Από το 2019 μέχρι σήμερα, οι θετικές ειδήσεις που αφορούν το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, τις τράπεζες και την κεφαλαιαγορά διαδέχονται η μία την άλλη: Η χώρα είδε το αξιόχρεό της να αναβαθμίζεται, και ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα. Ολοκληρώθηκε η αποκρατικοποίηση των συστημικών τραπεζών, οι οποίες καταγράφουν ισχυρά οικονομικά αποτελέσματα, και στηρίζουν και πάλι την πραγματική οικονομία.

Προχώρησε ο πέμπτος τραπεζικός πυλώνας, ενισχύοντας τον ανταγωνισμό στο τραπεζικό σύστημα. Προωθήθηκαν μέτρα που ενίσχυσαν απευθείας την κεφαλαιαγορά, όπως η μείωση της φορολογίας στα εταιρικά κέρδη, τα μερίσματα και τη συγκέντρωση κεφαλαίου και οι φοροαπαλλαγές για τους τόκους από ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου. Τέλος, η άνοδος του Χρηματιστηρίου Αθηνών σε σχέση με το 2019 ξεπερνά το 70%!

Οι θετικές αυτές εξελίξεις για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τις τράπεζες, και την κεφαλαιαγορά μόνο τυχαίες δεν ήταν. Ηταν το αποτέλεσμα της εφαρμογής τα τελευταία πεντέμισι χρόνια από τις κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη μίας οικονομικής πολιτικής η οποία συνδυάζει τη δημοσιονομική σοβαρότητα με τις φιλο-επενδυτικές μεταρρυθμίσεις.

Τα επιτεύγματα, τα οποία περιέγραψα παραπάνω, δεν μας είναι προφανώς αρκετά. Σε αυτό το πλαίσιο, μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα να ενισχύσουμε και να βελτιώσουμε περαιτέρω τη θέση της ελληνικής κεφαλαιαγοράς. Διότι μία ισχυρή κεφαλαιαγορά αποτελεί προϋπόθεση για τη μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Μέσα από τη μείωση του κόστους δανεισμού, την πρόσβαση των επιχειρήσεων σε χρηματοδότηση, την αύξηση των επενδύσεων, τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

Σε αυτή την κατεύθυνση παρουσιάσαμε πρόσφατα σχετικό νομοσχέδιο για την ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς, το οποίο περιλαμβάνει 11 σημαντικές αλλαγές. Με τις αλλαγές αυτές: Καθιστούμε το Ελληνικό Χρηματιστήριο ελκυστικότερο για επιχειρήσεις και επενδυτές. Παρέχουμε στις ελληνικές επιχειρήσεις εργαλεία ώστε να ενισχύσουν τη ρευστότητά τους, να ανταποκριθούν στις σύγχρονες προκλήσεις, και να στηρίξουν την εθνική προσπάθεια για προσέλκυση νέων επενδύσεων. Θωρακίζουμε περαιτέρω τις αρχές της Κεφαλαιαγοράς, με σύγχρονες μεθόδους εποπτείας και ειδικές ρυθμίσεις για τα νέα επενδυτικά προϊόντα.

Τι καινούργιο φέρνει το νομοσχέδιο αυτό;

Πρώτον, τρεις φορολογικές μεταρρυθμίσεις που κάνουν πιο ελκυστική τη χρηματοδότηση μέσω του Χρηματιστηρίου. Μειώνουμε τον φόρο στους τόκους εισηγμένων εταιρικών ομολόγων από 15% σε 5%. Αυξάνουμε κατά 100% την έκπτωση στις δαπάνες για την εισαγωγή μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο Χρηματιστήριο. Διευρύνουμε, ακόμα, τις φοροαπαλλαγές για επενδυτές στην Εναλλακτική Αγορά.

Δεύτερον, οκτώ θεσμικά κίνητρα με τα οποία δίνουμε μεγαλύτερη ευελιξία στις επιχειρήσεις και καλύτερη προστασία στους επενδυτές. Μεταξύ άλλων, διευκολύνουμε την εισαγωγή εταιρειών στην Εναλλακτική Αγορά, θεσπίζουμε μετοχές με πολλαπλά δικαιώματα ψήφου, ώστε οι ιδρυτές να διατηρούν τον έλεγχο των επιχειρήσεών τους, ενώ εισάγουν τις μετοχές τους στο Χρηματιστήριο, και διαμορφώνουμε το πλαίσιο για έκδοση «πράσινων» ομολόγων, που θα χρηματοδοτούν περιβαλλοντικά βιώσιμες επενδύσεις.

