόθεσμο τίμημα για τη διεθνή οικονομία και ειδικά για τις ΗΠΑ φαίνεται πλέον ότι θα είναι πολύ βαρύτερο (σε όρους απώλειας ΑΕΠ και μετοχικών αποτιμήσεων) από ό,τι αναμενόταν, και αυτό αρχίζουν να συνειδητοποιούν οι αγορές τις τελευταίες μέρες.
Αναγνωρίζοντας ότι οι ΗΠΑ παραμένουν ο βασικός εμπορικός εταίρος της ΕΕ και η τελευταία δεν θα επιχειρήσει πλήρη ανταπόδοση – βλέποντας πιο μεσοπρόθεσμα τη σχέση της με τις ΗΠΑ – θεωρώ ότι η βραχυπρόθεσμη πίεση για ανάκτηση της πρωτοβουλίας θα καταστήσει την Ευρώπη, και ειδικά τις μεγαλύτερες οικονομίες, πιο υπεύθυνες και αυτόνομες, παρά τους αναπόφευκτους κραδασμούς. Ηδη η Γερμανία εξέπληξε θετικά τον προηγούμενο μήνα εκμεταλλευόμενη και την ισχυρότερη δημοσιονομική της θέση.
Οι δυσμενείς εξελίξεις ευνοούν θεωρώ και την ταχύτερη μείωση του πληθωρισμού στην ευρωζώνη και δίνουν περιθώρια για πιο υποστηρικτική νομισματική πολιτική. Η χώρα μας σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον και παρά τη στενή διασύνδεσή της με την επιβαρυνόμενη ευρωζώνη συνεχίζει να απολαμβάνει πρόσθετους αντισταθμιστικούς παράγοντες.
Οι σημαντικότεροι εξ αυτών είναι: η ισχυρή δημοσιονομική θέση, η αυξανόμενη στήριξη από το ΤΑΑ, η μικρή άμεση εξαγωγική έκθεση (αγαθά) στις ΗΠΑ (1% του ΑΕΠ), η περιορισμένη διασύνδεση της οικονομίας με τις δοκιμαζόμενες διεθνείς εφοδιαστικές/παραγωγικές αλυσίδες και ο σημαντικός ρόλος του τουρισμού για την οικονομία. Οι προκλήσεις είναι τεράστιες και πιθανόν πολύ πιο επίμονες συγκριτικά με την πανδημία και την πρόσφατη πληθωριστική κρίση, ωστόσο τόσο η χώρα μας όσο και η ΕΕ έχουν επιδείξει ισχυρό ένστικτο επιβίωσης διαχρονικά, παρά τις διχογνωμίες.
Ο κ. Νίκος Σ. Μαγγίνας είναι επικεφαλής οικονομολόγος της Εθνικής Τράπεζας.