Τρίτον, αναβαθμίζουμε την εποπτεία, που είναι βασική προϋπόθεση για την αποτελεσματική λειτουργία της κεφαλαιαγοράς. Εισάγουμε αυστηρότερους κανόνες προστασίας των επενδυτών και νέα εργαλεία για τις εποπτικές αρχές. Ανάμεσα σε αυτά, και το mystery shopping, όπου ειδικά εκπαιδευμένα στελέχη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της Τράπεζας της Ελλάδος, θα λειτουργούν ως πελάτες ελέγχοντας επιτόπου την ποιότητα των επενδυτικών υπηρεσιών, την τήρηση της νομοθεσίας, και τη διασφάλιση της διαφάνειας.

Το νομοσχέδιο αυτό έρχεται σε μια κομβική στιγμή, καθώς στα τέλη της προηγούμενης χρονιάς, ο διεθνής επενδυτικός οίκος FTSE Russell ενέταξε το Χρηματιστήριο Αθηνών σε λίστα παρακολούθησης για την επικείμενη αναβάθμισή του στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών, μετά από πολλά χρόνια αναμονής. Η κίνηση αυτή ήταν μία ψήφος εμπιστοσύνης στην ελληνική κεφαλαιαγορά και στην ελληνική οικονομία. Και με το νομοσχέδιο που εισάγουμε, θέλουμε να συντελέσουμε αποφασιστικά στην αναβάθμιση αυτή.

Μία τέτοια εξέλιξη θα φέρει σημαντικές εισροές ξένων κεφαλαίων, καθώς οι μεγάλοι θεσμικοί επενδυτές ακολουθούν τους δείκτες των οίκων αξιολόγησης για τη διαμόρφωση των χαρτοφυλακίων τους. Εχουμε, λοιπόν, μία σημαντική ευκαιρία να αναβαθμίσουμε ουσιαστικά την κεφαλαιαγορά μας, να την καταστήσουμε ακόμη πιο ανταγωνιστική, αναβαθμίζοντας τελικά την ίδια την ελληνική οικονομία!

Η αναβάθμιση της ελληνικής κεφαλαιαγοράς δεν είναι φυσικά κάποια μεμονωμένη πρωτοβουλία της κυβέρνησης, ούτε είναι ανεξάρτητη από τις ευρωπαϊκές εξελίξεις στον τομέα. Εντάσσεται στην ευρύτερη κυβερνητική στρατηγική που περιλαμβάνει τη δημοσιονομική σταθερότητα και τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, ενώ λαμβάνει χώρα εντός του εξελισσόμενου ευρωπαϊκού πλαισίου.

Η Ελληνική Κυβέρνηση έχει εξαρχής τοποθετηθεί υπέρ της ενοποίησης των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών. Γνωρίζω φυσικά ότι υπάρχουν διαφορετικές απόψεις για τα πλεονεκτήματα της διατήρησης μεγαλύτερης αυτονομίας σε εθνικό επίπεδο.

Η Ευρώπη όμως δεν έχει την πολυτέλεια να μείνει πίσω σε μία περίοδο που εντείνεται ο διεθνής ανταγωνισμός, τόσο από τις ΗΠΑ όσο και από την Κίνα. Η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να πρωταγωνιστήσει στη διαμόρφωση μιας ισχυρής, ενιαίας ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς, που θα εξασφαλίζει περισσότερες επιλογές χρηματοδότησης για τις ελληνικές επιχειρήσεις, και μεγαλύτερη ελκυστικότητα για τους επενδυτές. Είμαστε λοιπόν σταθερά υπέρ μίας ολοκληρωμένης και πιο σύγχρονης ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς, όπως υποδεικνύει και η έκθεση Ντράγκι.

Το σύνολο των παρεμβάσεων της κυβέρνησης για την κεφαλαιαγορά προσβλέπουν σε έναν στόχο: να την καταστήσουμε ισχυρή και αντάξια της δυναμικής και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας. Ελληνική κεφαλαιαγορά και ελληνική οικονομία ανεβαίνουν και θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν μαζί!

O κ. Κωστής Χατζηδάκης είναι αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, πρώην υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.